Το δουλεμπόριο απετέλεσε αλλά και αποτελεί, γιατί δυστυχώς συνεχίζεται, το μεγαλύτερο αίσχος, τη μεγαλύτερη ντροπή της πολιτισμένης ανθρωπότητος. Εχει τις ρίζες του στα πανάρχαια μπορούμε να πούμε χρόνια. Ο Όμηρος τόσο στην “Ιλιάδα” όσο και στην “Οδύσσεια”, αναφέρει την ύπαρξη δούλων από τον 13ο μέχρι και τον 8ο π.Χ. αιώνα. Εκείνη την εποχή ο αριθμός των δούλων ήταν περιορισμένος. Δούλοι υπηρετούσαν μόνο στα σπίτια των πλουσίων. Ένας πλούσιος άρχοντας μπορούσε να έχει μέχρι 100 δούλους. Απ’ αυτούς, οι μισοί περίπου εργάζονταν μέσα στο παλάτι και οι υπόλοιποι καλλιεργούσαν τα κτήματα του κυρίου τους ή έβοσκαν τα ζώα του.
Στα Ομηρικά χρόνια, χαρακτηριστική περίπτωση δούλου είναι Εύμαιος, ο πιστός χοιροβοσκός του Οδυσσέα, που όπως αφηγείται στην Οδύσσεια, ο πατέρας του ήταν βασιλιάς σε ένα νησί του Αιγαίου. Μια δούλη του παλατιού, έκλεψε τον μικρό Εύμαιο και τον παρέδωσε σε εμπόρους φοίνικες με σκοπό να της δώσουν την ελευθερία της. Οι έμποροι πέταξαν την γυναίκα στη θάλασσα και το μικρό τον πούλησαν, έπειτα από λίγες μέρες, στον βασιλιά της Ιθάκης, τον Λαέρτη.
Ο Λαέρτης ήταν ο πατέρας του πολυμήχανου Οδυσσέα. Αναφέρεται ότι στα χρόνια εκείνα, οι σχέσεις αφεντικών και δούλων ήσαν πολύ ανθρώπινες. Παράδειγμα, η Ναυσικά που έπλενε στο ποτάμι μαζί με τις δούλες της. Αργότερα όμως, στους μετέπειτα αιώνες, όταν η δουλεία θα φτάσει σε “βιομηχανική ανάπτυξη”, τότε θα γεννηθεί η νοοτροπία της μεγαλύτερης δυνατής εκμετάλλευσης. Τότε, θα αποχαλινωθεί ο άνθρωπος και ο δούλος θα γίνει σκλάβος, σκουπίδι, αντικείμενο χωρίς αξία. Τότε, θα ποδοπατηθεί η ανθρώπινη αξιοπρέπεια και ο κύριος μπορούσε να διαθέσει όπως ήθελε, τον δούλο του. Οι κύριοι των δούλων, έκαναν “κατάχρηση εξουσίας” και είχαν δικαίωμα ζωή ή θανάτου επ’ αυτών. Κατά τον 8ο και 7ο αιώνα π.Χ. η Χίος έγινε σε σύντομο χρονικό διάστημα το μεγαλύτερο κέντρο εμπορίου δούλων. Και επειδή οι Έλληνες δούλοι δεν επαρκούσαν πλέον χρησιμοποίησαν ξένους δούλους, οι οποίοι προέρχονταν κυρίως από την Μπαρμπαριά. Ήταν τραγικές ανθρώπινες υπάρξεις, παιδιά κλεμμένα από την νηπιακή τους ηλικία που μεγάλωσαν και πουλήθηκαν για δούλοι.
