» Μariana Leky, Mετάφραση Μαρία Αγγελίδου. Εκδόσεις Gutenberg
Όταν είπε η Ζέλμα πως τη νύχτα είχε δει οκάπι* στον ύπνο της, αμέσως σκεφτήκαμε ότι κάποιος από όλους μας θα πέθαινε, και μάλιστα μέσα στις επόμενες είκοσι τέσσερις ώρες. Ήμασταν σίγουροι. Και πράγματι έτσι έγινε. Σχεδόν έτσι. Κάποιος πέθανε, σε είκοσι εννέα ώρες. […] Τρεις φορές στη ζωή της είχε ονειρευτεί οκάπι η Ζέλμα. Και τις τρεις φορές κάποιος είχε πεθάνει μετά· γι’ αυτό κι ήμασταν τόσο σίγουροι ότι το όνειρο με το οκάπι και ο θάνατος συνδέονταν οπωσδήποτε μεταξύ τους. Έτσι λειτουργεί το μυαλό του ανθρώπου. Καταφέρνει μέσα σε χρόνο μηδέν να συσχετίσει τα πιο άσχετα μεταξύ τους πράγματα.
Η Ζέλμα, η γιαγιά της δεκάχρονης τότε αφηγήτριας, ξυπνάει αναστατωμένη, όπως είναι φυσικό, από το όνειρο αυτό. Το εμπιστεύεται σε δύο τρία άτομα, αλλά μέσα σε λίγη μόλις ώρα το μικρό χωριό κυριεύεται από ανησυχία, αφού ο καθένας έχει τους δικούς του λόγους να θεωρεί πως το οκάπι εμφανίστηκε για εκείνον ή για κάποιον αγαπημένο του. Μέτρα προφύλαξης λαμβάνονται, οι γείτονες της Ζέλμα γίνονται πιο προσεκτικοί στις απλές κινήσεις της καθημερινότητας, δεν παίρνουν αχρείαστα ρίσκα. Ακόμα και εκείνοι που δεν πιστεύουν σε αυτά, στις προλήψεις και τα όνειρα, δοκιμάζουν επίσης να κλείσουν τους ανοιχτούς λογαριασμούς, να μην πάρουν μαζί τους μυστικά και ψέματα, γράφουν επιστολές και αφήνουν σημειώματα για παν ενδεχόμενο. Για κάποιες ώρες, και επ’ απειλή θανάτου, η ζωή γίνεται πιο γλυκιά, πιο ανθρώπινη. Έτσι ξεκινά αυτή η ιστορία.
Την αφήγηση της ιστορίας η Λέκι την εμπιστεύεται στη Λουίζε, την οποία και προικίζει με τις δυνάμεις μια παντογνώστριας αφηγήτριας. Η επιλογή μιας πρωτοπρόσωπης και ταυτόχρονα παντογνώστριας αφηγήτριας παρότι σε κάποια σημεία ξενίζει, στο σύνολο του μυθιστορήματος λειτουργεί, καθώς προσδίδει τον απαραίτητα υποκειμενικό και άρα συναισθηματικό χαρακτήρα που η συγκεκριμένη ιστορία χρειάζεται, ενώ ταυτόχρονα δικαιολογείται στο ευρύτερο ειδολογικό πλαίσιο του μαγικού ρεαλισμού στο οποίο Το όνειρο της Ζέλμα εντάσσεται. Το εύρημα με τα οκάπι που εμφανίζονται και σηματοδοτούν κάποιον επερχόμενο θάνατο προβάλλεται υπερβολικά τόσο στην επιλογή του ελληνικού τίτλου (ο πρωτότυπος τίτλος είναι: Τι μπορείς να δεις από εδώ) όσο και στο οπισθόφυλλο. Ωστόσο, το μυθιστόρημα ευτυχώς δεν αναλώνεται στο συγκεκριμένο εύρημα και τα εύπεπτα φιλοσοφικά ερωτήματα περί βίου που προκύπτουν από αυτό. Τα όρια σε μια τέτοια περίπτωση θα ήταν ασφυκτικά και η μεταφυσική διάσταση θα κινδύνευε αντί για στοιχείο μαγικού ρεαλισμού να προσληφθεί ως απλή δεισιδαιμονία.
Η Λέκι χρησιμοποιεί το εύρημα του ονείρου, πρώτα και κύρια, για να εισάγει τον αναγνώστη στην ιστορία της, για να του συστήσει τα πρόσωπα και να τον ξεναγήσει στο μικρό χωριό που θα χρησιμοποιήσει ως ένα ιδιότυπο εργαστήριο. Η προθανάτια αγωνία δικαιολογεί την ανάδυση στην επιφάνεια αρκετών στοιχείων του χαρακτήρα, που υπό άλλες συνθήκες θα απαιτούσαν αφηγηματικό χρόνο και κόπο. Ταυτόχρονα, η συγγραφέας φανερώνει εξ αρχής τα χαρτιά της, αυτή η ιστορία θα έχει κάτι το ανοίκειο, το μαγικό, δεν θα είναι μια αυστηρά ρεαλιστική και μονοσήμαντη εκδοχή του κόσμου. Η πρωτοπρόσωπη αφήγηση, παρότι γίνεται εκ των υστέρων, όταν η Λουίζε είναι μεγαλύτερη σε ηλικία, αναπόφευκτα διαθέτει κάτι από την παιδικότητα της ματιάς του δεκάχρονου κοριτσιού, που ο κόσμος του εκτείνεται στα λίγα σπίτια του χωριού που μένει και τριγυρνά με τον φίλο της τον Μάρτιν όλη μέρα. Η αφήγηση αποκαλύπτει πολλά για τον χαρακτήρα της Λουίζε, αλλά και το αντίστροφο, ο χαρακτήρας της Λουίζε εν πολλοίς καθορίζει την αφήγηση αλλά και την ίδια την ιστορία, καθώς η οπτική της καθορίζει εν πολλοίς την πρόσληψη του περιβάλλοντος κόσμου. Η Λέκι καταφέρνει να καταστήσει πειστική μια ιδιαίτερη φωνή και αυτό της πιστώνεται.
