Αρχές δεκαετίας του 60, διορισμενος νομάρχης στα Χανιά, ήταν ένας απόστρατος Στρατιωτικός. Ύφος σοβαροφανές, αυστηρό και με το ημίψηλο, μόνιμο σύντροφο στο κεφάλι του. Τ’ απογεύματα πήγαινε στο καφενείο που ήταν απέναντι από τη νομαρχία ,έπινε τον καφέ του και έπαιζε πόκα. Θαμώνες του καφενείου ήταν συνταξιούχοι μα και εν ενεργεία, δικηγόροι εκπαιδευτικοί, γιατροί κα.
Κάθε απόγευμα η ιδία διαδικασία επαναλαμβάνεται με ακρίβεια ’’Ρομπότ.” Ο νομάρχης στις 7 το απόγευμα μπαίνει στο καφενείο, αφήνει το καπέλο του στη κρεμάστρα, κάθεται στο ίδιο πάντα τραπέζι, πίνει τον καφέ που έρχεται αμέσως και στις 8:30 έχει δεν έχει τελειώσει το παιχνίδι που παίζει, σηκώνεται λέει καληνύχτα και φεύγει.
Στους πελάτες του καφενείου που είχαν μάθει σε αστειάκια, πειράγματα, φωνές και γέλια, δεν άρεσε η συμπεριφορά αυτή του νομάρχη. Σκεφτήκαν πως έπρεπε κάτι να του σκαρώσουν για να του ‘σπάσουν’ την τυπικότητα και συνάμα να γελάσουν μαζί του. Το ψάξανε απ’ δω, το είδαν απ’ εκεί, οι ιδέες πολλές, ώσπου κατέληξαν στο καπέλο του κ. νομάρχη. Πήγαν και αγόρασαν δυο ολόιδια καπελά σαν αυτό του νομάρχη, έγραψαν μάλιστα μέσα και τα αρχικά του. Υπήρχε όμως μια διαφορά, το ένα από τα δυο καπέλα ήταν δυο νούμερα μικρότερο και το άλλο δυο νούμερα μεγαλύτερο!
Έτσι όταν ο νομάρχης είχε τελειώσει την πόκα και ετοιμάζονταν να φύγει, παίρνει από τη κρεμάστρα το καπέλο του το φοράει και…του κατεβαίνει μέχρι τα’αφτια. ‘λάθος καπέλο πήρα’ σκέφτηκε, το βγάζει το κοιτάζει είναι το δικό του, δε λέει τίποτα και φεύγει.
Την επόμενη μέρα το ίδιο σκηνικό μονό που αυτή τη φορά ήταν το μικρότερο καπέλο! Το φοράει και ίσα που στεκοταν στο κεφάλι του. Το βγάζει το ξανακοιτάζει ‘δεν είναι δυνατόν λέει’ σταυροκοπείται κ φεύγει.
Επί πέντε μέρες επαναλαμβάνονταν η ιδία ιστορία. Τη μια μέρα το μεγάλο την άλλη το μικρό και την παρ’άλλη το κανονικό καπέλο…
Η ώρα ήταν τρις τα χαράματα, δυνατοί χτύποι ακούγονται στη πόρτα του γιατρού που ήταν πελάτης του καφενείου και φυσικά μέσα στο κόλπο του καπέλου. Αγουροξυπνημένος ανοίγει και .. βλέπει μπροστά του ένα αξιολύπητο, κάτωχρο άνθρωπο σε αθλία ψυχολογική κατάσταση. Ήταν ο κ. νομάρχης!! ‘γιατρέ του λέει’ σε θέλω για κάτι πολύ σοβαρό. ‘τι συμβαίνει κύριε νομάρχη;’ Το κεφάλι μου γιατρέ . ‘τι έχει το κεφάλι σας;’ ‘το κεφάλι μου γιατρέ, τη μια μέρα μεγαλώνει και την άλλη μικραίνει, κοντεύω να τρελαθώ’ του λέει με τρεμαμενη φωνή ο νομάρχης και ξεσπάει σε λυγμούς…..