Ήταν εκείνο το έργο σε θερινό σινεµά…
Με το άσπρο, κοκέτικο φουστανάκι µου, τ’ ασορτί πέδιλα, την κολλαριστή κορδέλα στα µαλλιά να καλύπτει όλο το κεφάλι και να καταλήγει σ’ έναν µεγαλειώδη φιόγκο, και τον Καζαντζίδη απ’ το µεγάφωνο να τραγουδά όλο πάθος και πόνο το δηµοφιλές, λαϊκό άσµα «Νυχτερίδες και αράχνες γλυκιά µου»…
Ήταν λοιπόν µια όµορφη, καλοκαιρινή βραδιά γεµάτη αρώµατα και µια γεµάτη σασπένς ταινία που έσπαζε τον καιρό εκείνο τα ταµεία!
Όχι το περίφηµο «Γη ποτισµένη µε ιδρώτα» που το είχε δει όλη η Ελλάδα κι είχε κλάψει πικρά για τον φτωχό Ινδό, τον άστοργο, πλούσιο αδελφό του, και για τους µουσώνες που έπνιγαν τους πάντες, αλλά ένα έργο περιπέτειας, φαινοµενικά ψυχαγωγικό, που µιλούσε µε τον τρόπο του για τις ανθρώπινες σχέσεις και ειδικά τις συζυγικές…
Γυρισµένο κάπου στα βάθη της Αφρικής, µε σκηνές εκστρατείας στηµένες στο ξέφωτο, µε υπηρέτες να σερβίρουν κοκτέιλ µε κάθε επισηµότητα, τους φρουρούς µονίµως σ’ επιφυλακή ν’ ανιχνεύουν µε βλέµµα εξεταστικό τα σκοτάδια, τους ανθρωποφάγους να παραµονεύουν µε τα φονικά βέλη τους πίσω απ’ τη πυκνή βλάστηση και να ορέγονται το επόµενο γεύµα, τους δυο πρωταγωνιστές µας µε γεµάτες καραµπίνες, χακί συνολάκια σε στιλ σαφάρι, και πλατύγυρα καπέλα εξερευνητών σαν του Ιντιάνα Τζόουνς…
Το ζευγάρι της ιστορίας µας είχε φυσικά πάει εκεί για… κυνήγι!
Αλλά ο κάλος ο σύζυγος, αντί να έχει το νου του στα λιοντάρια και στο ελεφαντοστού των πολυπληθών ελεφάντων του περίγυρου, σχεδίαζε πώς θα… βγάλει απ’ τη µέση την… εκατοµµυριούχο γυναίκα του! Πώς θα την ξεφορτωθεί δηλαδή δια παντός, σ΄ ένα απολύτως δικαιολογηµένο ατύχηµα -στην άγρια κι αφιλόξενη φύση όπου βρισκόταν- µε απώτερο σκοπό φυσικά να την κληρονοµήσει! Ανάγκη καµιά δεν είχε να της κακοφερθεί, όµορφη ήταν, καλός χαρακτήρας ήταν, καλά ζούσαν, αλλά βλέπεις είχε ένα µεγάλο «µειονέκτηµα… πλεονέκτηµα», τον… πλούτο της, που τον ήθελε όλο δικό του…
Γύρω στα 8 τότε, χωµένη όσο γινόταν πιο βαθιά στην καρέκλα σκηνοθέτη παρακολουθούσα τα συµβάντα στην οθόνη µε κοµµένη ανάσα, έχοντας ολότελα ξεχάσει το χωνάκι µε το πασατέµπο µου που κρατούσα σφιχτά στο χέρι. Στη µεγάλη οθόνη µπρος µας η ατµόσφαιρα απόλυτα πειστική, µε την πυκνή βλάστηση ολόγυρα, τους αδιευκρίνιστους, απειλητικούς θορύβους της ζούγκλας, τα πετούµενα, τα έρποντα, τις δηλητηριώδεις αράχνες, τις κραυγές και τα µουγκρίσµατα των θηρίων της ν΄ ακούγονται απειλητικά πίσω απ’ τις φυλλωσιές…
Στην ήδη τεταµένη ατµόσφαιρα πλανιόταν η απειλή του επικείµενου θανάτου της κυρίας, πράγµα που µε στεναχωρούσε αφάνταστα και µε κρατούσε σε µια συνεχή αγωνία! Με το τίποτα δεν ήθελα να σκοτωθεί η ντελικάτη πρωταγωνίστρια µε τα πλατινέ µαλλιά, που στο τέλος-τέλος δεν είχε πειράξει και κανέναν!
Όµως τα πράγµατα αντιστράφηκαν κι αντί να πεθάνει εκείνη, εντελώς συµπωµατικά βρήκε φρικτό θάνατο ο… µελλοντικός δολοφόνος της!
Πριν απ’ τη ξαφνική επίθεση που δέχτηκε κάποια στιγµή ο… σύζυγός της από λιοντάρι κι έµεινε στον τόπο, θυµάµαι καλά τις τρείς οργανωµένες, αποτυχηµένες προσπάθειες του άπιστου αυτού ανδρός, που είχαν προηγηθεί. Όπως και την υποκρισία του, καθώς κάθε που δεν σκόπευε καλά, όταν οι ανθρωποφάγοι απωθούντο επιτυχώς ή η αγέλη των ελεφάντων άλλαζε ξαφνικά δρόµο -κι ο σκοπός αποτύγχανε!- έκανε µεγάλο σαµατά, φώναζε αγωνιωδώς το όνοµα της γυναίκας του κι έτρεχε κοντά της, τάχα µου να την προστατεύσει!
Κάπου εκεί, στην υπερπροσπάθειά του να καλύψει τις πραγµατικές προθέσεις του, έχασε και τη ζωή του…
Είχε πια νυχτώσει όταν βγήκαµε απ’ τον σινεµά -µε ελαφρά καρδιά µπορώ να πω!- µε το ένα χέρι να κρατώ τον πατέρα, το άλλο τη µαµά µου, απόλυτα ασφαλής και δικαιωµένη που όλα πήγαν κατ’ ευχήν και σώθηκε η καλή κυρία. Βέβαια είχε πεθάνει ένας άνθρωπος κι είχαν συλληφθεί όλοι οι κακοί της ιστορίας!
Όµως, όπως και να το κάνουµε, το έργο ήταν διδακτικότατο…
Και βεβαίως ανταποκρινόταν απόλυτα στη γνωστή µας λαϊκή ρήση «Όποιος σκάβει τον λάκκο του άλλου πέφτει ο ίδιος µέσα»!
Ή πέφτει στα χέρια του νόµου και τιµωρείται κατά το δοκούν.
Η εκµετάλλευση, η αδικία, η χειροδικία, οι απειλές, οι πλεκτάνες, ακόµα κι ο φόνος γυναίκας ανυπεράσπιστης αργά ή γρήγορα αποκαλύπτονται…
Και µην ξεχνάµε πως, στο τέλος-τέλος, εκεί κοντά καιροφυλακτεί κι η αόρατη -µα πάντα αποτελεσµατική!- «Θεία δίκη»! Ο ρυθµιστής κάθε αδικίας που παίζει κι αυτή τον ρόλο της, όπως στη συγκριµένη ταινία εποχής, που µε συγκίνησε, µε τάραξε, µα µου έµεινε αξέχαστη…