Ο Εθνικός Διχασμός του 1915 οδήγησε στην πολιτική, κοινωνική και στρατιωτική σύγκρουση των Βενιζελικών με τους Αντιβενιζελικούς. Η Εκκλησία της Ελλάδας συμμετείχε ενεργά στην εμφύλια σύρραξη, με αποτέλεσμα ο κλήρος και οι αρχιερείς στις Νέες Χώρες (Ήπειρο, Μακεδονία) να υποστηρίζουν τον Βενιζέλο, ενώ η Παλιά Ελλάδα (Πελοπόννησος, Στερεά Ελλάδα, Θεσσαλία) τον Βασιλιά. Στις 12/12/1916 έγινε μια μεγάλη διαδήλωση με επικεφαλής την Ιερά Σύνοδο και οι διαδηλωτές κατευθύνθηκαν στο Πεδίο του Άρεως. Εκεί ο Αρχιεπίσκοπος Θεόκλητος έδωσε το ανάθεμα στον Βενιζέλο με την κατάρα: «Κατά Ελευθερίου Βενιζέλου φυλακίσαντος αρχιερείς και επιβουλευθέντος την βασιλείαν και την πατρίδαν, ανάθεμα έστω», την οποία επαναλάμβαναν οι διαδηλωτές ρίχνοντας μια πέτρα στο Πεδίο του Άρεως μέχρι που σχηματίστηκε ένας μεγάλος λόφος. Πώς όμως έφτασαν τα πράγματα ως εκεί;
Ο Βενιζελικός ιεροδιάκονος Σμυρναίου Χριστόφορος Κοντογιώργος εξέδωσε το 1917 ένα βιβλίο με τον τίτλο «Τα παρασκήνια του αναθέματος: Σημαντικαί αποκαλύψεις», έκδοση Τύποις Αθαν. Γ. Δεληγιάννη. Στο μικρό αυτό δοκίμιο των 24 σελίδων ο Κοντογιώργος αναφέρει ποιοί και πως οργάνωσαν το ανάθεμα κατά του Βενιζέλου στο Πεδίο του Άρεως. Ο Κοντογιώργος αναφέρει ότι από τον Οκτώβριο του 1916, ο συνοδικός μητροπολίτης Λάρισας Αρσένιος οργάνωσε μια «παρασκηνιακή επιτροπή» αποτελούμενη από τους : Στρέητ, Σχλήμαν, Ευστρατιάδη, υποναύρχο Γούδα, μητροπολίτη Καστοριάς Ιωακείμ, επίσκοπο Χριστουπόλεως Βασίλειο. Η επιτροπή είχε ως στόχο τη δημιουργία ανύπαρκτων κατηγοριών σε βάρος της Εκκλησίας της Παλιάς Ελλάδας από το Κίνημα της Εθνικής Άμυνας του Βενιζέλου και των αρχιερέων των Νέων Χωρών που είχαν προσχωρήσει σε αυτό. Όλα αυτά έγιναν με τη σύμφωνη γνώμη του βασιλιά Κωνσταντίνου, γι’ αυτό το πρόγραμμα της παρασκηνιακής επιτροπής είχε εκπονηθεί από τον νομικό σύμβουλο της Αυλής Γ. Στρέητ. Έτσι, δημιουργήθηκαν τρία κέντρα για την εξύφανση της συνωμοσίας: ένα στην οικία του μητροπολίτη Λάρισας, ένα στο ξενοδοχείο «Ίλιον Παλλάς» όπου διέμενε ο μητροπολίτης Καστοριάς Ιωακείμ και ένα στο γραφείο του διευθυντή της εφημερίδας «Σκρίπ», το οποίο ήταν και το σημαντικότερο, καθώς από εκεί εκδίδονταν μηνύσεις ή στέλνονταν «μαγκουροφόροι» επίστρατοι για να χτυπήσουν τους Βενιζελικούς.
Οι συνωμότες άρχισαν να γράφουν συκοφαντικά άρθρα στις εφημερίδες για υποκίνηση σε δολοφονίες αθώων πολιτών από αρχιερείς που υποστήριζαν τον Βενιζέλο. Επίσης, ο μητροπολίτης Λάρισας εισηγήθηκε στην Ιερά Σύνοδο τη διακοπή της μισθοδοσίας των Βενιζελικών μητροπολιτών για να τους εκβιάσει οικονομικά. Η επιτροπή δεν δίστασε να φέρει στην Αθήνα τον επίσκοπο Θεουπόλεως Γεννάδιο, βοηθό του μητροπολίτη Θεσσαλονίκης, ως κατάσκοπο για να τους ενημερώσει για τα τεκταινόμενα στον κλήρο της συμπρωτεύουσας. Ο Γεννάδιος βοήθησε τους συκοφάντες, διότι ο αδελφός του Λεόντιος Χατζηαποστόλου συνεργαζόταν μαζί τους. Στη συνέχεια, ζήτησε ως αντάλλαγμα για τις υπηρεσίες του την χηρεύουσα μητρόπολη Ακαρνανίας. Ο έτερος συνωμότης επίσκοπος Χριστουπόλεως Βασίλειος ζήτησε ως ανταμοιβή την μητρόπολη Μήθυμνας. Το σχέδιο ολοκληρώθηκε με τους διωγμούς και τη φυλάκιση όλων των Βενιζελικών κληρικών της Αθήνας από τους επίστρατους. Μετά από όλα αυτά στις 12/12/1916 χτύπησαν οι καμπάνες και όλοι οι πιστοί στο βασιλιά ιερείς με το ποίμνιό τους κατευθύνθηκαν με τις πέτρες τους στο Πεδίο του Άρεως για το ανάθεμα στον Βενιζέλο…
Πηγή
https://www.sansimera.gr/articles/3, 26/6/2021