Καλοκαίρι είναι το μπλε της θάλασσας και κίτρινο από τα στάχυα. Είναι το κόκκινο του καρπουζιού και το χρυσαφί χρώμα της Σελήνης, που αφουγκράζεται τις νυχτερινές εξομολογήσεις και τα όνειρά μας. Καλοκαίρι είναι το χρώμα που έχουν οι αναμνήσεις των παιδικών χρόνων κι ο ήχος από τα τζιτζίκια. Μνήμες, αισθήσεις και προσδοκίες γίνονται ένα κουβάρι…
Οι “διαδρομές” ζήτησαν από επτά Χανιώτες και Χανιώτισσες εικαστικούς να δώσουν τα δικά τους χρώματα στο καλοκαίρι και παράλληλα να μοιραστούν μαζί μας σκέψεις, αναμνήσεις και συναισθήματα που έχουν ταυτιστεί μέσα τους με αυτή την εποχή.
Φωτεινές σκέψεις
Αναζητώντας την ελευθερία, μιλώ με τα χρώματα του καλοκαιριού, που μετουσιώνονται σε απέραντο αίσθημα παρηγοριάς. Που θα τα ζωγραφίσω πάλι και πάλι απ΄ την αρχή. Ελπίζω κάποτε, να μοιραστώ τις σκέψεις μου μ’ εκείνους, που μέσα στο βλέμμα τους, ίσως μια στιγμή, πραγματωθεί ένα από τα έργα μου.
Δοκιμάζω καινούργιες λέξεις ζωγραφίζοντας αγαπημένα τοπία, ελληνικά τοπία που ταξιδεύουν με τη διαφορετική ματιά της κάθε στιγμής. Αισθάνομαι τυχερή που γεννήθηκα σ’ αυτήν την χώρα. Που προσπαθώ να αιχμαλωτίσω ένα σχεδόν τίποτα, από τις θερινές στιγμές που με περιβάλλουν.
Αισθάνομαι τυχερή που το καλοκαίρι προσφέρει αδιάκοπα νέες εικόνες, έτσι ώστε να μην τελειώνει ποτέ. Να μπορεί να λάμψει περισσότερο μέσα στον χειμώνα. Ν’ αρχίζει η χάρη του αμέσως μετά από το χειμερινό ηλιοστάσιο.
Κι όλα θα γίνουν σα μια φωτεινή σκέψη! Τα λιμάνια της προσμονής, τα βιώματα της γενέθλιας πόλης, των Χανίων… Να ξεπηδά ένα φως κίτρινο κι ακόμα ένα βαθύ πορτοκαλί. Λαμπερά χρώματα να ξορκίζουν τις πιο σκοτεινές σκέψεις, μα που χωρίς αυτές, όλα τα κίτρινα θα χάνουν την αξία τους.
Να το ζεις το καλοκαίρι… Στις αχανείς παραλίες, στα ποιήματα του Οδυσσέα, στην κάθε λευκή μοναχική στιγμή πλάι στο μαύρο. Στους θερινούς αστερισμούς ξημερώνοντας οι άυπνες νύχτες. Να το ζεις το καλοκαίρι, σαν μια γουλιά αιωνιότητας. Σαν να υπάρχει πάντα. Πάντα.
Ειρήνη Κανά
Τότε που ο χρόνος ήταν ανύπαρκτος
Χρόνια τώρα, ονειρεύεσαι το καλοκαίρι που άφησες κάπου εκεί, στα παιδικά σου χρόνια. Τότε που ο χρόνος ήταν ανύπαρκτος και το παιχνίδι το μόνο δεδομένο. Αρώματα της μέρας, ο δυόσμος κι ο βασιλικός. Μαγεία της νύχτας, ο έναστρος ουρανός και το γιασεμί.
Και μετά μεγάλωσες και όλο αυτό το θαύμα έγινε στιγμές που μπορείς να ζήσεις μια στις τόσες. Γιατί η πραγματικότητά σου άλλαξε και πρέπει να τρέχεις όλη μέρα. Γιατί πρέπει να χτίσεις και να δημιουργήσεις. Γιατί πρέπει κάθε μέρα να έχει φαγητό το τραπέζι σου. Γιατί πρέπει να εξασφαλίσεις το μέλλον των παιδιών σου.