Πολλά από αυτά τα παιδιά είχαν ειδικά εκπαιδευτή στα χαρέμια για καθήκοντα ευνούχων. Η εξάπλωση της δουλείας, συνεχίστηκε χωρίς διακοπή ως την πιο λαμπρή περίοδο της Αρχαίας Ελλάδας, στην περίοδο του “Χρυσού αιώνα” των Αθηνών, στα τέλη του 5ου π.Χ. αιώνα (εποχή του Περικλή). Τότε, 10.000 δούλοι εργάζονταν στα περίχωρα της Αττικής (αναλογία: ένας δούλος σε κάθε ελεύθερο αγρότη. Αιτίες δημιουργίας δούλων τότε ήταν: Η γέννηση από δούλους γονείς, η αιχμαλωσία, η λεία από πειρατεία, η καταδίκη και η οικονομική καταστροφή. Υπήρχαν δούλοι διαφόρων κατηγοριών: 1) Δημόσιοι δούλοι. Αυτοί είχαν αποκτήσει την εμπιστοσύνη των Αρχόντων και η πόλις – κράτος τούς έκανε υπαλλήλους της και τους χρησιμοποιούσε σε διάφορες κρατικές υπηρεσίες (αστυνομικοί, φύλακες στις φυλακές, τελώνες, κλπ.). 2) Οι ιδιωτικοί δούλοι, που υπηρετούσαν στα σπίτια και στα κτήματα των κυρίων των και 3) Αυτοί που υπηρετούσαν σε ιερούς χώρους. Εδώ πρέπει να πούμε για τις γυναίκες – δούλες, στους ιερούς χώρους, που δεν ήταν τίποτε άλλο από εταίρες. Ο Ναός της Αφροδίτης στην Κόρινθο, αριθμούσε πάνω από 1.000 ιερές εταίρες.
Οι ντόπιοι δούλοι ήταν ελάχιστοι στην κλασική Ελλάδα. Οι περισσότεροι δούλοι, τους οποίους χρησιμοποιούσαν ήταν ξένοι: Σκύθες, Άραβες, Πέρσες, Αιγύπτιοι, Θράκες και άλλοι. Χαρακτηριστική είναι η γνώμη του Πρύτανη των φιλοσόφων, Αριστοτέλη για τους δούλους. Έλεγε: “Ο δούλος είναι ένα αντικείμενο, ένα καλό έπιπλο, και σαν τέτοιο δεν μπορεί να έχει κανένα δικαίωμα”. Στην Αθήνα οι δούλοι μπορούσαν για ασήμαντες αφορμές να ενοχοποιηθούν και να τιμωρηθούν παραδειγματικά.
Όμως, παρά τα παραδείγματα σκληρότητας, δεν μπορούμε να ισχυριστούμε πως οι Αθηναίοι κακομεταχειρίζονταν τους δούλους τους, όπως οι Σπαρτιάτες που επειδή ήσαν ολιγάριθμοι εν σχέσει προς τους είλωτες – δούλους τους, οι οποίοι ήσαν χιλιάδες, τους είχαν περισφίξει σε θανάσιμο εναγκαλισμό, φοβούμενοι τυχόν εξεγέρσεις – επαναστάσεις. Όταν κάθε γενιά Σπαρτιατών ανδρών, όταν ενηλικιωνόταν, άφηναν ελεύθερους τους είλωτες και στη συνέχεια οι φερέλπιδες, τους κατακρεουργούσαν δηλαδή. Και αυτό για να μάθουν να πολεμούν. Να αποκτήσουν πείρα, πώς να σκοτώνουν άοπλους και εξασθενημένους ανθρώπους.
Ρωμαϊκή περίοδος
Τον 2ο και τον 1ο αιώνα π.Χ., η δουλεία έφτασε στη Ρώμη στην μεγαλύτερή της ανάπτυξη. Τότε το σύστημα μεταχειρίσεως των δούλων εξελίχθηκε σε σκληρό, σαδιστικό και απάνθρωπο. Η αναλογία ήταν ένας δούλος σε τρεις ελεύθερους πολίτες. Εκατοντάδες χιλιάδες αιχμάλωτοι, ανθρώπινες δυστυχισμένες υπάρξεις, επωλούντο στα Ρωμαϊκά σκλαβοπάζαρα. Οι δούλοι την εποχή εκείνη προέρχονταν από τις αιχμαλωσίες και την πειρατεία.