Σε πρώτο επίπεδο, Το όνειρο της Ζέλμα είναι ένα μυθιστόρημα ενηλικίωσης. Ωστόσο, η Λέκι δεν αρκείται σε αυτό. Μαζί με τη Λουίζε μεγαλώνει και ο κόσμος της. Η συγγραφέας το δίνει αυτό περίφημα. Ξεκινά, συνεχίζει και ολοκληρώνει αρκετές υποϊστορίες, στις οποίες προσδίδει το απαραίτητο βάρος και βάθος ώστε να σταθούν και να λειτουργήσουν εντός του κυρίως σώματος της αφήγησης, ενώ ταυτόχρονα διευκολύνουν την προώθηση της κεντρικής πλοκής. Ξοδεύει συνετά τις απαραίτητες λέξεις ώστε να δώσει διαστάσεις στα πρόσωπα και στις καταστάσεις, δεν αρκείται στην ευκολία του παραμυθιού, αναζητά σχέσεις αιτιοκρατίας για τις συμπεριφορές και τα γεγονότα, καθώς δεν επιθυμεί να διαρρήξει πλήρως τους δεσμούς με τον πραγματικό κόσμο. Ο τρόπος με τον οποίο η Λέκι χτίζει το αφηγηματικό της σύμπαν επιτρέπει την παρουσία μιας ποικιλόμορφης συναισθηματικής παλέτας, που δεν βαραίνει, δεν ξενίζει και δεν απειλεί τον αναγνώστη, αντίθετα του προκαλεί αβίαστα τη συγκίνηση και το γέλιο.
Η αθωότητα στη ματιά της Λουίζε, αποτυπωμένη, όπως είπαμε και παραπάνω, πειστικά στις λέξεις της Λέκι, προσδίδει μια παιδικότητα στο μυθιστόρημα. Ο τρόπος με τον οποίο προσλαμβάνει τον κόσμο γύρω της και διαχειρίζεται τα συναισθήματά της, επίσης. Αυτή η αθωότητα απαλλάσσει το μυθιστόρημα από κάθε υποψία σοβαροφάνειας και ψευδοκουλτουριάρικης φιλοσοφικής αναζήτησης. Η Ζέλμα και ο Οπτικός είναι δύο πρόσωπα που δύσκολα θα ξεχάσει κανείς, δύο πρόσωπα που ο καθένας θα λαχταρούσε να έχει στη ζωή του μεγαλώνοντας, ενώ η ιστορία τους είναι ένας ύμνος στη συντροφικότητα, ένα ξόρκι ενάντια στη μοναξιά που το πέρας της ηλικίας επιφυλάσσει. Το όνειρο της Ζέλμα μοιάζει να έρχεται σε ευθεία σύγκρουση με τον κόσμο γύρω μας, με τον τρόπο με τον οποίο βιώνουμε και αξιολογούμε την κάθε μέρα, και αυτό το κάνει αβίαστα και διόλου επιτηδευμένα, όσο οξύμωρο και αν μοιάζει ένα τέτοιο σχόλιο. Το μυθιστόρημα θα μπορούσε να ενταχθεί στη σύγχρονη νεανική λογοτεχνία, εκεί που ο πήχης είναι πια σε μεγάλα ύψη, όμως, ακόμα και εκεί, η αθωότητα στη ματιά της Λουίζε θα μαγνήτιζε τον αναγνώστη. Καμία εντύπωση δεν θα μου έκανε αν ανάμεσα στους αγαπημένους συγγραφείς της Λέκι συναντούσα τον Μίτσελ, τον Ρόμπινς και τον Μουρακάμι. Η επίγευση της ανάγνωσης μου έφερε στον νου το μυθιστόρημα Αρκαδία της Εμμανυέλ Μπαγιαμάκ-Ταμ, τη στιγμή που καθ’ όλη τη διάρκεια της ανάγνωσης τσέκαρα το βιογραφικό της συγγραφέως για να επιβεβαιώσω πως δεν είναι Γαλλίδα, ίσως γιατί ανήκω σε μια γενιά που η Αμελί απέκτησε χαρακτήρα αρχέτυπου.
Το όνειρο της Ζέλμα είναι ένα καλογραμμένο μυθιστόρημα, που διαθέτει όλες τις αρετές ενός ευπώλητου ποιοτικού βιβλίου, κάτι το οποίο ήδη αποτυπώνεται στις διάφορες λίστες. Δεν ενδείκνυται ωστόσο για αναγνώστες που παίρνουν υπέρμετρα σοβαρά τον ενήλικα εαυτό τους.
*Το οκάπι είναι ένα αρτιοδάκτυλο θηλαστικό της οικογένειας των Καμηλοπαρδαλιδών, που απαντά αποκλειστικά στα δάση βροχής της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό. Η επιστημονική ονομασία του είναι Okapia johnstoni, δεν περιλαμβάνει υποείδη και παρέμενε άγνωστο στον δυτικό κόσμο μέχρι τον εικοστό αιώνα.