Πριν 10 περίπου χρόνια ένας µεγαλόσχηµος πρώην υπουργός δήλωσε πως η Κρήτη δεν είχε πάρει µέρος στο µεγάλο σηκωµό του γένους, το 1821. Η κουβέντα τούτη ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων στο νησί µας. Ξέρω ότι κάποιοι απάντησαν στον ανιστόρητο πολιτικό, πολλοί όµως αντιµετώπισαν τούτο τον λόγο µε µια κάποια αµηχανία. Βλέπετε οι περισσότεροι δεν ήξεραν την αλήθεια για να την υπερασπιστούν. Εγώ φέρνω µέσα µου ακόµα και µετά από τόσον καιρό, αυτήν την βαριά κουβέντα. Σαν µια πληγή που κακοφορµίζει δεν την ξεχνώ και µε κάθε ευκαιρία την συζητώ ξανά και ξανά.
Και βέβαια ξεσηκωθήκαµε, σχεδόν συγχρόνως µε την υπόλοιπη Ελλάδα. Για µια δεκαετία διεξάγαµε αγώνες επίπονους και σκληρούς. Σπίτια κάηκαν, περιουσίες καταστράφηκαν. Εκατοντάδες άνθρωποι σκοτώθηκαν. Κυρίως άµαχοι. Απλώς οι συγκυρίες και η τότε γεωπολιτική κατάσταση (διάβαζε συµφέροντα της Αγγλίας) δεν επέτρεψαν στον Καποδίστρια να συµπεριλάβει µέσα στα όρια του νέου κράτους, το νησί µας.
Μετά την κήρυξη της Επανάστασης στον Μοριά τέτοιες µέρες του Μάρτη του 1821, οι Κρητικοί ξεσηκώνονται. Ήδη από την Μεγάλη Πέµπτη 7 Απριλίου στα Γλυκά Νερά και µετά στην Θυµιανή Παναγιά καπεταναίοι από όλην την Κρήτη συγκεντρώνονται, µελετούν την κατάσταση και µετρούν τις δυνάµεις τους. Η επανάσταση του ∆ασκαλογιάννη προ 50 ετών είναι πρόσφατη κι έχει αφήσει ανεξίτηλα σηµάδια καταστροφών. Η αναλογία των αντιµαχοµένων, δεν ευνοεί. Ενώ στην υπόλοιπη Ελλάδα περισσεύουν οι Χριστιανοί, στην Κρήτη οι Τούρκοι είναι περίπου στο µισό του πληθυσµού. Όπλα περίσσια δεν υπάρχουν. Όπως παραδίδεται 1200 ήταν τα «αριθµηθέντα τουφέκια» . Στην πορεία οι κρυπτοχριστιανοί αδελφοί Κουρµούλη από την Μεσσαρά έστειλαν κι άλλα που τα πήραν από τις αποθήκες του Μεγάλου Κάστρου µε την πρόφαση ότι τα χρειάζονται οι γενίτσαροι. Συνολικά έφθασαν στα 1600. Και πάλι όµως ήταν λιγώτερα από τους αξιόµαχους άνδρες που είχαν την δυνατότητα να πολεµήσουν.
Ο ηγούµενος της µονής του Πρέβελη Μελχισεδέκ Τσουδερός υψώνει την επαναστατική σηµαία στο εκκλησάκι του Άη Γιώργη στο Ροδάκινο στις 24 του Μάη του 1821. Και στην 6η γενική συνέλευση στην Θυµιανή Παναγιά στις 29 του ίδιου µήνα, ανήµερα της άλωσης, οι καπετάνιοι παίρνουν την οριστική µεγάλη απόφαση. Να πολεµήσουν.
Οι ασκοί του Αιόλου ανοίγουν. Μάχες σε όλη την Κρήτη. Από την Σητεία και το Λασήθι µέχρι την Κίσαµο και το Σέλινο. Έχοµε επιτυχίες αλλά και οι αντεκδικήσεις των αντιπάλων είναι φοβερές. Επίσκοποι, καλόγεροι, δάσκαλοι , πρόκριτοι, λαϊκοί, κατά δεκάδες εκτελούνται ή απαγχονίζονται. Γυναίκες ατιµάζονται, σφάζονται ή πωλούνται.
«Η επανάσταση έβαινε κατ ευχή και φαινότανε στους εχθρούς της ακατάβλητη και πολύ δαπανηρή. Γι αυτό η Υψηλή Πύλη αποφάσισε να ζητήσει βοήθεια από τον κυβερνήτη της Αιγύπτου µε αντάλλαγµα να εξουσιάζει και να νέµεται το νησί για µια 10ετία».*
Ο ερχοµός των Αιγυπτίων µε ισχυρό στόλο, τακτικό στρατό πεζικό και ιππικό, Ευρωπαίους εκπαιδευτές και πλήρη πολεµικό εξοπλισµό αλλάζει τους συσχετισµούς δυνάµεων. Οι σφαγές πληθαίνουν , ο άµαχος πληθυσµός αποδεκατίζεται, τα χωριά καταστρέφονται και µέχρι τον Απρίλιο του 1824 που πέφτουν τα Σφακιά, τελευταίο µέρος αντίστασης, η επανάσταση µοιάζει να σβήνει. Μόνο µερικοί αντάρτες συντηρούν ένα υποτυπώδη κλεφτοπόλεµο.
Τον Αύγουστο του 1825 τολµηροί Κρήτες επαναστάτες που είχαν καταφύγει στην Πελοπόννησο επιστρέφουν και καταλαµβάνουν το κάστρο της Γραµβούσας.
Το νησάκι γίνεται έτσι το πρώτο κοµµάτι της Κρήτης που ελευθερώνεται. Η επανάσταση αναζωπυρώνεται και η περιοχή της Γραµβούσας γίνεται βάση και ορµητήριο των εξεγερµένων. Άνθρωποι από όλη την Κρήτη µε τις οικογένειές τους, καταφθάνουν εκεί, για να ξεφύγουν από την αγριότητα των εχθροπραξιών.. Το µικρό σε έκταση νησί δεν µπορεί να συντηρήσει τον µόνιµο πληθυσµό που διαρκώς αυξάνεται. Προκειµένου όλο αυτό το πλήθος να τραφεί και να συντηρηθεί στρέφεται προς την πειρατεία. Το πράγµα ξεκινά τυχαία, αλλά σύντοµα η τακτική αυτή γίνεται κυρίαρχη. Και δεν είναι αστείο, οι πειρατές της Γραµβούσας γίνονται ο φόβος και ο τρόµος όλης της περιοχής από την Μάλτα µέχρι τις Αφρικανικές ακτές.
Οι Γραµβουσιανοί µαζί µε τις πειρατικές τους ενασχολήσεις προσπαθούν να κρατήσουν ζωντανή την φλόγα της επανάστασης. Υπάρχουν επιστολές προς τον Καποδίστρια µε τις οποίες ζητούν βοήθεια για οπλισµό και πυροµαχικά. Βοήθεια η οποία συνήθως είναι λειψή και ανεπαρκής . Οπότε η λεηλασία των πλοίων είναι ο µόνος δρόµος επιβίωσης.
Αρχές του 1828 οι πιέσεις των µεγάλων δυνάµεων για την εξάλειψη της πειρατείας, µαζί και ο φόβος µήπως η ανοµία βλάψει την έκβαση του αγώνα στην Κρήτη, κάνουν τον Καποδίστρια να στείλει µια ναυτική µοίρα µε κάµποσα βρετανικά και γαλλικά πλοία καθώς και Έλληνες τοποτηρητές στο νησί των πειρατών (προσπάθειες πάταξης της πειρατείας έχουν γίνει κι άλλες φορές, ανεπιτυχώς). Οι Αγγλογάλλοι καταφέρνουν να καταλάβουν το κάστρο, να συλλάβουν τους φερόµενους ως πειρατές και να καταστρέψουν όλα τα εκτός του φρουρίου κτίσµατα..
Την ίδια χρονιά µε την κατάληψη της Γραµβούσας το 1828, ο Χατζη Μιχάλης Νταλιάνης πολεµά και σφαγιάζεται στο Φραγκοκάστελλο. Ένας νέος θρύλος για τους πεθαµένους πολεµιστές – δροσουλίτες που οδεύουν πάντα προς την θάλασσα και την ελευθερία µέσα στο πρωϊνό φως, δηµιουργείται.
Αρχές του 1829 όλη η Κρήτη εκτός των τριών µεγάλων φρουρίων Χανίων, Ρεθύµνου και Ηρακλείου, είναι ελεύθερη.
Το 1930 µε το πρωτόκολλο του Λονδίνου, ένα καινούργιο, ανεξάρτητο, ελληνικό κράτος ιδρύεται. Όµως κατ’ απαίτηση της Μεγάλης Βρετανίας η Κρήτη µένει έξω από τα σύνορά του. Οι Κρήτες απογοητευµένοι εκφράζουν την πικρία τους και συνεχίζουν τον αγώνα. Αναγκάζονται όµως να τον σταµατήσουν λόγω του αποκλεισµού του νησιού από τις µεγάλες ∆υνάµεις τον Ιούνιο του 1830 και την απαγόρευση εφοδιασµού µε όπλα των επαναστατών από την ελεύθερη πλέον Ελλάδα. Τον ίδιο χρόνο ο σουλτάνος παραχωρεί την Κρήτη στον Μωχάµετ Άλη κυβερνήτη της Αιγύπτου ως ανταµοιβή, για την γενικότερη βοήθειά του τον καιρό της επανάστασης, τόσο στο νησί µας όσο και στην Πελοπόννησο.
Αυτή είναι σε γενικές γραµµές, συνοπτικά, η τοπική µας ιστορία στην δεκαετία 1821 -1830 όταν στην ηπειρωτική Ελλάδα ξεσπούσε και θέριευε µια επανάσταση και θεµελιωνόταν ένα ανεξάρτητο κράτος. Αγωνιστήκαµε κι εµείς εξίσου πεισµατικά και γενναία. Αλλά οι συγκυρίες δεν επέτρεψαν ώστε να ευοδωθεί ο σκοπός µας.
Συνεχίσαµε να αγωνιζόµαστε κι άλλες φορές και σε άλλες επαναστάσεις. Το 1841, το 1858, το 1866, το 1878, το 1889 , το 1898. µέχρι το 1913 που τα καταφέραµε να ενωθούµε µε την µητέρα Ελλάδα.
Τι κρίµα που όλη αυτή η πλούσια και ενδιαφέρουσα ιστορία δεν διδάσκεται στα σχολεία.
Τι κρίµα που οι περισσότεροι την αγνοούµε και επιτρέποµε σε κάθε κακοπροαίρετο να µας’ «ψαρώνει» και να µας «κολάει στον τοίχο», εξαιτίας της άγνοιάς µας.
Πηγή:
Ιωάννη Εµµαν. Τσουδερού
1821 Κρητική Επανάσταση
Εκδόσεις: ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΧΑΝΙ ΜΟΝ. ΙΚΕ, 2021