Ο Αρχιεπίσκοπος έφερε σήμερα το πλαίσιο της κατ’ αρχήν συμφωνίας Εκκλησίας-Κράτους στην Ιερά Σύνοδο, και τις επόμενες ημέρες στην Ιεραρχία, όπου αναμένεται να ακουστούν και διαφορετικές φωνές από Μητροπολίτες. Νωρίς το μεσημέρι η Ιερά Σύνοδος εξέδωσε σχετική ανακοίνωση ενώ δηλώσεις στα αθηναικά μέσα ενημέρωσης έκανε και ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος.
«’Αλλο συμφωνία και άλλο πρόθεση να συμφωνήσουμε», δήλωσε ο αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος Ιερώνυμος κατά την έξοδό του από τη συνεδρίαση της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου, σε απάντηση ερώτησης αν υπάρχει λόγος ανησυχίας για τη μισθοδοσία των κληρικών. Μάλιστα, επ’ αυτού σχολίασε: «Ακούω τα ακροάματα από τις τηλεοράσεις, από τις ειδήσεις, και λέω «μα είμαστε στην Ελλάδα ή είμαστε μια ζούγκλα;»»
Εν συνεχεία, ανέφερε ότι «χθες, έγινε μια ανακοίνωση ότι έχουμε μια πρόθεση, καλή διάθεση, ο χώρος της Εκκλησίας με την Πολιτεία να βρούμε λύση σε προβλήματα που χρονίζουν σχεδόν έναν αιώνα. Όλοι τα αντιπαρερχόμεθα και τα συναντάμε μπροστά κάθε ημέρα. Αυτό θέλουμε να κάνουμε, να συμφωνήσουμε. Θα ακολουθηθεί μια διαδικασία. Το πρώτο ήταν η ανακοίνωση. Αυτή μεταφέρθηκε στη Σύνοδο. Το εγκρίνουμε. Από εδώ και πέρα έχουμε να κάνουμε ένα μεγάλο αγώνα. Να πούμε στους ιερείς μας, διότι αυτοί είναι κυρίως που ανησυχούν, ό,,τι είναι να γίνει θα το κάνουμε μαζί, με όλους τις ιερείς θα βρούμε έναν τρόπο και δεν θα κάνουμε ό,τι θέλει ο Αρχιεπίσκοπος ούτε ό,τι θέλει η Σύνοδος, αλλά ό,τι θέλει και εγκρίνει η Ιεραρχία της Εκκλησίας Ελλάδας, η οποία θα συνέλθει και ό,τι θέλει η Πολιτεία, που έδειξε την καλή της διάθεση. Επαναλαμβάνω πώς ό,τι θα κάνουμε, πώς θα γίνει το ταμείο, πώς θα είναι οι λεπτομέρειες, θα είναι μέσα οι ιερείς και χωρίς να υπογράψουν, να συγκατατεθούν, να είμαστε σύμφωνοι, με την έννοια του γενικοτέρου συμφέροντος, όχι των ιερέων μόνον, των αρχιερέων, αλλά του λαού μας, δεν θα γίνει απολύτως τίποτα. Δεν το κάνουμε για να γίνουμε πλουσιότεροι. Το κάνουμε για να βάλουμε μια τάξη σε μερικά πράγματα, επιτέλους».
Ο ίδιος πρόσθεσε ότι «Μιλάνε για ένα πλούτο πολύ μεγάλο κ.λπ. Εμείς λέμε ότι είναι παραμύθι. Πλούτος σαν κάρβουνο που είναι κάπου πεταμένος και το παίρνει όποιος θέλει, ναι. Πλούτος, όμως, που αξιοποιείται δεν υπάρχει. Ερχόμαστε να τακτοποιήσουμε αυτό το πράγμα. Δεν θα κάνουμε απολύτως τίποτα αν δεν καταλήξουμε σε ένα σημείο όπως θα το ήθελαν οι ιερείς και όπως θα διαμορφωθεί, τι ανάγκες θα υπάρχουν. Όλα θα αποβλέπουν σε μια ειρηνική πορεία όλων μας και για το συμφέρον όλου του λαού μας και επομένως του καθενός από εμάς. Αυτό είναι το γενικότερα».
