Ἐπιστολογράφος τῶν “Χ.Ν.” (3.8.2018) ἀνάμεσα σὲ σκέψεις του γιὰ τὸ «ἐκπαιδευτικό σύστημα» παρενέβαλε παρατηρήσεις (χωρὶς εὐθέως νὰ τὸ ἀναφέρει) σὲ ἄρθρο μου ποὺ εἶχε δημοσιευτεῖ λίγες ἡμέρες ἐνωρίτερα (Χ. Ν. 28.7.2018, 26). Ὁ βασικὸς ἰσχυρισμός του ἦταν ὅτι δὲν ὑπάρχουν λέξεις «προελληνικές», ὅπως εἶχα γράψει ἀναφερόμενος στὴν προέλευση ὀνομάτων ἐκ τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς Μυθολογίας. Ὡς παράδειγμα δὲ χρησιμοποίησε τὸ ὄνομα τῆς θεᾶς Ἀφροδίτης (διορθώνοντάς με καὶ) λέγοντας ὅτι δὲν εἶναι προελληνικό, ἀλλὰ προέρχεται ἀπὸ τὴ λέξη «ἀφρός».
Ἡ ἄποψη αὐτὴ δὲν εἶναι ἐπινόηση τοῦ ἐπιστολογράφου. Ἤδη ἀπὸ τὴν ἀρχαιότητα ὑπῆρχε ἡ σχετικὴ ἀντίληψη. Στὸ Διάλογο δηλαδὴ «Κρατύλος ἢ περὶ ὀνομάτων ὀρθότητος» ὁ Πλάτων παρουσιάζει τὸν Σωκράτη νὰ ἀπαντᾶ σὲ ἐρωτήσεις τοῦ Ἑρμογένους σχετικὲς μὲ τὴν προέλευση τῶν λέξεων. Σὲ γενικὲς γραμμὲς θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε ὅτι βλέπει τὸ συγκεκριμένο θέμα μὲ τὴν ἰδιότητα τοῦ φιλοσόφου καὶ ὄχι τοῦ γλωσσολόγου. Παραθέτω τὸ σημεῖο στὸ ὁποῖο ἀναφέρεται τὸ ὄνομα τῆς Ἀφροδίτης:
«Ἑρμογένης. Τί σημαίνει Διόνυσος καὶ Ἀφροδίτη;
Σωκράτης. Καλὸ παιδὶ τοῦ Ἱππονίκου, μὲ ρωτᾶς μεγάλα πράγματα. Διότι τὰ ὀνόματα αὐτὰ ἀποδόθηκαν στοὺς θεοὺς αὐτοὺς κατὰ δύο τρόπους, καὶ σοβαρῶς καὶ παίζοντας (μὲ παιγνιώδη διάθεση). Γιὰ τὸν σπουδαῖο (τρόπο) πήγαινε νὰ ρωτήσεις ἄλλον· τὸν παιγνιώδη τίποτε δὲν μὲ ἐμποδίζει νὰ σοῦ τὸν ἐξηγήσω. Οἱ θεοὶ δηλαδὴ εἶναι φιλοπαίγμονες, διότι καὶ ὁ Διόνυσος θὰ μποροῦσε νὰ θεωρηθεῖ ὅτι εἶναι ὁ “δίδων” τὸν “οἶνον” καὶ μὲ ἀστεία λέξη ὀνομάζεται “Διδοίνυσος”, καὶ ὁ “οἶνος” ὅτι κάνει πολλοὺς ἀπὸ ὅσους τὸν πίνουν νὰ νομίζουν ὅτι ἔχουν νοῦ, ἐνῶ δὲν ἔχουν, καὶ θὰ ἦταν δίκαιο νὰ ὀνομαστεῖ “οἰόνους”. Ὅσο γιὰ τὴν Ἀφροδίτη, δὲν ἁρμόζει νὰ ἀντικρούσουμε τὸν Ἡσίοδο, ἀλλὰ νὰ συμφωνήσουμε μὲ τὴ γνώμη του ὅτι ὀνομάστηκε “Ἀφροδίτη” διότι γεννήθηκε ἀπὸ τὸν “ἀφρὸ”» («διὰ τὴν ἐκ τοῦ ἀφροῦ γένεσιν “Ἀφροδίτη” ἐκλήθη». Πλάτωνος Κρατύλος, 406d. Γιὰ τὴν ἀναφορὰ στὸν Ἡσίοδο βλ. «Θεογονία», 191-198).
