Πέντε χρόνια συμπληρώνονται από το δημοψήφισμα του θέρους 2015. Πολλοί συγκινούνται, πολλοί οργίζονται, άλλοι ειρωνεύονται και άλλοι θέλουν να λησμονήσουν αυτήν τη μέρα. Ο καθένας για δικούς του πολιτικοϊδεολογικούς και προσωπικούς λόγους.
Η λέξη δημοψήφισμα αναλύεται στο λεξικό των ”Τεγόπουλος-Φυτράκης 1993” ως εξής ”Ουσ. [δήμος+ψήφισμα] η έκφραση της λαϊκής θέλησης σε τιθέμενο απο την κυβέρνηση σπουδαίο ζήτημα, εκδηλούμενη με γενική ψηφοφορία”.
Στην Ελλάδα τα τιθέμενα από τις κυβερνήσεις σπουδαία ζητήματα ήταν, ως επί το πλείστον, πολιτειακά. Αφορούσαν την μορφή του πολιτεύματος και του Συντάγματος της χώρας. Εξαίρεση αποτέλεσε το δημοψήφισμα του 2015. Το συγκεκριμένο διεκδικούσε την απόφαση των πολιτών για ένα καθαρά οικονομικό ζήτημα.
ΤΑ ΔΗΜΟΨΗΦΙΣΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Κοιτάζοντας σελίδες βιβλίων Ιστορίας και διαδικτύου, θα διαπιστώσει κανείς οτι έχουν πραγματοποιηθεί δύο δημοψηφίσματα τον μήνα Σεπτέμβριο (1946-1968) δύο τον μήνα Νοέμβριο (1920-1935) και δύο τον μήνα Ιούλιο (1973- 2015). Τα υπόλοιπα είναι τους μήνες Απρίλιο και Δεκέμβριο (1924-1974). Είναι, άραγε, τυχαίο και θέμα συγκυριών ότι αυτούς τους τρείς μήνες έχουν γίνει δύο δημοψηφίσματα μαζί ή η χρονική τους τοποθέτηση εξυπηρετεί, λόγω των καιρικών και επαγγελματικών συνθηκών ; Μπορούμε να τον υιοθετήσουμε, αλλά και να τον απορρίψουμε αυτον τον προβληματισμό.
Τα δημοψηφίσματα, συνήθως, διχάζουν ένα εκλογικό σώμα. Εκείνα που δίχασαν στη χώρα μας ήταν κυρίως τα δημοψηφίσματα του Μεσοπολέμου, που το θέμα τους ήταν η μορφή της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας που έπρεπε να έχει η χώρα. Με άθεμιτες πρακτικές και με εξωφρενικά ποσοστά (συνήθως υπέρ της Βασιλείας) τα δημοψηφίσματα αυτά έριξαν την αυλαία μίας εποχής ή άνοιξαν την πόρτα σε μία νέα.
Θα τολμούσαμε να γράψουμε ότι τα δημοψηφίσματα της στρατιωτικής δικτατορίας (1968-1973), που αφορούσαν την εφαρμογή του χουντικού συντάγματος και τη μορφή του πολιτεύματος, ήταν απ’ τα λιγοστά που δεν δίχασαν. Ο λόγος προφανής. Ποιός θα τολμούσε να αμφισβητήσει τα βαρύγδουπα και νοθευμένα ποσοστά σε καιρούς ενός αυταρχικού καθεστώτος; Ή ποιός θα τολμούσε να υποστηρίξει δημόσια την αντίθετη επιλογή απ’ αυτή που είχε διατυπώσει η στρατιωτική ηγεσία;
ΣΥΓΚΡΙΣΕΙΣ ΚΑΙ ΕΚΤΙΜΗΣΕΙΣ
Στο παρόν άρθρο θα προσπαθήσουμε να βρούμε ομοιότητες και διαφορές ανάμεσα σε δημοψηφίσματα του παρελθόντος με αυτό του 2015 και να βγάλουμε κάποια συμπεράσματα, όσο είναι αυτό εφικτό.
