Τον καιρό εκείνο ήμουν επιστημονικός βοηθός στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου του Μαινζ της Γερμανίας. Ετοιμάζαμε την Ορθόδοξο Ακαδημία.
Βασικός συμπαραστάτης μας ήταν ο διαπρεπής θεολόγος Eberhard Müller, συνιδρυτής και διευθυντής της Ακαδημίας του Bad Boll, κοντά στη Στουτγάρδη, της πρώτης στον κόσμο Ακαδημίας του νέου αυτού τύπου των Εκκλησιαστικών Ιδρυμάτων, που, όπως ομολογούσε ο ίδιος, έχουν ως πρότυπο την Ακαδημία του Πλάτωνα. Οι γνώσεις του για την Ορθοδοξία ήταν ελάχιστες. Τον ενθάρρυνα λοιπόν να επισκεφθεί την Κρήτη και πρότεινα στον μακαριστό επίσκοπο Κισάμου και Σελίνου Ειρηναίο να τον προσκαλέσει. Ο Μύλλερ ανταποκρίθηκε στην επίσημη πρόσκληση και ήρθε στο Καστέλι με τη σύζυγό του Εύα και μερικά από τα 10 παιδιά τους. Από Έκθεσή του με ημερομηνία 5 Σεπτεμβρίου 1962, την οποία υπέβαλε σε πολλές εκκλησιαστικές και πολιτικές Υπηρεσίες, παραθέτω σε μετάφραση μερικά χαρακτηριστικά αποσπάσματα, με αφορμή το μνημόσυνο του σεβάσμιου Γέροντα (στο Καστέλι, 26.4.2015):
«Προσκεκλημένος του Επισκόπου Κισάμου Κρήτης Ειρηναίου, ήμουν τον Αύγουστο 1962 συνολικά 14 ημέρες στην Κρήτη. Σχεδόν κάθε μέρα έκανα με τον Επίσκοπο Ειρηναίο επισκέψεις… (αναφέρει σειρά συναντήσεων).
Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις έκαμα σύντομες ή εκτενέστερες ομιλίες προς τους παρόντες ή συζητήσεις, με τη βοήθεια μεταφραστή. Τις εντυπώσεις μου από αυτές τις συναντήσεις θα ήθελα να συνοψίσω ως ακολούθως:
Η Δυτική Κρήτη, στην οποία περιορίζονται σχεδόν αποκλειστικώς οι εντυπώσεις μου, είναι ακόμη γερά δεμένη με παραδόσεις παλαιών γενεών. Ως πλέον θετικό διαπιστώνεται η ισχυρή εκκλησιαστικότητα, που εκφράζεται κυρίως στο μεγάλο σεβασμό προς τον Επίσκοπο. Σημαντική ήταν η συμμετοχή σε ενοριακές συνάξεις, όπως και στον εκκλησιασμό. Ο επισκέπτης διαπιστώνει τις εντυπωσιακές κοινωνικές παραδόσεις, π.χ. τη διαμορφωμένη με σταθερά έθιμα φιλοξενία, η οποία οδηγεί στο συμπέρασμα ότι αυτός είναι ο τόπος αρχαιότατου πολιτισμού, οι κάτοικοι του οποἰου διατήρησαν τις κοινωνικές παραδόσεις τους ακόμη και σε πτώχευση αιώνων. Ως αρνητικό πρέπει να σημειωθεί εν προκειμένω, το ότι προφανώς οι άνθρωποι εργάζονται κατ’ ουσία με γεωργικές μεθόδους, που παραμένουν επί χιλιετίες σχετικά αμετάβλητες.
Κατά τις συζητήσεις με τους απλούς ανθρώπους προκαλεί εντύπωση το ότι παντού θέτουν το ερώτημα μήπως θα μπορούσε να βρεθεί γι’ αυτούς κάποια θέση στη Γερμανία. Ιδιαίτερα μεταξύ των ανδρών μέσης και νεώτερης ηλικίας κυριαρχεί ευρέως η πεποίθηση, πως δεν μπορεί να καταφέρει κανείς τίποτε στην Κρήτη…
Η εντύπωσή μου για τους ανθρώπους της Κρήτης εἰναι ότι πρόκειται κατά το πλεἰστον για πολύ ευφυείς, εν μέρει εξαίρετους ανθρώπους. Αυτό ισχύει κατά πρώτον για τον ίδιο τον Επίσκοπο Ειρηναίο. Χωρίς αμφιβολία είναι μια προσωπικότητα, που σπάνια έχω συναντήσει στους οικουμενικούς κύκλους. Αυτός συνδυάζει την ικανότητα από στήθους ομιλίας προσιτής στον απλό λαό με θεμελιωμένη εξηγητική μόρφωση και μεγάλη κατανόηση και ενδιαφέρον για τα προβλήματα της σύγχρονης εξέλιξης.
