Κρήτη, Θεσσαλία και Αττική είναι περιφέρειες με τα υψηλότερα ποσοστά θνησιμότητας από αυτοκτονίες. Παράλληλα, σταθερά αυξητική τάση παρουσιάζει ο αριθμός των αυτοκτονιών τα τελευταία περίπου 3 χρόνια σύμφωνα με τα στοιχεία του Παρατηρητηρίου Αυτοκτονιών του Κέντρου Ημέρας για την Πρόληψη της Αυτοκτονίας της Μ.Κ.Ο. “Κλίμακα”.
Eιδικότερα, με βάση τα στοιχεία κατά τα έτη 2018, 2019, και τους πρώτους 8 μήνες του 2020, η πλειοψηφία των αυτοχείρων ήταν άντρες, ενώ οι άνθρωποι ηλικίας 80 και άνω και ηλικίας από 50 έως 59 ετών σημειώνουν τις περισσότερες αυτοκτονίες σε σύγκριση με τις υπόλοιπες ηλικιακές ομάδες.
Η πιο συχνή μέθοδος αυτοκτονίας κατά την τελευταία τριετία είναι ο απαγχονισμός και ακολουθεί η πτώση από ύψος, ενώ η χρονική περίοδος κατά την οποία σημειώνονται τα υψηλότερα ποσοστά αυτοκτονιών είναι κατά τους ανοιξιάτικους και καλοκαιρινούς μήνες (Μάρτιος – Αύγουστος).
Σύμφωνα πάντα με την “Κλίμακα” περισσότεροι από 500 άνθρωποι αυτοκτονούν κατ΄ έτος τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα, αφήνοντας πίσω τουλάχιστον 5.000 πενθούντες ετησίως. Όπως αναφέρουν, διεθνείς έρευνες και μελέτες, για κάθε μία αυτοκτονία μένουν πίσω τουλάχιστον 5-10 άτομα που πενθούν, βιώνοντας όχι μόνο το συναισθηματικό φορτίο του πένθους αλλά και τις ψυχοκοινωνικές συνέπειες του στίγματος της αυτοκτονίας, ενώ 135 άτομα θεωρείται ότι επηρεάζονται άμεσα από κάθε αυτοκτονία. Ακόμη, στην Ελλάδα δεν έχουμε καταγραφή των μη θανατηφόρων αποπειρών αυτοκτονίας, οι οποίες εκτιμάται ότι είναι σχεδόν 25 φορές περισσότερες των καταγεγραμμένων αυτοκτονιών.
Τα τελευταία επίσημα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, όπως αυτά αναλύθηκαν από το Παρατηρητήριο Αυτοκτονιών του Κέντρου Ημέρας για την Πρόληψη της Αυτοκτονίας, σχετικά με τις αιτίες θανάτου στην Ελλάδα υποδεικνύουν αύξηση των αυτοκτονιών, της τάξεως του 8,5%, για το έτος 2017. Συγκεκριμένα, ο αριθμός των αυτοκτονιών για το 2017 ανήλθε στους 523 θανάτους σε σχέση με το προηγούμενο έτος όπου είχαν καταγραφεί 484. Κατά τα έτη 2010 – 2017 έχουν καταγραφεί τουλάχιστον 4.000 αυτοκτονίες.
Πάντως όπως εκτιμούν οι ερευνητές εκτιμάται στην πραγματικότητα οι αυτοκτονίες είναι πολύ περισσότερες αυτών που καταγράφονται, ενώ δεν υπάρχουν καθόλου στοιχεία για τις μη θανατηφόρες απόπειρες, οι οποίες υπολογίζεται ότι είναι σχεδόν 25 φορές περισσότερες των καταγεγραμμένων αυτοκτονιών.
ΧΙΛΙΑΔΕΣ ΚΛΗΣΕΙΣ
Χιλιάδες είναι οι κλήσεις και οι επισκέψεις που έχουν πραγματοποιήσει άνθρωποι που είχαν ανάγκη από βοήθεια σε φορείς που εργάζονται πάνω στην πρόληψη των αυτοκτονιών. Ειδικότερα, από την έναρξη λειτουργίας της 24ωρης Γραμμής Παρέμβασης για την Αυτοκτονία (1018),
το 2007, η γραμμή έχει δεχτεί περισσότερες από 220.000 κλήσεις. Το 2019 έγιναν 19.722 κλήσεις, εκ των οποίων 2.369 κλήσεις με αίτημα στο φάσμα της αυτοκτονικότητας, ενώ τo 30% των καλούντων στη Γραμμή το 2018 είχε προηγούμενη ψυχιατρική νοσηλεία.