Με βάση την χρονολογική σειρά: ομοιότητες υπάρχουν στο δημοψήφισμα του 1920. Η πλειοψηφία των ιστορικών τεκμηριώνει με στοιχεία ,την οφθαλμοφανή νοθεία που ενορχηστρώθηκε. Αυτό το δημοψήφισμα έφερε πίσω τον εξόριστο βασιλιά Κωνσταντίνο Α΄με το εξωφρενικό ποσοστό 99%! Η κυβέρνηση Δ. Γούναρη θεώρησε ως πρώτο μέλημα την επιστροφή του βασιλιά ώστε να αναλάβει την ηγετική του θέση.
Οι σύμμαχοι της Αντάντ είχαν προειδοποιήσει ότι τυχόν διεξαγωγή δημοψηφίσματος για επιστροφή του Κωνσταντίνου, θα θεωρηθεί εχθρική πράξη. Γι΄ αυτούς ήταν αδιανόητο ο σύμμαχος και συγγενής του ηττημένου Κάϊζερ, να αναλάβει την βασιλική εξουσία στην Ελλάδα. Η επιστροφή του Κωνσταντίνου είχε καταστροφικές συνέπειες για την χώρα. Η Ελλάδα απομονώθηκε πολιτικά και οικονομικά απο τους συμμάχους, ενώ αφέθηκε μόνη της στρατιωτικά στο Μικρασιατικό μέτωπο,με τις γνωστές δραματικές μετέπειτα συνέπειες.
Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος του 2015 είχε αρνητικό αντίκτυπο στους Ευρωπαίους εταίρους μας. Από την αρχή απεύχονταν την δημιουργία γενικής ψηφοφορίας για τα μνημόνια, ενώ όταν ανακοινώθηκε, υποστήριξαν οτι τύχον αρνητικό αποτέλεσμα θα μεταφραζόταν ως άρνηση στο Ευρώ και στην Ε.Ε
Ευτυχώς – και αυτό θα μπορούσε να γραφτεί ως σημαντικό – στην περίπτωση του 2015 το αποτέλεσμα δεν επέφερε απώλεια εθνικού εδάφους ή τον ξεριζωμό 1,5 εκατομμυρίων ανθρώπων απο τις εστίες τους. Η κυβέρνηση Α.Τσίπρα κάνει στροφή και επιτυγχάνει συμφωνία με τους δανειστές, ανεξαρτήτως του ισχυρού ‘Οχι του δημοψηφίσματος, που είχε υποστηρίξει, δίνοντας παράταση, έτσι, στη λιτότητα.
Αξιομνημόνευτο για την ομοιότητα του με αυτο του 21ου αίωνα είναι και το δημοψήφισμα του 1946.
Για ακόμη μια φορά το θέμα ήταν η επάνοδος ή όχι του βασιλιά Γεωργίου Β΄ πλέον. Υλοποιείται απο την κυβέρνηση της συντηρητικής παράταξης του Κ. Τσαλδάρη. Ο Γεώργιος γίνεται δεκτός στην Ελλάδα με 69%. Υπήρξαν κάποιες κατηγορίες για νοθεία κατά τόπους και ορισμένες απ΄ αυτές φαίνεται να αποδεικνύονται. Το σημαντικό σε αυτήν την περίπτωση είναι ότι αν και τα κεντρώα κόμματα έβλεπαν αρνητικά την επιστροφή του ανώτατου άρχοντα, αποδέκτηκαν και δεν καταπολέμησαν το γεγονός της επανόδου. Παρά τις χλιαρές αντιδράσεις, οι κεντρώοι ήξεραν οτι ο γυρισμός του στέμματος είχε την αρωγή του παραδοσιακού συμμάχου, που ηταν η Μ.Βρετανία.
Κάτι παρόμοιο συνέβη και στην σύγχρονη μας περίπτωση. Τα πρώην αντιμαχόμενα κόμματα του ΠΑΣΟΚ και της Ν.Δ συσπειρώθηκαν για να υποστηρίξουν το Ναί το 2015. ‘Οπως το Κόμμα Φιλελευθέρων και το Λαϊκό κόμμα, που είχαν έρθει σε σφορδή σύγκρουση στα χρόνια του διχασμού για το ποιά θα πρέπει να είναι η θέση της Ελλάδος στον Α’.Π’.Π’ και η μορφή του πολιτεύματος, συσπειρώθηκαν έναντι του ΚΚΕ, που αμφισβητούσε το κοινωνικοπολιτικό σύστημα, έτσι τα δύο εξέχοντα κόμματα της μεταπολίτευσης ενώνονται από την πίστη τους στην Ε.Ε και στην Ευρωζώνη, που θεώρησαν ότι κινδυνεύει να χαθεί.