«Φιλοπαίγμονες» οἱ θεοὶ κατὰ τὸν Σωκράτη, δὲν ὑστεροῦσε ὅμως καὶ ὁ ἴδιος σὲ φιλοπαιγμοσύνη, ὅπως ἐξ ἄλλου μπορεῖ κάθε ἐνδιαφερόμενος νὰ διαπιστώσει διαβάζοντας τὸν «Κρατύλο». Ἐδῶ νὰ προσθέσω μόνο (ἐπειδὴ ὁ ἐπιστολογράφος συνέδεσε τὸ ὄνομα «Ἅδης» μὲ τὴ λέξη «ἁδηφάγος» γράφοντας «Αδηφάγος είναι ο Άδης που τρώγει ό,τι θνητό και φθαρτό») ὅτι κατὰ τὸν Σωκράτη «τὸ ὄνομα “Ἅδης” πολὺ ἀπέχει ἀπὸ τὸ νὰ σημαίνει “ἀειδής”· πολὺ περισσότερο ἀπὸ τὸ ὅτι γνωρίζει ὅλα τὰ ὡραῖα φαίνεται νὰ ὀνομάστηκε ἀπὸ τὸν νομοθέτη “Ἅδης”» (Κρατύλος 404b) – δὲν βρίσκει δηλαδὴ καμιὰ σχέση μὲ τὴν ἁδηφαγία. Ἁπλῶς ἔχουμε καὶ ἐδῶ μιὰ ἀκόμη περίπτωση παρετυμολογίας (μὲ τὴν εὐκαιρία σημειώνω ὅτι γιὰ τὴν προέλευση καὶ τὴ σημασία τῆς λέξης ὑπάρχουν διιστάμενες ἀπόψεις, καμιὰ ἀπὸ τὶς ὁποῖες δὲν ἔχει σχέση μὲ «ἁδηφαγία». Τὴν ἐπισήμανση αὐτὴ εἶχα κάμει καὶ γιὰ ἄλλα ὀνόματα).
Το ἴδιο (παρετυμολογία) ἰσχύει καὶ γιὰ τὸ ὄνομα τῆς Ἀφροδίτης. Ὅσοι βέβαια μιλοῦν γιὰ σχέση του μὲ τὴ λέξη «ἀφρὸς» πρέπει πρῶτα νὰ ἐξηγήσουν ἀπὸ ποῦ προῆλθε τὸ δεύτερο μισὸ τοῦ ὀνόματος. Ἄν τὸ συσχετίσουν μὲ τὸ ρῆμα «δύω», ἀφ’ ἑνὸς πρέπει νὰ γράψουν «Ἀφροδύτη» (μὲ ὕψιλον), ἀφ’ ἑτέρου θὰ ἔρθουν σὲ σύγκρουση μὲ τη σημασία τοῦ ρήματος αὐτοῦ, ἀφοῦ ἐσήμαινε «βυθίζομαι, βουτῶ, εἰσέρχομαι» – ἐνῶ ἡ θεὰ «ἀνεδύθη», κατὰ τὸν μύθο, ἀπὸ τὴ θάλασσα. Ἐπὶ πλέον, καὶ ἐπειδὴ δὲν ἀποδέχονται τὴν ὕπαρξη στὸ λεξιλόγιό μας προελληνικῶν λέξεων, νὰ προσδιορίσουν τὴν ἐτυμολογία τῆς λέξης «ἀφρός», ἡ ὁποία ἐπίσης εἶναι προελληνική, ἄγνωστης ἐτυμολογίας. Ἐννοεῖται ὅτι δὲν πρόκειται γιὰ προσωπική μου ἄποψη· αὐτὸ ὑποστηρίζεται ἀπὸ τοὺς γλωσσολόγους – τῶν ὁποίων τὴ γνώμη πρέπει τουλάχιστον νὰ ἀκοῦμε καί, στὸ βαθμὸ ποὺ οἱ γνώσεις μας εἶναι κατάλληλες, νὰ τοὺς ἐλέγχουμε τεκμηριώνοντας τὴν ἄποψή μας.
Παραθέτω σύντομη περικοπὴ ἀπὸ τὴν «Συνοπτική Ιστορία της Ελληνικής Γλώσσας» τοῦ Γ. Μπαμπινιώτη (ἔκδ. 2015).
«Η υπόθεση για την ύπαρξη Προελλήνων και προελληνικού υποστρώματος απασχόλησε από πολύ νωρίς τους ερευνητές, αρχαιολόγους και γλωσσολόγους.
