Είναι γεγονός ότι οι κλιµατικές αλλαγές ξεσκέπασαν τις ατέλειες και αδυναµίες του ελληνικού κράτους.
Ενός κράτους µιας χώρας που βρέθηκε να ζει το παρόν µε αµηχανία και µε λίγες δυνάµεις για να τρέξει προς το µέλλον. Ενός κράτους που απέφευγε τον εκσυγχρονισµό και είχε σταµατήσει στην αναχρονιστική ιδεοληψία του πολιτικού κόστους ή οφέλους που του επέβαλαν οι πολιτικές δυνάµεις. Ενός κράτους που φαινόταν ότι η Ιστορία του µεταπολεµικού παρελθόντος ασκούσε µεγάλο βάρος στις αποφάσεις του πολιτικού συστήµατος.
Φαινόταν σαν να χρωστά η Ελλάδα πολύ περισσότερα στο παρελθόν της και δεν περίσσευαν πολλά για να σχεδιάσει και να επενδύσει στο µέλλον της. ∆υστυχώς, αυτή είναι η σχέση της Ελλάδας µε τον ιστορικό της χρόνο.
Το επιτακτικό ζήτηµα της αναδιάρθρωσης του παραγωγικού δυναµικού της χώρας και του εκσυγχρονισµού του κράτους, κυριαρχείτο από ένα µετεωρισµό. Αντί της επεξεργασίας µιας νέας στρατηγικής για την ανάπτυξη της χώρας, επικράτησαν οι αδράνειες και οι ασχεδίαστες ταλαντεύσεις µιας πολιτικής καθοδηγούµενης από τις εκλογικές σκοπιµότητες και το κοµµατικό συµφέρον.
Έτσι, όχι µόνο δεν οικοδοµήθηκε ένα σύγχρονο κράτος, αλλά ταυτόχρονα το δηµόσιο ήθος άρχισε να πληρώνει ακριβά το κόστος της αλλαγής προς τον ιδιοτελή ρεαλισµό. Όταν το κράτος αποξενώνεται από τον πολίτη, ο πολίτης ασχολείται µόνο µε τον εαυτό του. Έτσι, δηµιουργήθηκε ένα ιδεολογικό κλίµα που στηρίζεται στον ηδονιστικό ατοµισµό, στον επιδεικτικό πλουτισµό και στον καταναλωτισµό. Το κράτος µε την τακτική του καταξίωσε περισσότερο ένα τέτοιο ιδεολογικό ρεύµα, δηλαδή της ατοµικής ευδαιµονίας και λιγότερο κοίταξε την πρόοδο του. Έµεινε ακίνητο και οπισθοδροµικό. Επικράτησαν οι δυνάµεις του αναχρονισµού και παραµερίστηκαν οι δυνάµεις του εκσυγχρονισµού. Αυτές οι δυνάµεις που θα θελαν να εκσυγχρονισθεί το κράτος, ακολουθώντας τις αλλαγές µιας σύγχρονης πολιτείας, είτε έδειξαν λειψή δυναµική και δεν έφταναν από µόνες τους να σύρουν τη χώρα µπροστά, είτε συνάντησαν ένα πανίσχυρο κατεστηµένο που δεν ήθελε να χάσει τα προνόµια του. Κοινωνία και κυβερνήσεις, λοιπόν, συµπράττοντας, οικοδόµησαν αυτό το κράτος που υπάρχει σήµερα.
Υπάρχει το ηθικοπλαστικό ρητό, που βέβαια δεν αφορά όλες τις κοινωνικές κατηγορίες των εξουσιαζόµενων, ότι ένας λαός έχει αναγκαστικά τις κυβερνήσεις που του αξίζει. Είναι αδύνατο να αντικρούσουµε την ιδέα κάποιου συσχετισµού µεταξύ της κοινωνικής ζωής, του πνεύµατος του πολιτικού συστήµατος και της αποτελεσµατικότητας της κυβερνητικής µηχανής.
Είναι γεγονός αναµφισβήτητο ότι λίγες προσπάθειες έγιναν, ώστε η κυβερνητική µηχανή να καταστεί ικανή να εκσυγχρονίσει την κοινωνία. Μετά την αποδοχή του κοινοβουλευτισµού, το πολιτικό σύστηµα είτε δεν ήθελε είτε δεν µπορούσε να εκσυγχρονίσει το κράτος. Λειτούργησε στη χώρα ένα πολιτικό σύστηµα που θεµελιώθηκε στην καταστροφική στήριξη των πελατειακών σχέσεων και αρµολογήθηκε µε την πρακτική και µεθοδολογία των ρουσφετιών. Ο πολιτικός σε µεγάλο ποσοστό προσπαθεί να καταστήσει την προσωπική του δύναµη στη στήριξη των προσωπικών σχέσεων µε το εκλογικό σώµα, και όχι στη σύγκλιση πολιτικών θέσεων και ιδεολογικών απόψεων. Και ο εκλογέας βλέπει τον πολιτικό σαν τον “άνθρωπο” του που εξυπηρετεί τα ατοµικά του προβλήµατα!