Τελευταία ομοιότητα που θα σημειώσουμε αφορά τον Νομό Χανίων. Ανέκαθεν ο Νομός μας υπερψήφιζε τη μεγαλύτερη αντιδεξιά παράταξη. Αυτό εξηγείται λόγω της Βενιζελικής μας παράδοσης και καταβολής. Το 1974 οι Χανιώτες καταψήφησαν μαζικά την μοναρχία. Η καταψήφηση εκφράστηκε με το εντυπωσιακό 92,70%. τοποθετώντας, έτσι το Νομό Χανίων στην δεύτερη θέση πανελλαδικά μετά το Νομό Ρεθύμνης.Το καλοκαίρι του ΄15 οι κάτοικοι των Χανίων υπερψήφισαν μαζικά το Όχι με ποσοστό 73,77% κερδίζοντας την πρώτη θέση πανελλαδικά.
Η άρνηση και η ανυπακοή φαίνεται να είναι γνώρισμα μας. Θα υπάρξουν, όμως, στιγμές που η γοητεία της άρνησης δεν θα φέρει ορθά και επιθυμητά αποτελέσματα, ιδίως, στην πολιτική.
ΣΚΕΨΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΟΜΕΝΗ ΦΟΡΑ…
Το δημοψήφισμα του Ιουλίου δεν υπήρξε η έναρξη μίας νέας εποχής, ούτε έφερε κάποιο συγκεκριμένο αποτέλεσμα. Με μία παύση έξι μηνών το μνημονιακό πρόγραμμα συνεχίστηκε με μία αναθεωρημένη σχετικά μορφή και οι εκλογές, που προκλήθηκαν τον Σεπτέμβριο, δεν επηρέασαν την κυβερνητική σύνθεση, παρά τη μεγάλη αποχή. Κοινή άποψη για πολλούς είναι οτι η ψήφιση του προγράμματος έκλεισε μια εποχή έντονων παθών,οργής και εναλλακτικών σχεδίων.
‘Αξιο λόγου είναι ότι σ’ αυτό το δημοψήφισμα δεν υπήρξε νοθεία και παρέμβαση, ούτε -τουλάχιστον στο χρονικό διάστημα μέχρι την συμφωνία- βίαιη αντιπαράθεση των δύο παρατάξεων. Αυτό, ίσως, μας δείχνει οτι έχουμε ωριμάσει πολιτικά σε ένα βαθμό. Φαίνεται, όμως, οτι με τα δημοψηφίσματα ”δεν τα πάμε και τόσο καλά”, αν και είμαστε η χώρα που γέννησε την άμεση δημοκρατία. Σ΄ εμάς τα περισσότερα απ’ αυτά είναι συνυφασμένα με πολιτικές ανωμαλίες και ένοπλες αναμετρήσεις. Ας σκεφτούμε ποιά θα ήταν τα αποτελέσματα, αν προηγούμενες κυβερνήσεις έθεταν στην κρίση του κόσμου με δημοψήφισμα προγράμματα λιτότητας, που ήταν αναγκαία κατ’ αυτές να επιβληθούν. Γι’ αυτό καμιά δεν τόλμησε να το πράξει, αντίθετα ανέμενε τις εκλογές ή τις προξενούσε νωρίτερα.
Διδαχτικό θα ήταν ν’ αναφερθεί οτι ο Α. Παπανδρέου είχε υποσχεθεί δημοψήφισμα για την είσοδο μας στην τότε Ε.Ο.Κ, που δεν πραγματοποίησε. Ήξερε ποιά είναι τα όρια του λαϊκισμού και ποιά η θέση της πατρίδας μας πολιτικά,οικονομικά και κοινωνικά στην Ευρώπη και στο Δυτικό κόσμο.
Αυτό πρέπει να το θυμόμαστε και οφείλουμε να ενημερωνόμαστε, αν ποτέ ξανάρθει η ώρα να αποφασίσουμε για ένα φλέγον ζήτημα.