Η τηλεμαχία των “δύο” έχει για τον νικητή ως έπαθλο την εξουσία. Εδώ που φθάσαμε η εξουσία, μετά την κατάρρευση του δικομματισμού, δεν κληρονομείται πλέον. Κερδίζεται μόνο με ικανότητες και καθαρότητα. Τώρα με την πρόοδο της ηλεκτρονικής τεχνολογίας είναι εύκολο να ανατρέξει κανείς στο παρελθόν και να βρει ηχητικά και οπτικά ντοκουμέντα, να συγκρίνει, αν σ’ αυτά που προηγούντο, με τα σημερινά, που γίνονται, υπάρχει συνάφεια ή αντίφαση και να βγάζει τα συμπεράσματά του.
Τα μηνύματα με αφίσες στους τοίχους και τις κολόνες, η βροχή από ραδιοφωνικά και τηλεοπτικά σποτάκια και οι λασπολογίες επηρεάζουν τους αναποφάσιστους, οι οποίοι προώρισται να λύσουν το θρίλερ αυτών των επιλογών. Πάνω σ’ αυτούς πέφτει όλο το βάρος, σ’ αυτούς απευθύνονται τα κόμματα ξοδεύοντας τόσο προεκλογικό χρήμα. Υπερθεματίζουν οι ομιλούντες την έλευση του “νέου”, του διαφορετικού απ’ το “παλιό”, ενώ απ’ το κατεστημένο λανσάρεται και εγκαθίσταται στο προσκήνιο το γερασμένο “χθες”.
Πάντως η εμφάνιση των “μονομάχων” του “ντιμπέιτ” ήταν για τον καθ’ έναν απ’ τους δικούς του υποστηρικτές επαινετική. Επιθέσεις και αντικρούσεις δεν έλειψαν. Το δε σπάνιο φαινόμενο της αυτοκριτικής απ’ το ένα σκέλος απουσίαζε. Τα μηνύματά τους, όμως, ήσαν συγκεκαλυμμένα, ασαφή και αποκαρδιωτικά και είναι αμφίβολο, αν πέρασαν στους ψηφοφόρους, οι οποίοι έχουν κουραστεί και ό,τι ακούν, το αντιμετωπίζουν πικρόχολα, αγανακτούν ή το ρίχνουν στο καλαμπούρι.
Το σοκ της διάσπασης του ΣΥΡΙΖΑ, που θυμίζει κάτι απ’ την αποστασία του ’65, προήλθε απ’ την απώλεια του αντιμνημονιακού του οπλοστασίου (του το πήρε ο Λαφαζάνης), ακόμη δεν πέρασε και θα επηρεάσει το αποτέλεσμα των εκλογών για το κόμμα, ανάλογα με το κατά πόσο ο κ. Τσίπρας θα κάνει τα λιγότερα λάθη τακτικής ως την Κυριακή, έχοντας συμμάχους την καθαρότητα του προσώπου του και τη λογική. Οι περίπου 9 μονάδες που έχασε απ’ το 36% της 25ης Ιανουαρίου αποτελούν τους αναποφάσιστους, που, αν δεν γίνει κάποια ανατροπή, θα σκορπίσουν στα κομματίδια, που δεν θα μπουν στη Βουλή.
Ετσι τα δύο κόμματα θα έρθουν με βραχεία κεφαλή και είναι άγνωστο πώς και με ποιους θα σχηματίσουν κυβέρνηση, δηλαδή τον διαχειριστή του τρίτου μνημονίου ή όπως λέγεται την “επιταγή διευκόλυνσης”, που ανακυκλώνει το χρέος. Σ’ αυτή την περίπτωση, εμμέσως πλην σαφώς, οι αρχηγοί φοβούνται να είναι μόνοι τους. Θέλουν συμμετοχή στη διαχείριση, να νομιμοποιηθεί η σύνθεση μιας κυβέρνησης, ώστε να προκύψει κάποια περίοδος ήρεμης συνεργασίας και σε τελική ανάλυση να μετακυλισθεί το πολιτικό κόστος σε όλους.
Σε συνθήκες πόλωσης είναι δύσκολο να διαπιστώσει κανείς ποιος θα κυβερνήσει. Στην παρούσα φάση, η επιτυχής έκβαση των αποτελεσμάτων των εκλογών συνεπάγεται συμβιβασμούς. Μόνον έτσι θα βρεθεί λύση στην πολύπλευρη κρίση, ιδιαίτερα, αν την εξουσία τη διαχειριστούν άνθρωποι νέοι, ικανοί και αδιάφθοροι.