Ότι Συ ει η ανάστασις, η ζωή και η ανάπαυσις πάντων των κεκοιµηµένων ευσεβώς ορθοδόξων χριστιανών
Τι είναι το Ψυχοσάββατο λοιπόν και πόσα Ψυχοσάββατα έχει η Εκκλησία µας; κάθε Σάββατο είναι αφιερωµένο στους κεκοιµηµένους. Όπως η Κυριακή είναι η ηµέρα της Αναστάσεως του Κυρίου, έτσι και το Σάββατο είναι η ηµέρα των κεκοιµηµένων, για να τους µνηµονεύουµε και να έχουµε (επί)κοινωνία µαζί τους. Τα δύο όµως Ψυχοσάββατα τιµώνται από τους πιστούς, το Σάββατο πριν από την Κυριακή της Απόκρεω, και το Σάββατο της Πεντηκοστής .
Το Ψυχοσάββατο πριν από την Κυριακή της Απόκρεω έχει το εξής νόηµα. Η εποµένη ηµέρα είναι αφιερωµένη στη ∆ευτέρα Παρουσία του Κυρίου. Εκείνη τη φοβερή ηµέρα κατά την οποία όλοι θα σταθούµε µπροστά στο θρόνο του µεγάλου Κριτή. Για το λόγο αυτό µε το Μνηµόσυνο των κεκοιµηµένων ζητούµε από τον Κύριο να γίνει ίλεως και να δείξει την συµπάθεια και την µακροθυµία του, όχι µόνο σε µας αλλά και στους προαπελθόντας αδελφούς, και όλους µαζί να µας κατατάξει στην Επουράνια Βασιλεία Του.
Στην γιορτή λοιπόν της αγίας Πεντηκοστής, οι χριστιανοί (την παραµονή) προσεύχονται για τους αδερφούς τους που έχουν φύγει από αυτόν τον κόσµο και έχουν περάσει στην κατάσταση που προσδιορίζεται µόνον από την παρουσία του Χριστού. Με το δεύτερο Ψυχοσάββατο διατρανώνεται η πίστη µας για την καθολικότητα της Εκκλησίας, της οποίας την ίδρυση και τα γενέθλια (επί γης) γιορτάζουµε κατά την Πεντηκοστή. Μέσα στη µία Εκκλησία περιλαµβάνεται η στρατευοµένη εδώ στη γη και η θριαµβεύουσα στους ουρανούς.
Ο λόγος που τα καθιέρωσε η Εκκλησία µας, παρ ότι κάθε Σάββατο , όπως προείπαµε είναι αφιερωµένο στους κεκοιµηµένους είναι ο εξής: Επειδή πολλοί κατά καιρούς απέθαναν µικροί σε ηλικία η στην ξενιτιά η στην θάλασσα η στα όρη και τους κρηµνούς η και µερικοί, λόγω πτώχειας, δεν αξιώθηκαν των διατεταγµένων µνηµόσυνων, «οι θείοι Πατέρες φιλανθρώπως κινούµενοι εθέσπισαν το µνηµόσυνο αυτό υπέρ πάντων των απ αιώνος ευσεβώς τελευτησάντων Χριστιανών». Συγχρόνως δε, ενθυµούµενοι και εµείς τον θάνατο, «διεγειρόµεθα προς µετάνοιαν ».
Για την ιστορία και µόνο ας γνωρίζουµε ότι «Η καθιέρωσης του Σαββάτου προ των Απόκρεω ως Ψυχοσάββατου εγένετο µάλλον κατ’ αποµίµηση του Σαββάτου προ της Πεντηκοστής, ως µόνου προϋπάρχοντος».
Η ωφέλεια από τα µνηµόσυνα’
Ο Χριστός “επεξηγώντας” στους Σαδδουκαίους το µυστήριο της αναστάσεως των νεκρών έλεγε ότι είναι Θεός του Αβραάµ, του Ισαάκ και του Ιακώβ και “ούκ έστιν Θεός νεκρών, αλλά ζώντων” (Ματθ. 22, 32). Αυτή την διδαχή του Χριστού ακολουθώντας η Εκκλησία και παρακαλεί και ικετεύει. “∆έξου Κύριε δεήσεις και ικεσίες και ανάπαυσε όλους τους γονείς, τους αδερφούς, τα τέκνα όλων και κάθε άνθρωπο, όλους όσους έχουν πεθάνει, στην αγκαλιά του Αβραάµ, του Ισαάκ και του Ιακώβ…”. Την µεγαλύτερη ωφέλεια στους νεκρούς την προξενεί η τέλεση της θείας ευχαριστίας στη µνήµη τους, γιατί τότε, µε τις µερίδες τους στο άγιο δισκάριο, «ενώνονται αόρατα µε το Θεό και επικοινωνούν µαζί Του και παρηγορούνται και σώζονται και ευφραίνονται εν Χριστώ» (άγιος Συµεών Θεσσαλονίκης).
