Μέσα από ανταπόκριση της γαλλικής εφηµερίδας L’illustratrion, που παρουσιάζεται στο Μουσείο Τυπογραφίας
Στην ηρωική αυτοθυσία των Κρητών και στο ολοκαύτωµα της Μονής Αρκαδίου το 1866 είναι αφιερωµένο εκτενές δηµοσίευµα της γαλλικής εφηµερίδας L’illustration εκείνης της εποχής, που βρίσκεται στις συλλογές του Μουσείου Τυπογραφίας Γιάννη & Ελένης Γαρεδάκη.
Η κορυφαία πράξη του απελευθερωτικού αγώνα των Κρητών και ένα από τα σπουδαιότερα γεγονότα της Κρητικής Επανάστασης του 1866, αποτέλεσε ένα ηχηρό ξεκίνηµα αφύπνισης των λαών της Ευρώπης για τα δεινά των Κρητών, προκαλώντας παγκόσµια συγκίνηση. Σπουδαίες προσωπικότητες της εποχής πήραν θέση υπέρ του Κρητικού Αγώνα και πνευµατικοί άνθρωποι, φιλέλληνες από όλο τον κόσµο, έσπευσαν να ενισχύσουν την Επανάσταση.
Σε αυτό το πνεύµα κινείται και το κείµενο του ανταποκριτή της γαλλικής εφηµερίδας L’illustration που υπογράφει µε τα αρχικά του M.G.K και δηµοσιεύτηκε στο φύλλο της 5ης Ιανουαρίου του 1867. Στο κείµενο – που συνοδεύεται από µια συγκλονιστική γκραβούρα όπου απεικονίζεται η στιγµή της έκρηξης- περιγράφεται ο αγώνας των Κρητικών, η τραγική κατάληξη των έγκλειστων χριστιανών της Μονής Αρκαδίου και ζητείται η Γαλλική υποστήριξη. «Η υπόθεση των Κρητών είναι µια δίκαιη υπόθεση και αντάξια όλων των συµπαθειών της γαλλικής κυβέρνησης» καταλήγει η επιστολή.
Αναλυτικότερα στην επιστολή µε τίτλο: «Η ηρωική άµυνα της µονής Αρκαδίου», αναφέρονται µεταξύ άλλων τα εξής:
«Κύριε ∆ιευθυντά,
Χαίροµαι που µπορώ να σας στείλω σκίτσα και σηµειώσεις που θα σας επιτρέψουν να πείτε την αλήθεια των γεγονότων στην Κρήτη και να αποκαλύψετε στον κόσµο τις συνθήκες της ηρωικής άµυνας του Αρκαδίου.
Η προέλευση αυτού του µοναστηριού ανάγεται, σύµφωνα µε ορισµένους, στον Αυτοκράτορα Αρκάδιο, που βασίλεψε τον τέταρτο αιώνα µ.Χ. και που του έδωσε το όνοµά του. Βρίσκεται στη νότια πλαγιά της Ίδης, 489 µέτρα πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας και 2.000 µέτρα κάτω από την κορυφή του διάσηµου βουνού στην αρχαιότητα. Κατά τον Μεσαίωνα, χρησίµευε ως ακαδηµία επιστηµών και τεχνών, όπου συνέρρεαν µαθητές από όλα τα µέρη της Ανατολής και της ∆ύσης.
Οι Μαυριτανοί, οι Βενετοί, οι Τούρκοι κατακτητές του Χάνδακα, οι Γενίτσαροι και οι ίδιοι οι Άραβες, κατά τη διάρκεια του πολέµου της ελληνικής ανεξαρτησίας, από το 1821 έως το 1829, την είχαν όλοι σεβαστεί, σαν ένα άσυλο όπου οι ταξιδιώτες και οι άποροι όλων των εθνικοτήτων, όλων των θρησκειών, βρήκαν δωρεάν ανάπαυση και την φροντίδα.
