Κύριε διευθυντά,
Aπό μικρό παιδί λάτρευα την Αρχαιολογία και μέχρι σήμερα επισκέπτομαι μανιωδώς αρχαιολογικές ανασκαφές και μουσεία στεκόμενη με δέος μπροστά στο τιτάνιο έργο της ανάδειξης του μόνου πραγματικού θησαυρού της ανθρωπότητας, των άϋλων και υλικών επιτευγμάτων της ανθρώπινης διάνοιας και της εξέλιξής της μέσα στον Χρόνο.
Όταν το 1990 εγκαταστάθηκα στα Χανιά, είχα την ευκαιρία να παρακολουθήσω και να θαυμάσω το έργο χαλκέντερων και άοκνων αρχαιολόγων, που συστηματικά δούλευαν στους αρχαιολογικούς τόπους των Χανίων και συνέδεσαν τα ονόματά τους με αξιόλογες έρευνες και ανασκαφές.
Ενδεικτικά αναφέρω τις κύριες Βάνα Νινιού – Κινδελή στην Απτέρα, Βούλα Δροσινού στη Γαύδο, Σταυρούλα Μαρκουλάκη στη Λισσό και το Καστέλλι Κισσάμου και βέβαια την τότε προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Χανίων Μαρία Ανδρεαδάκη-Βλαζάκη.
Με μεγάλη, λοιπόν, συγκίνηση επισκέφθηκα το νέο Αρχαιολογικό Μουσείο Χανίων στη διάρκεια και των τριών πρώτων ημερών λειτουργίας του από τις 16 μέχρι και τις 18 του Απρίλη 2022, έχοντας τη γνώση ότι πρόκειται για ένα προϊόν πολυετούς προσπάθειας και συλλογικού μόχθου.
Η προσέλευση του κόσμου υπήρξε πρωτοφανής. Μόνο την Κυριακή, τη δεύτερη μέρα λειτουργίας του, πέρασαν το κατώφλι περίπου 3.000 άνθρωποι, για να διαπιστώσουν ότι άξιζε τον κόπο και να νιώσουν τι σημαίνει κοινωνικό αγαθό.
Ο επιστημονικός τρόπος της παρουσίασης των εκθεμάτων είναι εντυπωσιακός και ταυτόχρονα εύληπτος και κατανοητός από ευρύτερα λαϊκά στρώματα του πληθυσμού, από ανθρώπους που δεν έχουν ειδικές γνώσεις αλλά και από άτομα πολύ νεαρής ηλικίας.
Αναλυτικά χρονολόγια των Προϊστορικών και Ιστορικών Χρόνων, πλήθος φωτογραφιών, επεξηγηματικά βίντεο με βάση την πλέον σύγχρονη τεχνολογία, πειστικές αναπαραστάσεις χώρων και δρωμένων, γραμματοσειρές μεγάλου μεγέθους για ξεκούραστη ανάγνωση των επεξηγηματικών κειμένων και επιγραφών, άρτιος φωτισμός και άνετοι χώροι είναι μόνον μερικά από τα θετικά του νέου Αρχαιολογικού Μουσείου Χανίων.
Όποιος πραγματικά θέλει να μάθει, όποιος θέλει να αισθανθεί τη μέθεξη που προσφέρει η μαγεία της ανασύνθεσης του απώτερου παρελθόντος, αρκεί να διαβεί την είσοδο του υπέροχου αυτού Μουσείου που πίσω του βρίσκονται παλαιοί και νέοι αρχαιολόγοι, τεχνικοί, αρχαιοφύλακες και τόσοι άλλοι.
Θεωρώ ωστόσο υποχρέωσή μου, να επισημάνω καλοπροαίρετα μερικά λάθη, των οποίων η διόρθωση πιστεύω, ότι θα βοηθήσει στην άρση κάποιων κακώς κειμένων καταστάσεων:
1. Στον χώρο της υποδοχής των επισκεπτών έχει φυτευθεί μιά όμορφη ελιά μέσα σε αίθριο περίκλειστο από τζάμια, ένα εντυπωσιακό έργο τέχνης, το οποίο φωτίζεται από προβολείς. Όμως, ακριβώς μπροστά από τα τζάμια, που χωρίζουν την ελιά από το κοινό, έχουν τοποθετηθεί τρεις μεγαλόσχημες πινακίδες με το λογότυπο του Μουσείου και του σχεδιαγράμματος, που υποδεικνύει τους χώρους του.
Έτσι, εμποδίζεται η θέα της ελιάς. Θα πρέπει, λοιπόν, να μετακινηθούν σε παρακείμενο σημείο οι εν λόγω πινακίδες.
Επίσης, το βράδυ ο λευκός φωτισμός της αίθουσας υποδοχής είναι τόσο ισχυρός και άπλετος, ώστε επ’ ουδενί δεν φαίνεται η ελιά και ο προσεγμένος διακριτικός φωτισμός, που την αναδεικνύει.
2. Ενώ όλες οι επιγραφές και τα κείμενα είναι παράλληλα μεταφρασμένα ή μεταγραμμένα επακριβώς στην αγγλική γλώσσα, ωστόσο συνάντησα σε κάποιες επιγραφές και κείμενα τη λέξη «Αρκουδιώτισσα» ενώ στην αγγλική μεταγραφή της την ένδειξη «Αρκουδόσπηλιος» (Arkoudospilios).