Στην ανακοίνωση η Ιερά Σύνοδος αναφέρει ότι μετά τη χθεσινή συνάντηση του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερωνύμου και του Πρωθυπουργού κ. Αλέξη Τσίπρα και το εκδοθέν Ανακοινωθέν, ανακοινώνει τα εξής:
1)Κατά τη συνάντηση δεν επιδιώχθηκε ούτε υπεγράφη κάποια συμφωνία, αλλά εκφράζεται η αμοιβαία «πρόθεση προκειμένου Εκκλησία και Πολιτεία να καταλήξουν σε μία ιστορική συμφωνία που θα πάρει μορφή νομοθετικής ρύθμισης».
2) Περί του θέματος αυτού και των σχετικών προτάσεων, ως αρμόδιο Σώμα, πρόκειται να συγκληθεί η Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος, προκειμένου να λάβει τις τελικές αποφάσεις.
3) Σε κάθε περίπτωση, σκοπός της τελικής συμφωνίας είναι το κοινό όφελος του Λαού και της Εκκλησίας, με βασική προϋπόθεση την προστασία και πλήρη διασφάλιση των δικαιωμάτων των κληρικών μας.
4) Εκφράζουμε την ικανοποίησή μας που πλέον ομολογείται από τον Έλληνα Πρωθυπουργό ότι:
(α) «αναγνωρίζεται η προσφορά και ο ιστορικός ρόλος της Εκκλησίας στη γέννηση και διαμόρφωση της ταυτότητας του Ελληνικού Κράτους και του Λαού»,
(β) «στόχος είναι να ενισχυθεί η αυτονομία της Ελλαδικής Εκκλησίας έναντι του Ελληνικού Κράτους»,
(γ) «αναγνωρίζεται ότι το Ελληνικό Δημόσιο ανέλαβε την μισθοδοσία του Κλήρου, ως αντάλλαγμα για την εκκλησιαστική περιουσία που απέκτησε»,
(δ) «η αποκαθήλωση των ιστορικών συμβόλων, του Σταυρού από την Ελληνική σημαία και από τα εθνικά μας σύμβολα αποτελούν αστεία κωμικοτραγικά πράγματα» και
(ε) «η ύπαρξη της πίστης στην Ελλάδα είναι ένα fact (γεγονός) που δεν μπορεί να παραγραφεί».
5) Με την ευκαιρία αυτή, περιμένουμε από όλον τον πολιτικό κόσμο να συμβάλει καλοπροαίρετα στην προσπάθεια αμοιβαίας κατανόησης και σεβασμού στην παράδοσή μας, ώστε όλοι ενωμένοι να εργαστούμε για το καλό του ελληνικού Λαού.
6) Εκφράζουμε την ελπίδα ότι αυτό το πνεύμα θα επικρατήσει και κατά την επικείμενη διαδικασία αναθεώρησης του Συντάγματος.
Η ιστορική συμφωνία Εκκλησίας-Κράτους για την εκκλησιαστική περιουσία και τους διακριτούς ρόλους τους προκύπτει από το Κοινό Ανακοινωθέν στο οποίο κατέληξαν ο πρωθυπουργός και ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος κατά τη συνάντηση τους, στο Μαξίμου. Στο ανακοινωθέν αναφέρεται ότι «στόχος είναι τεθεί το πλαίσιο διευθέτησης και επίλυσης ιστορικών εκκρεμοτήτων, αλλά και να ενισχυθεί η αυτονομία της Ελλαδικής Εκκλησίας».
Τι προβλέπει το κοινό ανακοινωθέν Εκκλησίας – Πολιτείας;
Στο Κοινό Ανακοινωθέν Εκκλησίας-Πολιτείας στο οποίο κατέληξαν ο πρωθυπουργός και ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος και το οποίο διάβασε ο κ. Τσίπρας αναφέρεται ότι “στόχος μας είναι να θέσουμε το πλαίσιο διευθέτησης και επίλυσης ιστορικών εκκρεμοτήτων, αλλά και να ενισχύσουμε την αυτονομία της Ελλαδικής Εκκλησίας έναντι του Ελληνικού Κράτους, αναγνωρίζοντας την προσφορά και τον ιστορικό της ρόλο στη γέννηση και τη διαμόρφωση της ταυτότητάς του”.
Προτείνουμε:
1. Το Ελληνικό Δημόσιο αναγνωρίζει ότι μέχρι το 1939 οπότε εκδόθηκε ο αναγκαστικός νόμος 1731/1939 απέκτησε εκκλησιαστική περιουσία έναντι ανταλλάγματος που υπολείπεται της αξίας της.