Οι Κίλικες πειρατές, ήσαν οι πιο δραστήριοι. Η κυριότερη βάση του εμπορίου τους ήταν το νησί του Απόλλωνα, η Δήλος. Η Δήλος ήταν η καρδιά του πιο βρώμικου εμπορίου. Υπολογίζεται πως 10.000 δούλοι έμπαιναν ή έβγαιναν κάθε μέρα στο λιμάνι της Δήλου. Στη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία η δουλεία έγινε καθολικό φαινόμενο. Η χρήση των δούλων είχε γίνει δείγμα χλιδής και η συνηθισμένη ερώτηση ήταν: Πόσους δούλους έχετε; Ειδική κατηγορία δούλων ήταν οι μονομάχοι. Οι μονομαχίες, θέαμα άγριο και σκληρό, δημιουργούσαν παροξυσμό ενθουσιασμού στα πλήθη και διαρκούσαν μέρες ολόκληρες. Οι μονομάχοι έμπαιναν στην αρένα και παρήλαυναν προ του Αυτοκράτορα με τον γνωστό χαιρετισμό: “Χαίρε Καίσαρ, οι μελλοθάνατοι σε χαιρετούν”
. Η ζωή των δούλων την Ρωμαϊκή περίοδο ήταν χειρότερη από εκείνη των ζώων. Ο Ρωμαϊκός νόμος όριζε τον δούλο σαν “Res” (αντικείμενο). Η ζωή των δούλων στις μεγάλες ιδιοκτησίες ήταν περισσότερη σκληρή. Τους χρησιμοποιούσαν μόνο σαν εργαλεία, χωρίς να ενδιαφέρονται για τις στοιχειώδεις υλικές τους ανάγκες ή για την καλή τους συντήρηση.
Οι γέροι, οι άρρωστοι, οι ανίκανοι για εργασία, έπρεπε να πωλούνται ή να εγκαταλείπονται στην τύχη τους. Και αυτό συνήθως γινόταν. Τους μετέφεραν σαν άχρηστα εργαλεία σε μια ερημική νησίδα πάνω στον Τίβερη, όπου πέθαναν από την πείνα. Τα βασανιστήρια -για την παραμικρή έστω παράλειψη των δούλων- ήταν ασύλληπτης φαντασίας. Τους μαστίγωναν μέχρι λιποθυμίας, τους ακρωτηρίαζαν, τους έκαιγαν στη φωτιά, τους έκοβαν την γλώσσα, τους έβγαζαν τα δόντια, τους περίχυναν με ζεματιστή πίσσα. Ο Ιούλιος Καίσαρ, διέταξε να βασανίσουν έναν δούλο, γιατί τόλμησε να σερβίρει στο τραπέζι μπαγιάτικο ψωμί. Κάποιος άλλος σκότωσε έναν υπηρέτη του για να απολαύσει το θέαμα ένας φίλος του, που δεν έτυχε σε παρόμοια εκτέλεση. Οι δούλοι ζούσαν μια ζωή αφάνταστα τραγική, που οδηγούσε σε βασανιστική απελπισία.
Η σκληρότητα άλλωστε και η απελπισία, ωθούσε τους δούλους σε συχνές επαναστάσεις, όπως το 196 π.Χ., στην Ετρουρία, που κατεπνίγη από μια Ρωμαϊκή λεγεώνα. Όπως το 134 π.Χ., στη Σικελία, όπου οι επαναστάτες, 400 περίπου τον αριθμό, μη αντέχοντες πλέον την καταπίεση των Ρωμαίων Αρχόντων, στασίασαν και άρχισαν τις εκδικήσεις. Τρία χρόνια, οι επαναστάτες δούλοι, κράτησαν μακριά τις Ρωμαϊκές λεγεώνες, ώσπου το 132 ο Ύπατος Ρουπίλιος με μια μεγάλη δύναμη, κατάφερε να τους νικήσει και να τους εξοντώσει καθ’ ολοκληρίαν. Αλλά η πιο γνωστή, η πιο μεγάλη επανάσταση των δούλων, ήταν η επανάσταση των Μονομάχων, που είχε αρχηγό τον Θρακιώτη Σπάρτακο. Ο Σπάρτακος, το 73 π.Χ. ξεσήκωσε τους δούλους σε επανάσταση. Στην αρχή 70 μονομάχοι τον ακολούθησαν. Σιγά σιγά, ο αριθμός μεγάλωνε, και ο αριθμός των επαναστατημένων δούλων έφτασε τις 120.000, που είχαν στόχο και ελπίδα μια ελεύθερη ζωή, μακριά από την κακούργα Ρώμη.