Επίσης, στο Κέντρο Ημέρας για την Πρόληψη της Αυτοκτονίας, από την ίδρυση του ως τον Αύγουστο του 2020 ζήτησαν βοήθεια 4.022 άτομα και πραγματοποιήθηκαν 29.761 επισκέψεις.
Το 58% των ατόμων που επισκέφτηκαν το Κέντρο Ημέρας ήταν γυναίκες και το 42% άνδρες. Η πλειοψηφία των χρηστών των υπηρεσιών του Κέντρου, κατά την πρώτη τους επίσκεψη, ήταν από 19 έως και 50 ετών, ενώ σχεδόν το 40% των χρηστών των υπηρεσιών δήλωσαν άνεργοι. Τρεις στους τέσσερις χρήστες επισκέφθηκαν το Κέντρο Ημέρας για λιγότερο από ένα χρόνο
COVID KAI AYTOKTONΙΕΣ
Όπως αναφέρει η οργάνωση «Κλίμακα» ο απόηχος της πανδημίας και οι συνέπειες της αποτελούν μία διαδικασία η οποία μπορεί να διαρκέσει για αρκετά χρόνια ακόμη και ο αντίκτυπός της στην ψυχική υγεία και το πεδίο της αυτοκτονίας και των αυτοκαταστροφικών συμπεριφορών παραμένει ακόμη άγνωστος.
«Η επιστημονική γνώση που διαθέτουμε έως τώρα από την εμπειρία προηγούμενων πανδημιών (π.χ. ισπανική γρίπη 1918, ιός Sars 2003) αναδεικνύει την σχέση ανάμεσα του ψυχοπιεστικού αυτού παράγοντα με αύξηση των αισθημάτων φόβου, αδυναμίας, αβοηθησίας και αβεβαιότητας για το μέλλον με την επιβάρυνση του ψυχικού φορτίου των ήδη ευάλωτων ατόμων και την κινητοποίηση ακραίων ψυχοπαθολογικών εκδηλώσεων στον γενικό πληθυσμό. Επιπρόσθετα, κατά την διάρκεια της πανδημίας του κορωνοιού εφαρμόστηκαν στρατηγικές προστασίας της δημόσιας υγείας που δεν είχαν εφαρμοστεί ξανά στον σύγχρονο κόσμο (π.χ. καραντίνα, κοινωνική αποστασιοποίηση) γεγονός που κίνησε το ενδιαφέρον της επιστημονικής κοινότητας σχετικά με τις επιπτώσεις που θα έχουν αυτές στην αύξηση των αυτοκτονιών».
Παρόλα αυτά, σύμφωνα με το Παρατηρητήριο Αυτοκτονιών, δεν παρατηρείται κάποια ιδιαίτερη διαφοροποίηση στις καταγεγραμμένες αυτοκτονίες σε σχέση με τα στοιχεία για το ίδιο διάστημα τα τελευταία χρόνια.
Ωστόσο, την ίδια στιγμή παρατηρείται μείωση της διαθεσιμότητας επαγγελματιών ψυχικής υγείας για τα άτομα με προϋπάρχοντα προβλήματα ψυχικής υγείας, ως συνέπεια της εφαρμογής των διαφόρων μέτρων περιορισμού, γεγονός που αποτελεί μία επιβαρυντική συνθήκη για την πρόσβασή τους στις υπηρεσίες υγείας.
Επίσης, όπως τόνισε μιλώντας στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο επιστημονικός διευθυντής της «Κλίμακας» – ψυχίατρος, Κυριάκος Κατσαδώρος, αυτό που παρατηρήθηκε είναι ένας τετραπλασιασμός των κλήσεων στις γραμμές παρέμβασης. «Όλες οι κλήσεις είχαν να κάνουν με την αγωνία αυτών των ανθρώπων, τι θα κάνουν, τι τους συμβαίνει, πώς θα αντιμετωπίσουν μια κατάσταση, είχαν πρακτικά ζητήματα. Ο φόβος για το άγνωστο κινητοποίησε αυτή τη διαδικασία και έπαιξε έναν πολύ σημαντικό ρόλο και πάντα παίζει. Ο φόβος για το άγνωστο είναι το μεγαλύτερο κομμάτι που μπορεί κάποιος να αντιμετωπίσει», σημειώνει ο κ. Κατσαδώρος.