2. Το Ελληνικό Δημόσιο αναγνωρίζει ότι ανέλαβε τη μισθοδοσία του κλήρου, ως με ευρεία έννοια, αντάλλαγμα για την εκκλησιαστική περιουσία που απέκτησε.
3.Το Ελληνικό Δημόσιο και η Εκκλησία αναγνωρίζουν ότι οι κληρικοί δεν θα νοούνται στο εξής ως δημόσιοι υπάλληλοι και ως εκ τούτου διαγράφονται από την Ενιαία Αρχή Πληρωμών.
4.Το Ελληνικό Δημόσιο δεσμεύεται ότι θα καταβάλλει ετησίως στην Εκκλησία με μορφή επιδότησης ποσό αντίστοιχο με το σημερινό κόστος μισθοδοσίας των εν ενεργεία ιερέων, το οποίο θα αναπροσαρμόζεται ανάλογα με τις μισθολογικές μεταβολές του Ελληνικού Δημοσίου.
5. Η Εκκλησία αναγνωρίζει ότι μετά τη Συμφωνία αυτή παραιτείται έναντι κάθε άλλης αξίωσης για την εν λόγω εκκλησιαστική περιουσία.
6. Η ετήσια επιδότηση θα καταβάλλεται σε ειδικό ταμείο της Εκκλησίας και προορίζεται αποκλειστικά για τη μισθοδοσία των κληρικών, με αποκλειστική ευθύνη της Εκκλησίας της Ελλάδος και σχετική εποπτεία των αρμόδιων ελεγκτικών κρατικών αρχών.
7.Με τη Συμφωνία διασφαλίζεται ο σημερινός αριθμός των οργανικών θέσεων κληρικών της Εκκλησίας της Ελλάδος, καθώς και ο σημερινός αριθμός των λαϊκών υπαλλήλων της Εκκλησίας της Ελλάδος.
8. Πιθανή επιλογή της Εκκλησίας της Ελλάδος για αύξηση του αριθμού των κληρικών δεν δημιουργεί απαίτηση αύξησης του ποσού της ετήσιας επιδότησης.
9. Το Ελληνικό Δημόσιο και η Εκκλησία της Ελλάδος αποφασίζουν τη δημιουργία Ταμείου Αξιοποίησης Εκκλησιαστικής Περιουσίας.
10. Το Ταμείο αυτό θα διοικείται από πενταμελές διοικητικό συμβούλιο. Δύο μέλη του Ταμείου θα διορίζονται από την Εκκλησία της Ελλάδος, δύο μέλη θα διορίζονται από την Ελληνική Κυβέρνηση, ενώ ένα μέλος θα διορίζεται από κοινού.
11.Το Ταμείο Αξιοποίησης Εκκλησιαστικής Περιουσίας θα αναλάβει τη διαχείριση και αξιοποίηση των από το 1952 και μέχρι σήμερα ήδη αμφισβητούμενων, μεταξύ Ελληνικού Δημοσίου και Εκκλησίας της Ελλάδος περιουσιών, αλλά και κάθε περιουσιακού στοιχείου της Εκκλησίας που εθελοντικά η ίδια θα θελήσει να παραχωρήσει στο εν λόγω Ταμείο προς αξιοποίηση.
12.Τα έσοδα και οι υποχρεώσεις του ΤΑΕΠ επιμερίζονται κατά ίσο μέρος στο Ελληνικό Δημόσιο και την Εκκλησία της Ελλάδος.
13.Τα ανάλογα ισχύουν και για τις περιουσίες των επιμέρους Μητροπόλεων, ήτοι των αμφισβητούμενων περιουσιών, αλλά και όσων οι Μητροπόλεις εθελοντικά παραχωρήσουν στο ΤΑΕΠ.
14.Η ήδη συσταθείσα με τον Ν.4182/2013 Εταιρεία Αξιοποίησης Ακίνητης Εκκλησιαστικής Περιουσίας μεταξύ Ελληνικού Δημοσίου και Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών εντάσσεται επίσης στο ΤΑΕΠ και διοικείται με το σημερινό κατά νόμο καθεστώς.
15. Οι παραπάνω δεσμεύσεις των μερών θα ισχύουν υπό την προϋπόθεση τήρησης της Συμφωνίας στο σύνολό της.