Έτσι το κράτος µετατρεπόταν σε ιδιοκτησία του κυβερνητικού κόµµατος µε στόχο την παραµονή του στην εξουσία. Οι κλυδωνισµοί που υφίστανται κάθε φορά το πολιτικό σύστηµα και η κοινωνία, οφείλονται στη διαπιστούµενη αδυναµία του κράτους. Τα πυροσβεστικά ελικόπτερα είναι ακίνητα, γιατί δεν έχουν ανταλλακτικά για να πετάξουν, τα τρένα τρέχουν µε 200 χιλ. χωρίς έλεγχο και “όπου βγει”, τα αντλιοστάσια δεν λειτουργούν, τα αντιπληµµυρικά έργα δεν γίνονται γιατί δεν φέρνουν… ψήφους, η αισχροκέρδεια “οργιάζει” γιατί δεν υπάρχει κράτος να τη σταµατήσει!
Με ένα τέτοιο καχεκτικό κράτος η Ελλάδα έδειξε µια µειωµένη ικανότητα κατανόησης των αλλαγών που σηµειώνονταν στο διεθνές οικονοµικό και πολιτικό περιβάλλον. Αποτέλεσµα αυτής της κατάστασης ήταν η εµφανής δυσκολία να αντιµετωπίσει η χώρα την κλιµατική αλλαγή, αλλά και να προσαρµοστεί στα νέα δεδοµένα, πραγµατοποιώντας τις κατάλληλες αναπροσαρµογές και µεταρρυθµίσεις.
Στις εξελισσόµενες αλλαγές η Ελλάδα ήταν πολύ πίσω. Έµοιαζε σαν να βλέπει µόνο κινδύνους χωρίς νέες δυνατότητες προσαρµογής και γι’ αυτό έρεπε προς τη στασιµότητα. Έµοιαζε να καταβάλει µία ασταθή και ευκαιριακή προσπάθεια προσαρµογής στις νέες εξελίξεις που επέβαλε ο διεθνής ανταγωνισµός, η παγκοσµιοποίηση και το γεωπολιτικό περιβάλλον. Το κράτος αρκείτο να είναι ένας πολιτικός οργανισµός. Την ουσία του, τη δικαιολογία και τη σκοπιµότητα της ύπαρξης του, αρκείτο το κράτος να την αισθάνεται στην αυτοσυντήρηση του.
ΞΕΝΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ
Στην οπισθοδρόµηση του ελληνικού κράτους, µεγάλες ευθύνες έχουν οι ξένες επεµβάσεις, αλλά και η νοοτροπία του πολιτικού συστήµατος και της κοινωνίας. ∆εν χρειάζεται κανείς να κάνει µακρές ιστορικές έρευνες για να αντιληφθεί ότι στη διεθνή κοινωνία η έννοια της εθνικής κυριαρχίας αποτελεί ένα απλό µύθο, όταν αναφερόµαστε στα µικρά κράτη µε περιορισµένους πόρους. Χρειάζεται µια επιφανειακή ανάλυση για να αποδειχθεί η πυκνότητα και η έκταση των ξένων επεµβάσεων στην πολιτική ζωή της χώρας. Όσες φορές αποπειράθηκε έναν µικρό κράτος να διαφύγει τους κανόνες της υποταγής και της υποτέλειας, τότε ακολούθησαν οι αυστηρές κυρώσεις!
Η Ελλάδα αποτελεί ένα τρανταχτό παράδειγµα!
Η χώρα µας, χωρίς να παραβλέπεται βέβαια και η εξάντληση της οικονοµίας της από τις εξωτερικές δυνάµεις, αντιπροσωπεύει µια υποδειγµατική περίπτωση. Η εξάρτηση του ελληνικού κράτους απέναντι στις ισχυρές δυνάµεις της κάθε εποχής, είναι ταυτισµένη όχι µε τις διαστάσεις της αποκατάστασης του ελληνικού έθνους, αλλά µε τα συµφέροντα αυτών των δυνάµεων. Αυτή λοιπόν η κηδεµονία της χώρας από τις ισχυρές ξένες δυνάµεις συνέβαλε και στη στασιµότητα του εκσυγχρονισµού του κράτους και της κοινωνίας. Οι ξένοι ήθελαν τη λειτουργία ενός αναχρονιστικού κράτους για να περνούν ευκολότερα τα συµφέροντα τους.
Αλλά δεν θα πρέπει να ρίχνουµε τις ευθύνες µόνο στον ξένο παράγοντα. Οι ευθύνες βαρύνουν και εµάς. Είναι τα ελαττώµατα και η καθυστέρηση της κοινωνικής ζωής. ∆εν φταίει µόνο το πολιτικό σύστηµα. Το πολιτικό σύστηµα λειτουργεί µέσα στην κοινωνία. ∆εν πρέπει να υπερτιµάται η αυτονοµία της πολιτικής από το καθολικό κοινωνικό σύστηµα. Σε µεγάλο βαθµό η εξουσία που διαθέτουν οι κυβερνήσεις και η ποιότητα της δραστηριότητας τους εξαρτώνται από τη δοµή και τις συνήθειες της κοινωνίας. Και σχεδόν πάντοτε οι συνήθειες της κοινωνίας και η κυβερνητική συµπεριφορά συµπορεύονται. Όταν οι κυβερνήσεις κινηθούν πιο µπροστά ή πιο πίσω από τις συνήθειες της κοινωνίας συνήθως ανατρέπονται.