Η ερμηνεία μνημείων της αρχαιότητας που η μορφή τους δεν εντάσσεται στην καλλιτεχνική έκφραση της εποχής στην οποία ανήκουν, όπως και η ερμηνεία γλωσσικών στοιχείων που δεν εξηγούνται από την ίδια την ελληνική ή από άλλες ΙΕ [=Ινδοευρωπαϊκές] γλώσσες ούτε ως δάνεια από τη γλώσσα γειτονικών λαών, οδηγούν αντιστοίχως τους αρχαιολόγους και τους γλωσσολόγους στην παραδοχή καλλιτεχνικού και γλωσσικού υποστρώματος (…).
Έτσι στην αρχαία Ελληνική απαντούν πολλές λέξεις που δεν μπορούν να ετυμολογηθούν από την ΙΕ γλωσσική παράδοση και που ανάγονται σε προελληνικό υπόστρωμα». Γιὰ παράδειγμα ἀναφέρει τὶς λέξεις Ἀθήνη (=Ἀθηνᾶ), δάφνη, θάλασσα. Παραθέτει δὲ καὶ σύντομο κατάλογο προελληνικών λέξεων. Παραδείγματα: Ζάκυνθος, Λαβύρινθος, Κνωσ(σ)ός, Ρέθυμνος, Κρήτη, Ἀχιλλεύς, Ἄρτεμις, Ἀφροδίτη, Ἥφαιστος, πύργος, γέφυρα, σίδηρος, χαλκός, θεός, κιθάρα, κίνδυνος, ξίφος, δοῦλος, εἰρήνη.
Προσθέτω μία ἀκόμη περικοπή:
«Όταν λέμε ετυμολογία, εννοούμε την “επιστημονική ετυμολογία”, δηλ. την επιστημονική ερμηνεία των φωνολογικών και σημασιολογικών εξελίξεων των λέξεων βάσει των διδαγμάτων της Ιστορικοσυγκριτικής γλωσσολογίας. Σε αυτού του είδους την ερμηνεία των λέξεων αντιτίθεται η παρετυμολογία ή “λαϊκή ετυμολογία” (…) των αρχαίων, μεσαιωνικών και άλλων γραμματικών, ήτοι εκείνη η εξήγηση της αρχικής προελεύσεως των λέξεων, η οποία στηρίζεται σε επιφανειακές ή υστερογενείς μορφικές ομοιότητες, σε παρασυνδέσεις και αυθαίρετες ερμηνείες των φθόγγων που δεν συμφωνούν με τις μορφές που υποθέτουν ως αρχικές» (σελ. 69-71).
Καὶ στὴν «Ἱστορία τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους» (Ἐκδοτικὴ Ἀθηνῶν, τόμ. Α, 1971, 356) ἀναφέρεται ὡς εἰσαγωγικὴ παρατήρηση:
«Τρίτος κλάδος [τῆς γλωσσολογίας] ἄρχισε νὰ καλλιεργῆται ἀπὸ τὴ στιγμὴ ποὺ ἔγινε φανερὸ ὅτι λέξεις τῆς ἑλληνικῆς καὶ ὀνόματα θεῶν καὶ ἡρώων τῶν Ἑλλήνων, καθὼς καὶ τόπων τοῦ ἑλληνικοῦ χώρου εἶναι κατάλοιπα ἀπὸ γλῶσσες ποὺ μιλήθηκαν πρὶν ἀπὸ τὴν ἄφιξη τῶν ἑλληνογλώσσων ὁμάδων. Ἔτσι ξεκίνησε ἡ ἀναζήτηση προελληνικῶν γλωσσικῶν καὶ ἐθνικῶν ὑποστρωμάτων ποὺ βαθμιαῖα διευρύνθηκε σὲ ἔρευνα τῆς γλωσσικῆς καὶ ἐθνικῆς στρωματογραφίας τῶν χωρῶν γύρω ἀπὸ τὴ Μεσόγειο, στὸ ἐσωτερικὸ τῆς Εὐρώπης καὶ στὴν Ἀνατολὴ πρὶν ἀπὸ τὴ διάδοση τῶν πρώτων ἱστορικῶν γλωσσῶν. Τέλος ὡρισμένες ἐτυμολογίες ὀνομάτων ἐθνῶν, θεῶν, μυθικῶν προσώπων, μποροῦν νὰ ὁδηγήσουν σὲ συμπεράσματα γιὰ τὴν καταγωγὴ καὶ τὶς συγγένειες τῶν ὁμάδων ποὺ εἶναι φορεῖς αὐτῶν τῶν ὀνομάτων» (συγγραφέας ὁ καθηγητὴς Πανεπιστημίου Μιχαὴλ Β. Σακελλαρίου). Περιορίζομαι σὲ αὐτά.
