Η φιλαρέσκεια είναι μια ανάγκη του ανθρώπου από αρχαιοτάτων χρόνων.
Ο άνθρωπος έχει την ψυχική ανάγκη να είναι όμορφος, ευχάριστος, να αναδεικνύει τις φυσικές αρετές του. Ευρήματα ανασκαφών, κοσμήματα από διάφορα υλικά. Πολύτιμες πέτρες, κόκαλα ελεφαντοστούν, ασήμι και χρυσός. Περίτεχνα κοσμήματα να στολίζουν την κόμη, τα ρούχα, το λαιμό, τα χέρια, τα δάχτυλα. Κοσμήματα… Η ανάγκη δημιουργίας του καλλιτέχνη και η ανάγκη του ανθρώπου να εισπράξει το δημιούργημα, είναι αμφίδρομη. Κοσμήματα ανεκτίμητης αξίας έχει και ένα κράτος, μια πόλη. Τέτοιο κόσμημα είναι για την Ελλάδα ο Παρθενώνας και όλοι όσα κληρονομήσαμε από τους προγόνους μας. Κοσμήματα είναι, επίσης, ο λαμπερός ήλιος μας, ο καταγάλανος ουρανός, οι δαντελωτές ακρογιαλιές, τα καταπράσινα δάση.
Στην πόλη μας εκτός από τις φυσικές ομορφιές, είμαστε υπερήφανοι και τυχεροί που έχουμε “κοσμήματα” που την στολίζουν, την ομορφαίνουν και την κάνουν περιζήτητη. Τέτοια “κοσμήματα” είναι οι διάφοροι χώροι πολιτισμού. Φωτεινοί φάροι που με τη φιλότιμη προσπάθεια, μεγάλο αγώνα και σκληρή δουλειά κάποιων ανθρώπων, υπάρχουν στην πόλη μας. Είναι η Πινακοθήκη, το Αρχαιολογικό Μουσείο που προσφάτως εγκαινιάστηκε, η οικεία του Ελευθέριου Βενιζέλου, το ίδρυμα “Βενιζέλου”, το μουσείο σχολικής ζωής, το ιστορικό μουσείο, το ναυτικό μουσείο και το Μουσείο τυπογραφίας, το Λαογραφικό μουσείο, το πολεμικό μουσείο. Ίσως υπάρχουν και άλλα που δεν γνωρίζω ή μου διαφεύγουν.
Το μουσείο Τυπογραφίας, ακριβό απόκτημα της Ελένης και του Γιάννη Γαρεδάκη, ιδιοκτήτες της εφημερίδας “Χανιώτικα Νέα”. Δυο άνθρωποι με ευρείς ορίζοντες, που εργάστηκαν σκληρά, οραματίστηκαν να δημιουργήσουν έναν χώρο όπου έκλεισαν μέσα όλη την ιστορία της τυπογραφίας. Μηχανές του 19ου αιώνα που με τα μαυρισμένα χέρια του τυπογράφου, έγραψαν ιστορία. Γράμμα- γράμμα, μεταλλικά μικρά στοιχεία, λέξη- λέξη στοιχειοθετούσαν ένα ολόκληρο βιβλίο. Όλα αυτά τα μηχανήματα διατηρήθηκαν, αξιοποιήθηκαν και μένουν αναλλοίωτα από τον χρόνο με την αγάπη και τη φροντίδα της Ελένης και του Γιάννη Γαρεδάκη. Η Ελένη και ο Γιάννης Γαρεδάκης ένιωσαν την ανάγκη να προσφέρουν. Να δώσουν κάτι από την ψυχή τους. Η προσφορά τους αυτή υπάρχει ακόμη και ζει, γιατί υπάρχουν άξιοι συνεχιστές του έργου τους και, επίσης, υπάρχουν άνθρωποι που ρουφάνε διψασμένοι το καθετί που υπάρχει στο Μουσείο Τυπογραφίας. Κάθε γωνιά και ένας θησαυρός.
Σε αυτόν τον όμορφο χώρο έχει ο κάθε επισκέπτης την δυνατότητα να ξεναγηθεί. Σχολεία παρακολουθούν εκπαιδευτικά προγράμματα για την ιστορία της τυπογραφίας. Τα μαύρα, από το μελάνι χέρια του τυπογράφου, έγραψαν τόμους ατελείωτους και αντικατέστησαν την πένα των ανθρώπων και τα χειρόγραφα.
Η αλματώδης ανάπτυξη έφερε τον υπολογιστή που με ένα πάτημα φέρνει μπροστά μας όλο το κόσμο. Επανάσταση. Οι σελίδες, όμως, ένα βιβλίου είναι κάτι διαφορετικό. Η εφημερίδα, η πρωινή συντροφιά μας, με το χαρτί γεμάτο ειδήσεις και σχόλια, είναι ζωντανό, φιλικό και αγγίζει τις ψυχές μας, γιατί το αισθάνεσαι, το μυρίζεις, το χαίρεσαι. Το βιβλίο έχει τη θέση του στο ράφι μιας γεμάτης βιβλιοθήκης. Την Τετάρτη, 18 Μαίου, ημέρα γιορτής των Μουσείων, μας δόθηκε η ευκαιρία να απολαύσουμε στους χώρους του “ΜΟΥΣΕΙΟΥ ΤΥΠΟΓΡΑΦΙΑΣ” και να γιορτάσουμε όλοι μαζί με αγαπημένα τραγούδια που άψογα ερμήνευσαν ο Κώστας Λειβαδάς και η Ανδριάνα Μπάμπαλη, τραγούδια που είχαμε αγαπήσει και τραγουδήσει. “Μοίρα μου έγινες”, “Είσαι εσύ ο άνθρωπος μου”, “ Σαν να μην πέρασε μια μέρα”. Σαν να μην πέρασε μια μέρα από τότε που οι μηχανές του τυπογραφείου του Γιάννη Γαρεδάκη “κελαϊδούσαν” και έγραφαν ιστορία. Μια ιστορία που την συνεχίζουν όλοι όσοι ακούραστα, με κέφι, εργάζονται στο Μουσείο Τυπογραφίας.
Συγχαρητήρια σε όλους και ιδιαίτερα στην διευθύντρια του Μουσείου Έλια Κουμή. Να έχουν δύναμη και την φλόγα άσβηστη για την συνέχιση της λειτουργίας του.