Η Μονή εµπλουτισµένη, από πολυάριθµες δωρεές πιστών που την επισκέπτονταν, επιχορηγούσε σχολεία, έστελνε µαθητές για σπουδές στο εξωτερικό µε δικά της έξοδα, εκπαίδευσε ζωγράφους, αγιογράφους, αντιγραφείς χειρόγραφων, απασχολούσε γεωργούς, κτηνοτρόφους κ.α. Για την ιστορία αυτού του µοναστηριού, µπορεί κανείς να συµβουλευτεί το έργο του Γερµανού ιστοριοδίφη Sieber: «Voyage in the island of Crete», Λειψία, 1823.
Όµως η εικόνα και τα σκίτσα που σας στέλνω θα επιτρέψουν στους αναγνώστες σας να σχηµατίσουν µια ακριβή ιδέα της σκηνής του αξιοµνηµόνευτου ιστορικού γεγονότος που σήµερα γεµίζει µε συγκίνηση τους Έλληνες.
Την 7η του περασµένου Νοεµβρίου, ο Μουσταφά πασάς, έφτασε στο Ρέθυµνο µε 12.000- 15.000 άνδρες και επιτέθηκε στη µονή του Αρκαδίου. Οι επιχειρήσεις του, είχαν αποτύχει για δύο ηµέρες και δύο νύχτες µε αδιάκοπα πυρά, τρεις επιθέσεις και άλλες τόσες προειδοποιήσεις που δεν µπόρεσαν να κλονίσουν τη σταθερότητα των υπερασπιστών του µοναστηριού. Ωστόσο ο Τούρκος στρατηγός, µε ισχυρά πυροβόλα, κατάφερε να κάνει ρήγµα στο µοναστήρι. Τέσσερα τουρκο – αιγυπτιακά τάγµατα εισχώρησαν στη συνέχεια, το ξηµέρωµα της 8ηςΝοεµβρίου, στην αυλή όπου οι ηρωικοί Κρήτες είχαν εµπλακεί σε σκληρή µάχη για έξι ώρες, όταν µια τροµερή έκρηξη έδωσε τέλος σε αυτό το αιµατηρό και ένδοξο δράµα.
Οι εκδοχές διαφέρουν ως προς την ταυτότητα του ανθρώπου που προχώρησε στην µεγαλειώδη πράξη της πυρπόλησης της πυριτιδαποθήκης του µοναστηριού και της εθελοθυσίας τόσων ανθρώπων. Σύµφωνα µε ορισµένους, τη φωτιά έβαλε ο ίδιος ο Ηγούµενος Γαβριήλ.
Τα κατά προσέγγιση στοιχεία ανεβάζουν σε 950 τον αριθµό των έγκλειστων ανθρώπων, ηλικιωµένων και γυναικόπαιδων, που είχαν καταφύγει στο µοναστήρι, υπό την προστασία 250 περίπου πολεµιστών. Από αυτόν τον συνολικό αριθµό 1.200 ψυχών, είδαµε µόνο 61 γυναίκες και παιδιά και 35 άντρες, τραυµατίες ή ακρωτηριασµένους. Μέσα στα ερείπια, η εκκλησία παρέµενε όρθια αφού προηγουµένως είχε βεβηλωθεί και λεηλατηθεί από τους Μουσουλµάνους.
Οι κρατούµενοι στάλθηκαν στο Ρέθυµνο: τα γυναικόπαιδα κλεισµένα στην εκκλησία, οι άντρες σε βρώµικα µπουντρούµια και χωρίς επικοινωνία µε τον χριστιανικό πληθυσµό της πόλης. Οι τραυµατίες δεν µπόρεσαν να ακολουθήσουν…».
Ο συντάκτης της επιστολής, αφού αναφέρεται στην προσωπικότητα του Ηγούµενου Γαβριήλ, κάνει λόγο για ένα «γεγονός που προκάλεσε µεγάλη αίσθηση στο νησί και εµψύχωσε σε µεγάλο βαθµό την πολεµική θέρµη των αγωνιζόµενων Κρητών» καθώς και για « πράξη ύψιστης αφοσίωσης στην υπεράσπιση του µοναστηριού». «Η υπόθεση των Κρητών είναι µια δίκαιη υπόθεση και αντάξια όλων των συµπαθειών της γαλλικής κυβέρνησης» καταλήγει ο συντάκτης.