Με τη βοήθεια μεταφραστών παρακολούθησα κηρύγματα και ομιλίες του σε ενοριακές εκδηλώσεις και μού προξένησε βαθιά εντύπωση το με ποια αμεσότητα, πρωτοτυπία και πνευματική θέρμη λέγει στο λαό του το βιβλικό μήνυμα και την αλήθεια για την τωρινή του κατάσταση. Ο Επίσκοπος Ειρηναίος… έχει αποκτήσει ήδη… εξέχον κύρος στην Επισκοπή του, αλλά και πέραν αυτής, όπως γνωρίζω από συζητήσεις με ανθρώπους όλων των τάξεων. Αυτό το κύρος απολαμβάνει όχι μόνον μεταξύ του απλού λαού, πού σηκώνεται παντού όταν περνά (με το αυτοκίνητο) από τα χωριά· το απολαμβάνει προ παντός μεταξύ των διανοουμένων, πού αναγνωρίζουν σ’ αυτόν μια προοδευτική, δυναμική, ηγετική προσωπικότητα, προσηλωμένη στον έμπρακτο βίο. Και όμως στον εν γένει τρόπο της ζωής του ο Επίσκοπος Ειρηναίος διακρίνεται για μια μεγάλη προσωπική μετριοφροσύνη. Η εντύπωση που σχηματίζει έτσι κανείς, είναι ότι ήδη, με εν μέρει πολύ λιτά μέσα και μεγάλη προσωπική παρέμβαση, αρχίζει ένα μεταρρυθμιστικό έργο ολόκληρου του λαού, στο κέντρο του οποίου βρίσκεται ο ίδιος ο Επίσκοπος Ειρηναίος.
Ο Επίσκοπος Ειρηναίος κατάγεται από ένα κρητικό αγροτικό σπίτι και, όπως διαπιστώνει κανείς από όλες τις συζητήσεις, φλέγεται από την αγάπη προς τους φτωχούς ανθρώπους του λαού του, στους οποίους θέλει να δείξει τον δρόμο προς ένα καλύτερο μέλλον, χωρίς εγκατάλειψη της πατρίδας των. Ο Επίσκοπος Ειρηναίος έχει επἰσης μεγάλη οικουμενική ευρύτητα και προκαλεί από κάθε άποψη την εντύπωση μιας επισκοπικής προσωπικότητας υπό την καλύτερη σημασία του όρου. Αυτό φυσικά δεν τον εμποδίζει να δίδει στους ανθρώπους του ένα πρότυπο και σωματικής εργασίας. Είδα π.χ. πως ο ίδιος και ο κλήρος του ανέβαζαν στη στέγη ντενεκέδες με μπετόν κατά το χύσιμο της τσιμεντένιας σκεπής μιας νέας Τεχνικής Σχολής.
Επειδή η σκεπή έπρεπε να χυθεί χωρίς διακοπή και δεν υπήρχε κανενός είδους γερανός, είχε συγκεντρώσει από όλη την περιοχή περί τους 70 βοηθούς – εθελοντές, που, έχοντας ως πρότυπο τον Επίσκοπο, εργάσθηκαν με μεγάλο ενθουσιασμό. Κατά το κήρυγμα σε μια ενοριακή σύναξη μίλησε ο Επίσκοπος Ειρηναίος για παρατηρήσεις του σχετικές με την οικονομική, ιδιαίτερα την αγροτική ζωή στην Ολλανδία και στην Ελβετία και αναφέρθηκε ιδιαίτερα στο πόσο σκληρά εργάζονται εκεί, προκειμένου να έχουν αποτελέσματα. Προφανώς, ο Επίσκοπος Ειρηναίος δεν ανήκει σε κείνους πού αναμένουν κατά πρώτο λόγο βοήθεια από το εξωτερικό, αλλά σε κείνους που βάζουν πρώτοι το χέρι τους και θέλουν να κερδίσουν έτσι το λαό τους. Στον παρατηρητή προκαλεί ανησυχία μόνο το ότι ο Επίσκοπος Ειρηναίος εργάζεται ακατάπαυστα μέρα και νύχτα και με τα 52 χρόνια του ίσως να μην αντέξει να ολοκληρώσει το μεταρρυθμιστικό έργο του» (μεταφράζω αυτό το σημείο σήμερα, 2 Αυγούστου 2012, και συλλογιέμαι: Ο συγγραφέας του κειμένου αυτού απήλθεν εκ του κόσμου τούτου στις 11 Ιανουαρίου 1989, ενώ ο τότε 52χρονος έχει περάσει κιόλας τα 100, είναι με τη χάρη του Θεού μια χαρά ακόμη και έχει αφήσει πίσω του πράματα και θάματα, που δεν μπορούσε να χωρέσει τότε ούτε η δική του φαντασία, ούτε εκείνη του Μύλλερ! – μηδένα πρό του τέλους… προδίκαζε!).
(Από το βιβλίο: Αλέξανδρος Κ. Παπαδερός, ΜΕ ΤΟΝ ΚΙΣΑΜΟΥ ΚΑΙ ΣΕΛΙΝΟΥ ΕΙΡΗΝΑΙΟΝ ΕΠΙ ΤΡΑΧΕΙΑΣ ΟΔΟΥ)