‘Ετσι, ο μεν Έλληνας επισκέπτης θα γνωρίζει το σπήλαιο με την πρώτη του ονομασία «Αρκουδιώτισσα», ενώ ο αλλοδαπός θα ψάχνει τον «Αρκουδόσπηλιο». Ποιό είναι το σωστό;
3. Κάθε έκθεμα συνοδεύεται από έναν μοναδικό αριθμό και ο επισκέπτης έχει την ευκαιρία να διαβάσει σε ταμπέλλες, που βρίσκονται κάτω από τα εκθέματα και στον αντίστοιχο αριθμό, το τι ακριβώς είναι το κάθε αντικείμενο.
Συμβαίνει, όμως, μία τεχνική αβλεψία (ιδίως στα εκθέματα της «Συλλογής Μητσοτάκη» αλλά και σε πολλές άλλες προθήκες), έτσι ώστε να πρέπει ο επισκέπτης να μετακινηθεί έως και δύο μέτρα δεξιότερα για να διαβάσει π.χ. τι αφορά το αντικείμενο υπ’ αριθμόν 20, επειδή η ταμπέλλα που αναφέρεται στον αριθμό 20, βρίσκεται φερ’ ειπείν κάτω από το αντικείμενο υπ’ αριθμόν 50.
Οπότε, για να καταλάβει κανείς τι βλέπει, πρέπει να μετακινείται διαρκώς δεξιά – αριστερά μπροστά από τη βιτρίνα εμποδίζοντας και τους άλλους επισκέπτες.
4. Δεν υπάρχει πουθενά σε όλο το Μουσείο μία επιγραφή στους τοίχους ή κοντά στα εκθέματα, που να γράφει “ΜΗΝ ΑΓΓΙΖΕΤΕ”. Φαίνεται, ότι για τον κόσμο δεν είναι αυτονόητο αυτό, αφού με τα μάτια μου είδα παιδάκια να προσπαθούν ν’ αγγίξουν τα γλυπτά αναθήματα του Ασκληπιείου της Λισσού υπό τα αδιάφορα βλέμματα των γονιών τους και μία κυρία να χαϊδεύει την κοιλιά ανδρικού αγάλματος στην ίδια αίθουσα, η οποία μου είπε όταν της έβαλα τις φωνές, ότι είδε μιά βρωμιά στην κοιλιά του γλυπτού και θέλησε να την καθαρίσει (!!!)
Με την ευκαιρία αυτή θέλω να τονίσω, ότι οι φύλακες, όσο φιλότιμα και αν επιτελούν το έργο τους, δεν επαρκούν. Ειδικά στην αίθουσα, όπου στη μία άκρη της βρίσκεται η «Οικία του φιλάργυρου» και στη άλλη τα γλυπτά της Λισσού, πρέπει οπωσδήποτε να υπάρχουν δύο φύλακες και να επαγρυπνούν, ειδάλλως να τοποθετηθεί προστατευτικό κιγκλίδωμα μπροστά από τα γλυπτά.
5. Με ιδιαίτερη δυσαρέσκεια διαπίστωσα ότι δεν απαγορεύεται μέσα στις αίθουσες του Μουσείου η χρήση κινητών τηλεφώνων αλλά ούτε και οι φωνασκίες, πράγμα αυτονόητο σε όλα τα μουσεία του κόσμου. Το μουσείο είναι χώρος ιερός, απαιτεί σεβασμό και απόλυτη ησυχία, περισυλλογή και αυτοσυγκέντρωση.
Αλλά, για όλα αυτά χρειάζεται παιδεία…
Άφησα για το τέλος δύο ζητήματα, που αφορούν τον εξωτερικό χώρο του Αρχαιολογικού Μουσείου.
Το πρώτο έχει να κάνει με τη φύτευση μίας έκτασης με γκαζόν, το οποίο είναι μεν όμορφο, αλλά όποιος το πρότεινε δεν σκέφθηκε ότι σε 20 χρόνια οι πόλεμοι θα γίνονται για το νερό. Ότι το γκαζόν, για να διατηρηθεί χρειάζεται δύο φορές την ημέρα πότισμα. Ότι η Κρήτη δεν είναι βόρεια Ευρώπη, ο ήλιος τρώει την πέτρα, υπάρχει ξηρασία, λειψυδρία και απόλυτη ανάγκη για δένδρα και σκιά.
Θα σπαταλάμε το πολύτιμο νερό για να ποτίζεται το γκαζόν; Μήπως πρέπει να φυτέψουμε δένδρα και θάμνους ανθεκτικούς στην ξηρασία;
Το δεύτερο και τελευταίο ζήτημα αφορά την πίσω εξωτερική πλευρά του Μουσείου, όπου έκπληκτη αντίκρυσα 15 πανέμορφα, ψηλόλιγνα κυπαρίσσια φυτεμένα σε ισάριθμες τσιμεντένιες γλάστρες, που στην πραγματικότητα είναι κυλινδρικά τμήματα αγωγών αποχέτευσης βαμμένων σε χρώμα θαλασσί. Και ερωτώ: Πού ακούστηκε να φυτεύονται κυπαρίσσια σε γλάστρες; Το κυπαρίσσι, χαρακτηριστικό δένδρο της νότιας Ελλάδας και της Κρήτης, γίνεται τεράστιο, επιβλητικό και δυνατό.
Ενώ είναι εξαιρετική σκέψη και επιλογή να φυτευθούν κυπαρίσσια γύρω από τον περιβάλλοντα χώρο του Μουσείου, φαίνεται άτοπο και παράδοξο να ασφυκτιούν σε τσιμεντένια κουτάκια. Εύχομαι να επικρατήσει η λογική και να μεταφυτευθούν άμεσα στο χώμα, όχι μόνον αυτά αλλά ακόμα περισσότερα δένδρα.
Ευχαριστώ για τη φιλοξενία
Κατιλένα Π. Σταθάκου
Νομικός – Τουρκολόγος