Ο Απόστολος Παύλος αναφέρει για τον Ονήσιµο πού είναι ήδη νεκρός, στην Β’ προς Τιµόθεον επιστολή: «Είθε ο Κύριός µας Ιησούς Χριστός να δώσει να βρει έλεος από τον Κύριο και Πατέρα την ηµέρα εκείνη τις ∆ευτέρας Παρουσίας» (Β’ Τιµ. 1,18).
Υπάρχουν λοιπόν σαφή χωρία της Αγίας Γραφής που αναφέρονται στην προσευχή υπέρ των κεκοιµηµένων.
Γι’ αυτό και τα µνηµόσυνα συναντώνται από τούς πρώτους αιώνες στη ζωή της Εκκλησίας µας. Και τούτο, διότι, όπως γράφει ο Απόστολος Παύλος, ζωντανοί και νεκροί είµαστε «σώµα Χριστού και µέλη εκ µέρους» (Α’ Κορ. 12,27).
Έτσι λοιπόν το Ψυχοσάββατο, εκτός από την πνευµατική του πλευρά, που είναι και η σηµαντικότερη (ότι µνηµονεύονται υπέρ αναπαύσεως στην εκκλησία οι κεκοιµηµένοι ), έχει και µια άλλη σηµαντική πλευρά, παραγνωρισµένη. Μας συνδέει µε τους προγόνους µας και µε τους δικούς µας που έφυγαν πρόσφατα από τούτη τη γη, µεταξύ των οποίων και στενούς συγγενείς, κι εκείνους που έφυγαν πρόωρα, και τους παλιούς φίλους µας, καθώς και µε τους απανταχού την οικουµένη Χριστιανούς , όπου η φυγή τους σηµάδεψε την καρδιά µας για πάντα – ή µάλλον όχι «για πάντα», αλλά µέχρι να πάµε κι εµείς εκεί, να τους συναντήσουµε, όπως ευχόµαστε, µέσα στο θείο και ανέσπερο Φως.
Σε όλες τις θείες Λειτουργίες αναφέρονται ευχές για τους κεκοιµηµένους. Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστοµος αναφέρει σχετικά: «∆εν νοµοθετηθήκαν αυτά τυχαία από τούς θείους Αποστόλους, το να θυµούµαστε δηλαδή αυτούς πού έφυγαν από τη ζωή αυτή κατά την διάρκεια των φρικτών µυστηρίων, γνωρίζουν ότι από αυτό προκύπτει πολύ κέρδος, µεγάλη ωφέλεια» (ΕΠΕ 21,440). Η θεία Ευχαριστία και η συµµετοχή των πενθούντων στην θεία κοινωνία κατά την τέλεση των µνηµοσύνων ευχαριστεί τις ψυχές, κυρίως διότι έτσι δείχνεται ότι έχει ήδη γίνει πραγµατικότητα γι’ αυτούς, τους πενθούντας δηλαδή, ότι ο άφρονας πλούσιος παρεκάλεσε τον Αβραάµ για τα αδέλφια του. Να στείλει δηλαδή τον Λάζαρον να ειπεί στα αδέλφια του να µετανοήσουν. Η ιδική µας χριστιανική ζωή, η ζωή σύµφωνα µε το θέληµα του Θεού, ασφαλώς ευχαριστεί τους κεκοιµηµένους προσφιλείς µας, αλλά κάνει και τις προσευχές µας να εισακούονται από τον Θεόν καλύτερα, γιατί ενώ «αµαρτωλών ο Θεός ουκ ακούει», «πολύ ισχύει δέησις δικαίου ενεργουµένη» ( Ιακώβου Ε΄ 16).
Ο ιερός ∆αµασκηνός, τονίζει και το εξής «ο Θεός βούλεται ίνα υπ’ αλλήλων οι πάντες ευεργετούµεθα και ζώντες και µετά θάνατον», αφού προσφέρουµε Χριστόν «έσφαγιασµένον υπέρ των ηµετέρων αµαρτηµάτων έξιλεούµενοι υπέρ αυτών και ηµών τον φιλάνθρωπον Θεόν», όπως τονίζει και ο άγιος Κύριλλος Ιεροσολύµων.
Μη λησµονούµε τους κεκοιµηµένους,
Ότι Συ ει η ανάστασις, η ζωή και η ανάπαυσις πάντων των κεκοιµηµένων ευσεβώς ορθοδόξων χριστιανών, βασιλέων, πατριαρχών, αρχιερέων, ιερέων, ιεροµονάχων, ιεροδιακόνων, µοναχών, πατέρων, προπατόρων, πάππων, προπάππων, γονέων, συζύγων, τέκνων, αδελφών και συγγενών ηµών εκ των απ’ αρχής και µέχρι των εσχάτων, και υπέρ του συγχωρηθήναι αυτοίς παν πληµµέληµα εκούσιόν τε και ακούσιον. Χριστέ ο Θεός ηµών και Σοι την δόξαν αναπέµποµεν, συν τω ανάρχω σου Πατρί, και τω παναγίω, και αγαθώ και ζωοποιώ σου Πνεύµατι, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων.
Αιωνία η µνήµη, Αιωνία η µνήµη, Αιωνία η µνήµη.
* O π. Μελχισεδέκ Αµπελικάκης είναι αρχιµανδρίτης του Οικουµενικού Θρόνου