Έχει µείνει στην ιστορία η απάντηση του Ελ. Βενιζέλου, όταν ρωτήθηκε που οφείλεται η ήττα του στις µοιραίες για τον τόπο εκλογές του 1920.
«Ήµουνα πιο µπροστά από τον Λαό και δεν µπόρεσε να µε ακολουθήσει».
Για τη δηµιουργία λοιπόν ενός σύγχρονου κράτους φέρνουν ευθύνες όλοι. Οι πολιτικοί, τα κόµµατα, η κοινωνία! Άµα ένας απ’ αυτούς τους παράγοντες δεν ακολουθήσει, τότε δεν θα ΄ρθει ο εκσυγχρονισµός του ελληνικού κράτους. Και τίθεται το ερώτηµα. Είναι δυνατόν όλοι αυτοί οι παράγοντες να συµπορεύονται µε κοινό στόχο την οικοδόµηση ενός σύγχρονου κράτους; Μπορεί να γίνει.
Αν οι κυβερνήσεις δεν βλέπουν το κράτος σαν ιδιοκτησία τους και σχηµατίζονται για να το αλώσουν.
Αν η κοινωνία δεν βλέπει το κράτος σαν εχθρό και είναι έτοιµη να το… “κατασπαράξει”.
Τότε θα ανοίξει ο δρόµος για ένα σύγχρονο, δηµοκρατικό, αξιοκρατικό και ακηδεµόνευτο κράτος.
Ένα κράτος που δεν θα παρουσιάζει εικόνα διάλυσης σε κάθε καιρικό φαινόµενο και σε κάθε δυσκολία. Ένα κράτος που θα αισθάνεται ο πολίτης ασφάλεια και σιγουριά. Ένα κράτος που θα είναι έτοιµο πριν συµβεί το κακό και δεν θα τρέχει την τελευταία στιγµή “τσαλαβουτώντας” και αυτοσχεδιάζοντας. Οι τελευταίες βιβλικές καταστροφές στην Αττική, στην Εύβοια, στον Έβρο και στη Θεσσαλία, έδειξαν ένα κράτος της ανευθυνότητας, της στασιµότητας, της τσαπατσουλιάς, της αυθαιρεσίας, της τελευταίας στιγµής και “όπου βγει”!
Ένα κράτος ανοργάνωτο, ανέτοιµο, χωρίς σχεδιασµούς, που δουλεύει κατά τύχη, που δεν µπορούν οι φορείς να συνεργαστούν µεταξύ τους και που κάθε φορά παρακαλούµε τη… µοίρα µας για να µας λυπηθεί. Για ένα κράτος που η πολιτική του ηγεσία άλλοτε διακήρυσσε ότι θέλει εκσυγχρονισµό, άλλοτε ότι θέλει αναδόµηση και άλλοτε ότι πρέπει να γίνει επιτελικό. Και παρόλα αυτά παραµένει στάσιµο, µουχλιασµένο, ανοργάνωτο, ακατάλληλο για πρόοδο!
Η πολιτική που ασκείται επηρεάζει τη ζωή µας και το κράτος που οικοδοµείται. Έχει λοιπόν ευθύνες.
Η πολιτική υπάρχει για να λύνει τα προβλήµατα µιας κοινωνίας και όχι να ικανοποιεί πολιτικές φιλοδοξίες ή για να “σκεπάζει” και να αναπαράγει τα προβλήµατα. Υπάρχει για να δίνει ελπίδες στον λαό, για να θερµαίνει τις καρδιές των πολιτών και να ενισχύει την πίστη τους στο ελληνικό κράτος.
Πολιτική που δεν δίνει λύσεις, ελπίδες και οράµατα, ζει στη µοναξιά της. Ζει µακριά από τη συµµετοχή του λαού. Θα µιλά και δεν θα την ακούει ο λαός!
Σήµερα έχουµε την καθολική καταστροφή της Θεσσαλίας. Μια καταστροφή που ίσως να επέφερε µόνο ένας πόλεµος. Χάσαµε το 5% του ΑΕΠ!!!
Μπροστά σ’ αυτήν την καταστροφή όλοι οι φορείς αλληλοκατηγορούνται. Η κυβέρνηση ρίχνει τις ευθύνες στους αυτοδιοικητικούς θεσµούς, η Περιφέρεια στους ∆ήµους και ο λαός µας στον… κακό µας τον καιρό. Αυτό είναι το σύγχρονο Ελληνικό Κράτος!
*Ο Βασίλης Πεντάρης είναι π. βουλευτής Χανίων