Ελπίζεις πως θα είσαι καλά να πασχίζεις και κάποια στιγμή θα συνεχίσεις το καλοκαίρι σου από εκεί που το άφησες. Αυτή τη φορά μέχρι το τέλος. Κι εγώ θα είμαι εκεί, την ώρα που θα ανοίγεις τα φτερά σου, για να ζωγραφίσω το ιδανικό καλοκαίρι, με σένα και τη θάλασσα.
Κώστας Σπανάκης
Η μέθη του καλοκαιριού
Οι πιο έντονες καλοκαιρινές αναμνήσεις από τη παιδική ηλικία… οι σχολικές διακοπές, αίσθηση ελευθερίας, τα μπάνια μας στη θάλασσα, ξυπόλητοι στο ζεστό χώμα, οι δροσερές καλύβες που φτιάχναμε με καλάμια, οι μυρωδιές από τα θερισμένα χωράφια και τα βράδια να μυρίζουν αγιόκλημα και γιασεμί.
Ο μεσημεριανός ύπνος κάτω από τη κληματαριά, με τα τζιτζίκια να μας νανουρίζουν και να μας ξυπνάει η ντροπαλή φωνή ενός πλανόδιου που πουλούσε τα σύκα του φορτωμένα στο γαϊδούρι. Και από τη μέθη του καλοκαιριού στα πρωτοβρόχια και στο κουδούνι του σχολείου…
Γιώργος Τζεγιαννάκης
Ο κήπος μέσα μου
…Και πήρες του καιρού τ’ αλφαβητάρι
και της αγάπης λόγια φυλαχτό,
για να βρει πάλι ρίζα το χορτάρι
και πήρες την ελπίδα και τη χάρη,
ψηλά να πας να χτίσεις κιβωτό
με την ελπίδα μόνο και τη χάρη…
(Απόσπασμα από το ποίημα “Δίκοπη ζωή” του Μ. Ελευθερίου)
Το καλοκαίρι για μένα είναι εποχή χαλάρωσης, περιπλάνησης αλλά και σοβαρών αποφάσεων… Καλοκαίρι του 2012 με εμπνευστικό ερέθισμα τον παραπάνω στίχο του Μάνου Ελευθερίου αποφάσισα να επιστρέψω στο χωριό μου τα Μεσκλά, στους πρόποδες των Λευκών Ορέων, έχοντας μέσα μου όλους τους συμβολισμούς και την μυθολογία που τα βουνά μας φέρουν. Εκτοτε εδώ, πιστεύω πως όσο καλύτερα μπορώ καλλιεργώ τον κήπο μου, με όλους τους συμβολισμούς πειραματισμού, ιδρώτα, μαγείας, αλλά και της χρησιμότητας που ο κήπος μέσα μου φέρει…
Ελένη Μανωλαράκη
Η αισιοδοξία του φωτός
Η εικόνα είναι ένα κομμάτι από το λιμάνι της Σούδας. Η ελπίδα και η αισιοδοξία του καλοκαιρινού φωτός είναι ίσως μεγαλύτερες από την προσμονή των διακοπών ή των επερχόμενων ταξιδιών μικρών ή μεγάλων. Ακόμη και τα άσχημα πράγματα ζεσταμένα οπτικά από τον καλοκαιρινό ήλιο φαντάζουν όμορφα και μαζί με την ελπίδα της ανεμελιάς, της χαλάρωσης και της απόδρασης από τη μουντή καθημερινότητα, μπορεί να είναι ένα μικρό βήμα ώστε να αισθανθούμε για λίγο τουλάχιστον ελεύθεροι.
…Ελπίδα πάντως είναι
χρυσή σαν ηλιαχτίδα,
που μου χαράζει φωτεινή γραμμή…
Κωστής Ζαζάς
Θάλασσα κι αναμνήσεις
Ζέστη, ήλιος, θάλασσα, ταξίδια, άπλετος χρόνος, ανεμελιά αναμνήσεις κι επαφή με τη φύση.
Αισθητικές εμπειρίες οι οποίες έχουν να κάνουν περισσότερο με το εξωτερικό περιβάλλον. Αυτές είναι οι πρώτες σκέψεις που μου περνάνε από το μυαλό σε σχέση με το καλοκαίρι
Δεν έχω κάνει πολλά έργα με το θέμα αυτό αλλά όσα έχω κάνει έχουν ένα κοινό στοιχείο. Αυτό είναι η Θάλασσα. Έτσι δικαίως κάποιος θα μπορούσε να πει ότι αυτό με το οποίο έχω ταυτίσει το καλοκαίρι είναι η θάλασσα.
