Δευτέρα, 23 Δεκεμβρίου, 2024

Θέρος το χειμαζόμενον

ΜΕΡΗ (ΜΕΡΟΠΗ) ΛΙΟΝΤΗ

Για ποιον λόγο ένα “θέρος” είναι “χειμαζόμενον”, δηλαδή ταλαιπωρημένο, θλιμμένο, βασανισμένο;
Το “Θέρος” ως εποχή, αλλά και ως πράξη, προσφέρει χαρά και ικανοποίηση. Τότε ο άνθρωπος αξιολογεί το αποτέλεσμα των προσπαθειών του· τότε απολαμβάνει τους κόπους του.
Επομένως το “Θέρος” δεν θα έπρεπε σε καμιά περίπτωση να είναι “χειμαζόμενον”. Δυστυχώς στην αλλοτριωμένη εποχή που ζούμε, η άνοιξη δεν είναι άνοιξη και το “θέρος” δεν είναι θέρος. Ολα έχουν γίνει ψευδεπίγραφα. Και οι άνθρωποι και οι τόποι. Ακόμη και τα αισθήματα. Τότε για ποιο “θέρος” και για ποιο καλοκαίρι να μιλήσουμε; Τι να θερίσουμε από τη “φρυγμένη” καρδιά μας και τι να συγκομίσουμε από την “πυρόπληκτή” μας ζωή;
Αυτά τα ερωτήματα βασανίζουν την ποιήτρια Μέρη (Μερόπη) Λιόντη. Στην πρόσφατη -και πρώτη- ποιητική συλλογή της, με τον παραπάνω τίτλο, καταθέτει την αγωνία και την οδύνη της που είναι αγωνία και οδύνη κάθε υπεύθυνου ανθρώπου.
Η συλλογή περιλαμβάνει 31 ποιήματα, συνήθως μιας σελίδας. Κάτω από κάθε ποίημα δημοσιεύεται κι ένα άλλο, με πλάγια γραφή, ενός ή δύο στίχων, σαν επίγραμμα, που συνήθως αναφέρεται στο πρώτο ποίημα. Είναι έτσι σαν μια δευτερεύουσα συλλογή μέσα στην κύρια συλλογή.
Τα ποιήματα είναι άστικτα κι έχουν πολύ προσωπικό χρώμα. Η Μέρη Λιόντη παρουσιάζεται ως ένας ευαίσθητος άνθρωπος που μεγεθύνει μέσα της ασφυκτικά κάποτε τα αδιέξοδα, τις εναντιότητες μιας ζωής άχαρης. Αυτή η ζωή δεν έχει καμιά ζεστασιά, καμιά θαλπωρή. Το καλοκαίρι διαπερνάται από τ’ “αγιάζι”. “Το τίποτα μας έντυσε με ρούχα χάρτινα/ πώς να μην παγώσουμε στ’ αγιάζι;”.
Η αγάπη δεν υπάρχει στον κόσμο μας. Το μίσος είναι “δέρμα παλιό και στέρεο”. Κι αν τολμήσεις να αφεθείς πάνω σ’ αυτόν τον κόσμο δε θα ρίξει βάλσαμο στα τραύματά σου. “Κρυφή πληγή η ψυχή μου/ και συ της στάλαξες αλάτι” θα δηλώσει, που παραπέμπει στη γνωστή κραυγή του Ιησού “Διψώ!” και την απάντηση της κοινωνίας μ’ ένα σφουγγάρι ξίδι…
Η ποιήτρια αισθάνεται να έχει ένα μερίδιο ενοχής. Θέλει να κλάψει για τα χαμένα δάκρυα μήπως και βρει τη λύτρωση. Αναρωτιέται: “Με ποιο πένθος να καθαρθώ/ να ’βρισκα ένα τρίχινο ρούχο με στάχτη στο κεφάλι/ να θρηνήσω την απώλεια των δακρύων, που φέρνει στη σκέψη μας πανάρχαιες πένθιμες ώρες”.
Στο απάνθρωπο “θέρος” μας, “οι μέρες σαλπάρουν/ πανιά σκισμένα/ με θρήνο στη ζωή”. Ο χρόνος είναι “σαρκοβόρος” και “μες απ’ τα χέρια γλίστρησαν τις επιθυμίας οι ώρες”.
Πού να κοιτάξεις για κάποιο στήριγμα; Μέσα σου; “Καμιά φορά θέλω να κοιτάξω εντός/ βλέπω ένα παράθυρο που χάσκει/ και πισωπατώ”, λέει με πίκρα.
Δεν αποφεύγει να συνομιλήσει με τον Κύριο. Οχι για να ζητήσει ευθύνες, αλλά για να Του πει ότι προσπάθησε να “ματίσει” τα θραύσματα της ψυχής της, έστω και χωρίς αποτέλεσμα.
Συμπερασματικά, η συλλογή “Θέρος το Χειμαζόμενον” είναι μια ώριμη συλλογή, έστω κι αν είναι η πρώτη της ποιήτριας, με στίχους υψηλής ποίησης. Εκφράζει την οδύνη της επειδή “ψηλά κοιτάζοντας/ συρθήκαμε στο χώμα, καθώς και το παράπονο για την άνοιξη που δεν ήρθε, για τα «χελιδονίσματα», τα «σκιρτήματα» μιας έφηβης ματιάς που χαθήκανε”.
Θα περιμένουμε τη συνέχεια σ’ αυτή την οδυνηρή πορεία, γιατί σίγουρα η ποιήτρια έχει πολλά ακόμη να μας πει…


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Εντός εκτός και επί τα αυτά

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα