Καθώς πλησιάζει και αυτή η χρονιά προς το τέλος της, πολλές και διαφορετικές σκέψεις έρχονται στο νου μου. Όλοι το ξέρουμε ότι ο φετινός χρόνος δεν μοιάζει με κανέναν από τους προηγούμενους – κυρίως, λόγω του κορωνοϊού και των συνεπειών της εξάπλωσής του.
Σήμερα, δεν θέλω να σας γράψω και εγώ για τον ιό. Τόσα ακούτε και βλέπετε κάθε μέρα από ειδικούς και μη. Στην Ελλάδα και στον υπόλοιπο κόσμο τα νέα ταξιδεύουν γρήγορα, πολύ περισσότερο τα άσχημα.
Υπάρχουν, όμως, και κάποια άλλα ζητήματα που θα έπρεπε να απασχολούν την κοινωνία μας περισσότερο και σχετίζονται με το 2020, αλλά και με τις αμέσως περασμένες και με τις κατοπινές χρονιές. Και για την εξεύρεση λύσης θα φαινόταν συνετό να συμβάλλουμε όλοι οι πολίτες κάθε στιγμή με όλες μας τις δυνάμεις και να μην τα περιμένουμε όλα, ως ουρανόθεν “μάννα”, από τους κρατούντες, γιατί, σε αντίθετη περίπτωση, τα δεινά που ξεκίνησαν παλαιότερα βάζουν τρικλοποδιές στη σημερινή ζωή μας και θα χειροτερέψουν στο άμεσο μέλλον με την ευθύνη να μας βαρύνει αποκλειστικά.
Πρώτα – πρώτα, ας αναλογιστούμε ποιος και τι φταίει που όλο και περισσότεροι νέοι τα τελευταία χρόνια βρίσκουν “καταφύγιο” ή/και “απόλαυση” στη χρήση των ναρκωτικών. Τι εννοώ; Το ότι, σύμφωνα με στοιχεία της Υπηρεσίας Επιμελητών Ανηλίκων του Δικαστηρίου Ανηλίκων Αθηνών (Μονομελές και Τριμελές) για το ημερολογιακό έτος 2018 (Ιανουάριος 2018-Δεκέμβριος 2018), εισήχθησαν σε δίκη στα Δικαστήρια Ανηλίκων Αθηνών (Μονομελές και Τριμελές) 157 συνολικά κατηγορούμενοι ανήλικοι για αδικήματα σχετικά με τη διακίνηση και τη χρήση ναρκωτικών θα έπρεπε να μας προβληματίσει σοβαρά και να μην το προσπερνάμε απαθείς και αδιάφοροι, επειδή δεν αφορά τάχα τα δικά μας παιδιά. Κάποια στιγμή, όμως, το κακό θα έρθει και στην αυλή μας, εάν δεν φροντίσουμε εμείς οι μεγαλύτεροι να έρθουμε κοντά στη νεολαία και να ακούσουμε τα προβλήματα των παιδιών μας, να τα βοηθήσουμε, έμπρακτα, ψυχοπνευματικά, να επιλύσουν τα καθημερινά τους προβλήματα.
Την ίδια στιγμή, στο 39,3% έφτασε η ανεργία των νέων κάτω των 25 ετών στη χώρα μας τον Ιούνη του 2020 όπως αναφέρει η έκθεση της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, ενώ, στον ίδιο μήνα, το ποσοστό της ανεργίας συνολικά στην Ελλάδα μας ήταν 18,3%. Μια χώρα που το 1/5 σχεδόν του ενεργού συνολικού πληθυσμού της και τα 2/5 της νέας γενιάς είναι χωρίς δουλειά για εξασφάλιση των προς το ζην αντιμετωπίζει, ας μην εθελοτυφλούμε, σοβαρό πρόβλημα. Και επειδή δεν είναι αεργία, αλλά ανεργία, ας ψάξουμε να βρούμε τρόπους να την αντιπαλέψουμε αποτελεσματικά και υπέρ του κοινωνικού συνόλου και όχι λαμβάνοντας οι κρατούντες ημίμετρα σαν τη μερική απασχόληση ή τις ελαστικές συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου, που φαινομενικά μονάχα ρίχνουν τους δείκτες της ανεργίας.
Τον περασμένο, όμως, Σεπτέμβρη , διάβαζα ότι “σύμφωνα με στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών οι οφειλές προς την εφορία ανέρχονται στα 105,6 δισ. ευρώ, ενώ άλλα 36,3 δισ. ευρώ είναι οι οφειλές προς τα ασφαλιστικά ταμεία και αντιπροσωπεύουν το 45,2% και 15,5% αντίστοιχα του συνολικού χρέους των ιδιωτών. Την ίδια στιγμή τα κόκκινα δάνεια προς τις τράπεζες και προς τον ευρύτερο χρηματοπιστωτικό τομέα ανέρχονται σε 91,7 δισ. ευρώ και αντιπροσωπεύουν το 39,3% των συνολικών οφειλών” (“Καθημερινή”, 5.9.2020).
Και αναλογιζόμενος πώς μια οικογένεια που την πνίγουν τα χρέη μπορεί να είναι αισιόδοξη για το μέλλον και να αγωνίζεται και για το δικό της καλό και το κοινωνικό συμφέρον, σκέφτομαι, ίσως αφελώς κατά τη γνώμη κάποιων, ότι εάν οι γονείς μάθουν στα παιδιά τους και τα εθίσουν από την παιδική τους ηλικία στη συνετή διαχείριση των χρημάτων και την προμήθεια μόνον των απολύτως αναγκαίων υλικών αγαθών μακριά από ασύνετες σπατάλες και άκρατο καταναλωτισμό, τα χρέη των νοικοκυριών θα είναι μικρότερα. Και όσον αφορά τα νυν κόκκινα δάνεια, κοινωφελές θα είναι να προβεί η κυβέρνηση σε ουσιαστικό, μη ψηφοθηρικό όμως, διακανονισμό των χρεών των πολιτών και η ίδια να είναι άγρυπνος εγγυητής και ότι οι αμειβόμενοι για τις υπηρεσίες που προσφέρουν στον ιδιωτικό και στο δημόσιο τομέα πολίτες θα καταβάλλουν όσα χρωστούν και ταυτόχρονα ότι οι τράπεζες και η εφορία ως τοκογλύφοι και γύπες δεν θα χιμήξουν να ρουφήξουν ανηλεώς όλο το αίμα των οφειλετών.
Αυτό, τέλος, που έχω παρατηρήσει με μεγάλη μου λύπη είναι ότι τον τελευταίο καιρό οι νέοι κλείνονται όλο και πιο πολύ στον “κόσμο” τους και ότι ζώντας σε μιαν “εικονική πραγματικότητα” των κοινωνικών μέσων δικτύωσης αναπτύσσουν μια δυσίατη παθητικότητα έναντι του έξω κόσμου και σοβαρά ψυχολογικά προβλήματα και θεωρούν την αρμονική ένταξη στο γύρωθέ τους κοινωνικό σύνολο ως ανυπέρβλητο και δυσεπίλυτο ζήτημα αρνούμενοι να συμμετέχουν στα κοινωνικά δρώμενα.
Για να ξαναμπούν οι νέοι στη δημόσια ζωή, να ξαναγυρίσουν δραστήρια στην αληθινή έξω από το σπίτι ζωή και να κοινωνικοποιηθούν αρμονικά, θα πρέπει, όπως έγραψα και παραπάνω, οι Αρχές και όσοι θα ήθελαν ενεργό συμμετοχή των νέων στα κοινά να ενθαρρύνουν και να ενισχύουν με κάθε τρόπο τον διά ζώσης αληθινό, άδολο και δημοκρατικό διάλογο μεταξύ των παιδιών και των γονέων, των εφήβων με τους δασκάλους και τέλος μεταξύ της νέας γενιάς και των φορέων λήψης των κοινωνικοπολιτικών αποφάσεων, προκειμένου να μάθουμε τι έχουν οι νέοι μας στο νου και στην ψυχή τους και τι τους εμποδίζει ή αποθαρρύνει να αγωνιστούν γι’ αυτό κατά μόνας ή ως μέλη μιας οργανωμένης ανθρωπωκοινωνίας.
Το 2020, λοιπόν, τρέχει προς το τέλος του. Τούτες τις τελευταίες ώρες του, ας ιδούμε ξανά τα λάθη μας και να διδαχτούμε από αυτά ως μεμονωμένα άτομα και ως κρίκοι του κοινωνικού συνόλου και, συνάμα, ας προσπαθήσουμε, βασιζόμενοι και στα ατομικά μας πλεονεκτήματα και σε μιαν ανιδιοτελή συνεργασία, ως κοινωνία να γίνουμε καλύτεροι, να τείνουμε ευήκοον ους στα νιάτα, που πάντα θα έχουν μια διαφορετική απ’ όσες οι υπόλοιποι έχουν παγιωμένες στο νου τους ιδέα για ό,τι τους απασχολεί και για έναν πιο ανθρώπινο κόσμο να μας προτείνουν… Συμφωνείτε;
* Ο Γεώργιος Η. Ορφανός είναι φιλόλογος.