Ἐπανέρχομαι στὴν ἐπιστολὴ ποὺ προανέφερα, στὴν ὁποία διάβασα καὶ τὴ φράση «Δεν υπάρχουν προελληνικές [λέξεις] στα αρχαία – αρχαία ελληνικά. Οι λέξεις έχουν την σημασία που ήθελαν να τους προσδώσουν οι Έλληνες». Τὸ δεύτερο τμῆμα της δηλώνει ὅτι ἡ σημασία τῶν λέξεων δὲν ἔχει σχέση μὲ τὴ ρίζα τους ἀλλὰ ὅτι εἶναι προϊὸν αὐθαίρετης ἐπιλογῆς – εἶναι αὐτὴ «ποὺ ἤθελαν οἱ Ἕλληνες». Ὡς πρὸς τὸ πρῶτο τμῆμα, δὲν ξέρω ποιά εἶναι ἡ ἔννοια τοῦ «αρχαία – αρχαία ελληνικά». Πρόκειται γιὰ φράση ἄγνωστη στὴν ἐπιστημονικὴ ὁρολογία. Ἀνεξάρτητα πάντως ἀπὸ τὸ τυπικὸ μέρος, ἡ οὐσία βρίσκεται στο ὅτι μὲ τὴν ἐπικοινωνία τῶν ἀνθρώπων εἴτε ὡς ἀτόμων εἴτε ὡς ὁμάδων (λαῶν, ἐθνῶν κ.λπ.) εἶναι ἀπολύτως φυσιολογικὴ ἡ μετάγγιση καὶ στοιχείων πολιτισμοῦ, ὅπως εἶναι ἡ γλώσσα, ἀπὸ τὴ μιὰ πλευρὰ στὴν ἄλλη καὶ ἀντιστρόφως. Τὸ νὰ ἐπιχειρεῖται συσκότιση τοῦ θέματος αὐτοῦ προκειμένου νὰ ὑποστηριχτεῖ κάποιας μορφῆς «καθαρότητα» ἀφ’ ἑνὸς ἐκθέτει ὅσους ἀκολουθοῦν αὐτὴν τὴ γραμμή, ἀφ’ ἑτέρου δὲν ὑπηρετεῖ τὴν ἀλήθεια.
Ὑπάρχει, βέβαια, καὶ τὸ ἄλλο θέμα: εἶναι ἄραγε ἀρνητικὸ στοιχεῖο γιὰ μιὰ γλώσσα τὸ νὰ ἔχει δεχτεῖ στὸ λεξιλόγιό της λέξεις ἀπὸ ἄλλες γλῶσσες; Διότι δὲν πρέπει νὰ λησμονοῦμε ὅτι αὐτὸ εἶναι μία ἀπὸ τὶς πηγὲς ποὺ ἐμπλουτίζουν τὸ λεξιλόγιο. Εἶναι δὲ γνωστὸ ὅτι στὴ γλώσσα μας ἔχουν εἰσαχθεῖ κατὰ καιροὺς ἑκατοντάδες καὶ χιλιάδες λέξεις, οἱ ὁποῖες ὅμως ὑποτάχτηκαν στοὺς νόμους ποὺ αὐτὴ ἔχει. Καὶ τὶς χρησιμοποιοῦμε χωρὶς ἴσως νὰ γνωρίζουμε τὴν προέλευσή τους. Στὴν ἐπιστολὴ ποὺ διάβασα, ἐκτὸς τῶν προελληνικῶν λέξεων ποὺ περιλαμβάνει, συνάντησα καὶ τὶς λέξεις ταμπέλα, ρεκόρ, μπάζα – γιὰ νὰ μὴν ἀναφέρω ἐθνικὰ ὀνόματα ὅπως Γερμανός, Βέλγος, Ὁλλανδός, Βερολίνο, ἑβραϊστί, γερμανικά, ἀγγλικά. Πρέπει νὰ νιώθουμε ἔνοχοι; Νὰ τὸ θεωροῦμε αὐτὸ καταστροφή; Καὶ συγχρόνως νὰ κομπάζουμε γιὰ τὸ ὅτι χιλιάδες ἑλληνικὲς λέξεις ἔχουν διεισδύσει σὲ πλῆθος γλωσσῶν ἀνὰ τὴν ὑφήλιο; (εἶναι βέβαια ἄλλης τάξεως θέμα, καὶ πολὺ σοβαρό, ἡ ἄκριτη καὶ ἀνεξέλεγκτη εἰσβολὴ ξενόγλωσσων στοιχείων ποὺ συμβαίνει στὶς μέρες μας).
