Παρασκευή, 8 Νοεμβρίου, 2024

Το Μοιρολόι της Ολυμπίας

Κακόπετρος 28 Αυγούστου 1944.

Οι Ναζί σκοτώνουν στον Κακόπετρο τα τέσσερα αδέλφια της Ολυμπίας Δεσποτάκη-Δρακακάκη, η οποία αργότερα γράφει το παρακάτω μοιρολόι:

Το μοιρολόι που θα πω, μάθετε να το λέτε, του Κακοπέτρου τα δεινά, παντοτινά να κλαίτε.
Έγραψα ποίημα θλιβερό, που όποιος και αν το διαβάσει, κι ο μεγαλύτερος εχθρός, από καρδιάς θα κλάψει.
Δευτέρα ξημερώματα κύκλωσαν το χωριό μας, ήταν Αυγούστου είκοσι οχτώ , κακό στο ριζικό μας .
Θα αρχίσω το ιστορικό με μάτια δακρυσμένα, τα Δεσποτάκια φάγανε άδικα τα καημένα.
Τους κύκλωσαν οι Γερμανοί, οι τρισκαταραμένοι, τους βρήκαν και κοιμότανε όλοι οι διαλεγμένοι.
Παιδιά ετουφεκίσανε, αθώα παλικάρια , και τα στειλαν να κατεβούν στου Άδη τα σκοτάδια .
Σαν να ταν φοβεροί ληστές και επικηρυγμένοι, έτσι τους τουφεκίσανε οι τρισκαταραμένοι .
Πρωί, πρωί είχε σηκωθεί η Δεσποτοκωστίνα, βλέπει στο δρόμο Γερμανούς και λέει η κακομοίρα:
Παιδιά μου τι μας έρχεται και τι μας περιμένει, τριγύρω στον Κακόπετρο είναι αραδιασμένοι!
Ξυπνά τους γιους της γρήγορα και δίχως να προφτάσουν, ρούχα πολλά να βάλουνε να μην κακοπεράσουν.
Ψωμί, τυρί τους έδωσε κα λέει στα καημένα: στη φυλακή που θα’σαστε, μην είστε πεινασμένα!
Σειρά, σειρά καθίσανε τα τέσσερα αδελφάκια, και η μικρή τους αδελφή τους δίνει μαντηλάκια.
Δυο Γερμανοί τα μάζεψαν, στο δρόμο τα λαλούνε, να’χαν τα χώματα φωνή κι οι πέτρες να μιλούνε!
Στο δρόμο γέλιο ακούστηκε. Γελούν οι δικασμένοι! Το θάρρος και η λεβεντιά ποτές δεν αποθαίνει!
Φονιά ,δεν ελυπήθηκες? Φονιά , δεν εφοβήθης , παιδιά , αθώα πλάσματα σφαίρες να τα γεμίσεις ?
Φονιά , εσύ που τα’βαλες εις τη γραμμή αράδα, δεν ένιωσες λιποψυχιά ? Γη πόνο γη ζαλάδα ?
Φονιά , πως αποφάσισες και όπλισες την κάνη, και δεν εστράφηκες να δεις τη νιότη και τα κάλλη?
Στο δρόμο τα σκοτώσανε κι εκεί εσωριαστήκαν, κι ύστερα σαν άδεια σακιά τα’σπρωξαν και τ’αφήκαν.
Ύστερα πάνε οι Γερμανοί στη δόλια εκείνη μάνα κι αξίωση για μαγειριό οι άνανδροι εβάνα!
Κρατούσανε κοτόπουλα να φάνε να χορτάσουν κι ύστερα πάλι θάνατο τριγύρω να μοιράσουν.
Χιλιάδες πυροβολισμοί πέφτανε όλη μέρα μέχρι που ήρθε διαταγή και έφυγαν ίσια πέρα.
Όλα τα γυναικόπαιδα τα είχαν μαζεμένα και εις του χωριού ένα μαγαζί τα είχαν κλειδωμένα.
Τ’απόγευμα που φύγανε οι τρισκαταραμένοι, φεύγει τους γιους της να ζητά η πολυπικραμένη.
Και μόλις είδε το σωρό απάνω εις το χώμα, τον πόνο και το θρήνο της να πει δεν είχε στόμα.
κι όσες τα τέσσερα παιδιά είδανε σκοτωμένα, κι αυτές σουρομαδίστηκαν και τα’χανε χαμένα.
Φωνή και κλάμα αντιλαλούν στω Χατζιανών τα μέρη, τρεις μάνες κλαίνε και θρηνούν για το κακό χαμπέρι.
Η μια θρηνεί μοναχογιό, η άλλη τα δυο ορφανά της, και η άλλη η βαριόμοιρη κλαίει τα τέσσερά της:
Μανώλη μου και Σπύρο μου, όφου η συμφορά μου, Τάσο και Χαραλάμπη μου, παιδάκια δίδυμά μου!
Παίρνουν τα , τα σηκώνουνε, στο σπίτι να τα πάνε, κι η Παναγία και ο Χριστός κλαίνε και συμπονάνε.
Την άλλη μέρα η μάνα τους η Δεσποτοκωστίνα, στον ώμο της τα σήκωσε, τα πήγε εις το μνήμα.
Δυο δυο τα βάζουνε την γη, στης εκκλησιάς την άκρη, και ο ουρανός εσείστηκε κι έριξε μαύρο δάκρυ .
Παπάς δεν ήτανε εκεί ευχή για να τους δώσει, μητ’άνθρωπος για την ταφή, στη γη να τους κουκλώσει.
Μαύρο σταυρό εκρέμασαν στην πενθισμένη θύρα, οι μάνα που’ χασε τους γιους ,οι μάνα οι κακομοίρα.
Ο πρώτος γιος ο Μανωλιός, στα εικοσιεφτά του χρόνια, είχε του κόσμου τσι ομορφιές μα λιώσανε σα χιόνια.
Ο Σπύρος ήταν δεύτερος, στα είκοσι τέσσερά του, κανείς δεν βρέθηκε κακό να πει για όνομά του.
Ο Τάσος κι ο Χαράλαμπος, δίδυμα αδελφάκια, τα χρόνια είχαν δεκαεφτά τα άτυχα παιδάκια.
Μα η λευτεριά απέδιωξε πάλι την τυραννία και λάμπει των παλικαριών η μνήμη αιωνία !


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

1 Comment

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα