Πριν κάποια χρόνια, όταν ξέρανε ακόμα τα πόδια μου να περπατούν, είχα επισκεφθεί την κατοικία κάποιων φοιτητών στο λόφο Καστέλι. Στο “παλάτι” όπως το λέγαμε εμείς οι παλιοί κάποτε.
Μάλιστα, καλά το διαβάσατε, στην “ΚΑΤΟΙΚΙΑ” γιατί εγώ ποτέ δεν το θεώρησα κατάληψη.
Μερικά παιδιά που γνώριζα και που τώρα είναι επιστήμονες συντήρησαν και αξιοποίησαν ένα ακατοίκητο, μισορημαγμένο κτήριο όπως τόσα άλλα κτήρια παραδομένα στο έλεος του χρόνου και της ερήμωσης. Τα παιδιά μ’ έκαναν να θαυμάσω την αξιοσύνη και νοικοκυροσύνη τους.
Με το λιγοστό χαρτζιλίκι τους, που σημειωτέον δεν το κατέθεταν στα καταγώγια, αγόραζαν κάποια υλικά και εργαλεία. Ήταν αξιοθαύμαστο το τι είχαν καταφέρει αυτοί οι ανειδίκευτοι εργάτες – φοιτητές. Στα δικά μου μάτια φάνταζαν άριστοι τεχνίτες. Με πολλή αγάπη και περηφάνια, μπορώ να πω για τα έργα των χειρών τους, με αξιοθαύμαστη συνεργασία και συναδελφικότητα, το ένα παιδί βοηθούσε το άλλο, είτε δίδασκε ότι ήξερε ή κατάφερνε καλύτερα.
Σύμπνοια και στήριξη, όπως θα ‘πρεπε να συμβαίνει σε όλες τις κοινωνίες, που δυστυχώς δεν…θετική στάση και θέση ζωής. Εκεί είχαν φτιάξει τη γαλήνη τους. Μάλιστα, την είχαν κατασκευάσει την γαλήνη τους, με το νου και τα χεράκια τους, γιατί η γαλήνη δεν βρίσκεται πουθενά. Φτιάχνεται. Εκεί σεβάστηκαν το ξεχασμένο σαν τόσα άλλα κτήριο, σεβάστηκαν τον εαυτό τους και την ποιότητα της ζωής τους. Δημιούργησαν από το τίποτα μια ξεχωριστή, πρότυπη κοινωνία, ποικίλων δραστηριοτήτων με τον δικό τους τρόπο και τη δική τους οπτική γωνία. Τίποτα παράνομο κατά την δική μου αντίληψη.
Επικοινωνία, σύσφιξη σχέσεων, ενότητα, αλληλεγγύη, συλλογική δράση, στόχος, πολιτισμικές εκδηλώσεις.
Καλεσμένη ήμουν σε μια σεμνή γιορτή που οργάνωσαν στον εξωτερικό αύλειο χώρο, με λιγοστά κεράσματα που για την τσέπη των παιδιών και τη γνώμη μου φάνταζαν πλουσιότερα από το επισημότερο τραπέζι. Λίγα αναψυκτικά, λίγα σουβλάκια και πολύ κέφι. Ποιός ξέρει πόσες μέρες θα στερήθηκαν πράγματα για να μας διασκεδάσουν.
Με όλα αυτά δεν θα ήθελα να πιστέψει κάποιος ότι χειροκροτώ την παρανομία και τις καταλήψεις. Λάθος. Απλά η εξέλιξη των γεγονότων με ευαισθητοποίησε και θυμήθηκα ωραία και όχι άσχημα πράγματα από τα παιδιά της “Rosa nera”. Ένα έρημο φάντασμα του παρελθόντος ήταν που τα παιδιά γυάλισαν ως και τα καραβόξυλα του πατώματος, που πριν δεν φαινόταν τι υπήρχε κάτω από μια μαύρη πηχτή μάζα… Εντάξει, το αγόρασε το Πολυτεχνείο. Δεκτό και αποδεκτό. Μα για να καταλήξει ξενοδοχείο;
Γιατί; Λίγα ξενοδοχεία έχουμε; Αυτή την εποχή όπου όλα παρέμειναν ανενεργά; Στο εξής θα ζούμε -όσοι ζούμε- με τα χρήματα των ξένων; Όλοι γκαρσόνια των ξένων και υπνόσακοί τους θα γίνουμε; Τι θα πουλήσουμε φτιαγμένο με τα δικά μας χέρια, με τη δική μας συλλογική ευθύνη και από τη δική μας γη;
Όταν ήμουν παιδί, η Κρήτη ήταν σχεδόν αυτάρκης.
Το ρύζι και τη ζάχαρη αγόραζαν. Όλα τα υπόλοιπα τα παρήγαγαν. Τώρα βάλαμε πλώρη για την τσέπη των τουριστών, που τώρα με την επιδημία άδειασε κι αυτή. Μα παίρνει χρήματα το Πολυτεχνείο ακόμη, λέει, από κάποια εταιρία που δεν έχει ακόμα έσοδα από αυτή την συμφωνία. Κακώς, κάκιστα. Η συμφωνία εννοώ.
Όλα τα ‘χε η Μαριορή, τα μπιχλιμπίδια της έλειπαν…
Αντίς για ξενοδοχείο που κατά τη γνώμη είναι πλέον περιττό, γιατί δεν το κάνετε ΕΣΤΙΑ; Για τα παιδιά των φτωχών πολιτών που δύσκολα τα βγάζουν πέρα; Οι πισίνες θα μας λείψουν; Oι πολυτέλειες; Oι επιδείξεις των υπερφίαλων; Tι; Tι τα θέλουμε τα στολίδια; Τα χρήματα της εταιρίας που ποιoς ξέρει ποιες τσέπες θα γεμίσουν, θα βοηθήσουν τα φτωχάκια που σπουδάζουν νηστικά πολλές φορές; Στους αυριανούς επιστήμονες που θα κληθούν να αναλάβουν τα ηνία της χώρας, τι παράδειγμα δίνετε; Σε τι ωφελούνται; Τους κατασχέσατε τα υλικά και τα εργαλεία με τα οποία δημιουργούσαν. Τώρα θα περνούν τις ώρες τους πού; Στα μπαρ;
Συγγνώμη που έχω το θάρρος της γνώμης μου.
Να αγιάσει το στόμα σου!
Από τα πιο απλά και αληθινά κείμενα που έχουν γραφτεί για αυτό το θέμα.
Μακάρι να μπορούσαν να δουν όλοι αυτοί που κρύβονται πίσω από τον φόβο και το χρήμα, τόσο καθαρά όσο βλέπεις εσύ.