Τέλος, θὰ ἤθελα καλοπροαίρετα νὰ ρωτήσω τὸν ἐπιστολογράφο: ποιά εἶναι ἡ σημασία τοῦ ὀνόματος Ἄδωνις; Ποιά εἶναι ἡ «αποστατική πράξη» (sic) τοῦ Κρόνου καὶ γιατί χρησιμοποιήθηκε αὐτὸς ὁ χαρακτηρισμός; Τὰ ἐθνικὰ ὀνόματα (Γερμανός, Ἕλληνας κ.λπ.) προορίζονται γιὰ νὰ δηλώνουν μόνο «γεωγραφικό προσδιορισμό»; Καὶ πῶς μπορεῖ νὰ ἀληθεύει ὁ ἰσχυρισμὸς ὅτι ἕνας μαθητὴς «του 19 στα Αρχαία Ελληνικά» ἔχει ὑποστεῖ «μόνιμη βλάβη στον εγκέφαλο»;
καποιες πελασγικες λεξεις που εχουν καταληξη πχ ινθος η υνθος η ανθος ισως συνδεονται ριζικα με την λεξη ανθος πχ λαβυρινθος λα λαας λιθος και ανθω μεταφορικα δημιουργω ζακυνθος ζα~ ζας~ζευς ισως απο τα 7000 ειδη ανθεων που υπαρχουν στο νησι η λεξη ιακυνθος που ειναι φυτο η λεξη ερυμανθος το ερυμα σημαινει οχυρωμα, οχυρωμενο ανθος μεταφορικα δηλαδη μια Οχηρωμενη κτήση, δημιουργια η αναπτυξη ισως ολες αυτες οι λεξεις συνδεονται. άλλη λεξη Παρνασσός Πάρνηθα κ. Αλλά παρνα στα πελασγικα σημαίνει δάσος ίσως πήρε το όνομά του από την θεό πανα θεότητα που έμενε στο δάσους. προελληνικο ονομα λαρισα.. πιθανος εκ του λα~λας~λαας σημαινει λιθος+ουσιαστικο ‘άρσις ‘ δηλ το σηκωμα η ανυψωση λιθινης κατασκευης…που στα πελασγικα σημαινει φρουριο η ακροπολη
θαλασσα ισως εκ του λασια, λασιος και του αλς λασιος σημαίνει πυκνος και αναλογα σε τι το χρησιμοποιουμε δινουμε και την σημασια μεταφορική του “πολύ” η κυριολεκτικη πχ για δάσος το λασιος δίνει την έννοια του πυκνού μεταφορικά το πολύ. για έναν άνθρωπο με πυκνά μαλλιά η μεταφορικά για την θάλασσα πως περιέχει πολύ αλάτι(λασιο- αλας). Ο Λασιος όπως ειπα σημαινει αυτος που περιεχει η εχει πολυ, ο γεματος μεταφορικα ο πυκνος κυριολεκτικα υπαρχει η περιοχη αλασια στην κυπρο ,την λεξη λασια την συνασταμε πιο πολυ σε νησιωτικες περιοχες του αιγαιου πχ ονομα της ανδρου με το ονομα λασια. αλασια το συνανταμε στην κυπρο ακόμα και Άλασσα για αυτο επιμενω στην ριζα των λεξεων..παμε τωρα στο θαλαττα εκ τους αλς~αλας και του ατταιος..ακταιος παραδειγμα αττικης εκ του ακτικης…. Σύμφωνα με τον Απολλόδωρο και το Πάριο χρονικό ο Κέκροπας μετονόμασε τη χώρα από Ακτική – Αττική οποτε θα μπορουσαμε να το πουμε κατι αντιστοιχω για την λεξη θαλαττα δηλαδη το αλας που περιεχετε στην ακτηη κοντα στις ακτες.
Afro diti = koda – mera (stin allvaniki glosa) = to proino asteri ,pou fenet to proi dhipla sto vengari.