Με το πολυάριθμο στράτευμά του, ο Σπάρτακος, οχυρώθηκε κοντά στον Βεζούβιο, και είχε σκοπό μέσω των Άλπεων να φτάσει στην αδούλωτη στους Ρωμαίους, Γαλλία. Δύο Ρωμαϊκές στρατιές που εστάλησαν εναντίον του στρατού των δούλων κατατροπώθηκαν. Μια τρίτη όμως Ρωμαϊκή στρατιά, αποτελούμενη από οκτώ λεγεώνες, με αρχηγό τον Μάρκο Λικίνιο, στην τρομερή μάχη που έγινε το 71 π.Χ. στο Σιλάνο, νίκησε κατά κράτος τον στρατό των δούλων. 12.000 δούλοι έχασαν τη ζωή τους, μαζί μ’ αυτούς και ο Σπάρτακος. 6.000 δούλοι σταυρώθηκαν κατά μήκος της οδού Καπούης – Ρώμης.
Ο Χριστιανισμός που ήλθε κατόπιν, δίδαξε την ισότητα μεταξύ όλων των ανθρώπων. Δηλαδή, ο Χριστιανισμός διακήρυξε προς πάσαν κατεύθυνση, πως ο σκλάβος δεν είναι “«res” – αντικείμενο, αλλά ότι είναι Άνθρωπος με Α κεφαλαίο. Και ερχόμαστε στους νεότερους χρόνους για να μιλήσουμε για το εκτεταμένης -μαζικής- μορφής δουλεμπόριο που το πεδίο δράσεώς του εστιάζεται στη Μαύρη Ήπειρο (Αφρική). Ορμούσαν τα δουλεμπορικά κτήνη (οι δουλέμποροι) και τα τσανάκια τους και έκαναν άγριες επιδρομές στα χωριά και στις κωμοπόλεις, σκότωναν όσου τολμούσαν ν’ αντισταθούν και αλυσόδεναν τους υπόλοιπους. Στις περισσότερες χώρες της μαρτυρικής Μαύρης Ηπείρου συναντούσες ατέλειωτες φάλαγγες από δυστυχισμένους εξαντλημένους νέγρους, δεμένους κατά ζεύγη με ένα ξύλινο περιλαίμιο -άντρες , γυναίκες και παιδιά- που τους έσπρωχναν με βάναυσο τρόπο, μαστιγώνοντάς τους ανελέητα, έγχρωμοι και Άραβες δουλέμποροι.
Στη συνέχεια τους φόρτωναν στα καράβια για να τους μεταφέρουν στον τόπο προορισμού τους, που ήταν η μακρινή Αμερική. Ολόκληρες περιοχές της Αφρικής ερημώθηκαν από την δράση των δουλεμπόρων. Τα μαρτύρια των μαύρων (σκλάβων) ξεπερνούσαν κάθε φαντασία. Τους αράδιαζαν κατά εκατοντάδες -σαν τα ζώα- στα αμπάρια των πλοίων, με ελάχιστη τροφή για ένα υπερπόντιο ταξίδι που διαρκούσε περίπου 12 με 14 ημέρες. Κατά την διάρκεια του ταξιδιού, τους θέριζαν αρρώστιες, όπως τύφος, ελονοσία, και όσοι πέθαιναν τους πετούσαν στη θάλασσα). Όσοι έφταναν στην Αμερική, οι δουλέμποροι τους πουλούσαν στους λευκούς αφέντες και θησαύριζαν αμφότεροι.
Οι σημερινοί νέγροι της Αμερικής (Αφροαμερικανοί) είναι απόγονοι των νέγρων εκείνων σκλάβων που βίαια απήχθησαν και μεταφέρθηκαν στην Υπερατλαντική Αμερική. Το περίφημο βιβλίο της Αμερικανίδας συγγραφέως Χάριετ Μπήτσερ Στόου “Η Καλύβα του Μπάρμπα Θωμά”, είναι ένα συγκλονιστικό ντοκουμέντο για τα μαρτύρια που έζησανοι χιλιάδες νέγροι – σκλάβοι στα χέρια αδίστακτων δουλεμπόρων μα και των απάνθρωπων λευκών μεγαλοκτηματιών, μεγαλοτσιφλικάδων των Νοτίων, κυρίως, Πολιτειών της Αμερικής. Μα και ένα δριμύ κατηγορώ – καταπέλτης, για την αισχρή εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο από την πολιτισμένη δήθεν ανθρωπότητα, που σκοπό έχει την πρόοδο, την ευημερία, την ισότητα, των αδελφοσύνη, την αλληλεγγύη των λαών της γης, αδιαφόρως χρώματος, θρησκείας κλπ.