Τα έργα μου έχουν κι ένα άλλο κοινό στοιχείο. Την Ανάμνηση. Είναι μέρη τα οποία έχω επισκεφτεί κάποια στιγμή στη ζωή μου κι έχουν μια σημαίνουσα σημασία για μένα.
Ένα έργο από αυτά αναπαριστά την Πρέβελη. Εφηβικές αναμνήσεις απείρου κάλους. Πηγαίναμε εκεί παρέες, με παπάκια, βέσπες ή και το λεωφορείο ακόμα από την ηλικία των 16-17 χρόνων. Κάθε καλοκαίρι.
Επίσης η Χάλκη, τα Κύθηρα κι ο Μπάλος είναι για μένα αγαπημένα μέρη…
Κώστας Κουνάλης
Καρπούζι γλυκό αλμυρό
Την αγαπούσαν όλοι τη θάλασσα.
Τον Ιούλιο που έκλειναν τα σχολεία άρχιζαν τα μπάνια, πρωί η απόγευμα και βράδυ ως το ηλιοβασίλεμα στις μεγάλες ζέστες.
Ο πατέρας αγαπούσε τη θάλασσα.
Μας έμαθε κολύμπι και στη μάνα μας.
Ξεκινούσαμε από τα Βαρδιανά για τα Λιβάδια όλοι στο λαχανί Fiat 128. Κάποιες φορές στη διαδρομή μας έδιναν καρπούζι, το έβαζαν οι γονείς στο νερό να δροσερέψει.
Ο πατέρας κολυμπούσε ν’ αδειάσει τον χειμώνα από πάνω του έλεγε και γελούσε όμορφα, εμείς, σαν παιδιά, ανυπομονούσαμε γι’ αυτές τις στιγμές.
Οι συγγενείς, οι γείτονες, όλοι εκεί ξέπλεναν την καθημερινή σκόνη, έμοιαζαν πιο χαρούμενοι, πιο καλοί.
Η παραλία τεράστια, με χρυσαφένια άμμο, που έγινε χιλιάδες σπίτια, πόλεις και κάστρα, όλα αυτά τα χρόνια.
Η θάλασσα άλλοτε κυματιστή, άλλοτε λάδι, κι εγώ, να τη χαίρομαι να μην τη φοβάμαι, να ψήνομαι απ’ τον ήλιο και να μαθαίνω.
Το μάζεμα των κοχυλιών, τα βιβλία μου, η λογοτεχνία εκεί στην άμμο, η ζέστη, η μυρωδιά του καρπουζιού που μόλις χαράχτηκε, οι συζητήσεις που συχνά έμεναν ατέλειωτες. Το φως του ηλίου διαφορετικό κάθε ώρα άλλοτε ασημί άλλοτε χρυσά όλα.
Από το κίτρινο, πορτοκαλί, γαλάζιο, στα μωβ μπλε τιρκουάζ τα χρώματα του νερού στα βότσαλα.
Ο ορίζοντας του κόλπου Κισσάμου, τ’ ακρωτήρια η Σπάθα και η Γραμβούσα, οι καλαμιές, τα αλμυρίκια, οι ελιές στους λόφους, τα χαρούμενα σπιτάκια ανάμεσά τους.
Σ’ εκείνη την παραλία όλα αποφασίστηκαν, γέμισε το όλον μου εικόνες, εκεί γράφτηκε το μέλλον!
Η πόλη μου, στη ζεστή μαλακή άμμο χτίστηκε, τα καλοκαίρια εκείνα.
Εκεί γύρισα και ξαναγύρισα και ξαναγυρίζω, γιατί, δεν υπάρχει λύπη.
Όλα θα ζουν εκεί για πάντα!
Ό,τι είδε και άκουσε και αέναα φυλάει η λατρεμένη παραλία μου!
Το κόκκινο του καρπουζιού, το άρωμά του στη μνήμη, η αλμυρή γλυκιά γεύση του από το θαλασσινό νερό και κόκκους της άμμου, στο στόμα…
Όλγα Βερυκάκη