» John Williams (μτφρ. Αθηνά Δημητριάδου, εκδόσεις Gutenberg)
Υπό άλλες συνθήκες θα απέφευγα να διαβάσω ένα μυθιστόρημα με ειδολογικά χαρακτηριστικά γουέστερν. Ελάχιστες γραμμές από το οπισθόφυλλο θα ήταν αρκετές για να με αποτρέψουν. Όμως, Το πέρασμα του μακελάρη ήταν μια διαφορετική περίπτωση για δύο λόγους. Πρώτον, η συγγραφική υπογραφή· Τζον Γουίλιαμς. Είχε προηγηθεί ο συναισθηματικά βραδυφλεγής Στόουνερ, μυθιστόρημα που όσο απομακρυνόμουν από την ανάγνωση τόσο με στοίχειωνε. Δεν θα ήταν αρκετή όμως η παρουσία του Γουίλιαμς.
Άλλωστε, για λόγους επίσης θεματικούς, ακόμα και σήμερα αποφεύγω να διαβάσω τον δικό του Αύγουστο, αν και μετά την εμπειρία με Το πέρασμα του μακελάρη θεωρώ ζήτημα χρόνου την υποχώρηση οποιουδήποτε δισταγμού. Δεν έχει να κάνει με το θέμα αλλά με τον συγγραφέα· θυμάμαι και επαναλαμβάνω ως μάντρα ή ως ξόρκι, αν προτιμάτε, για την καταπολέμηση προλήψεων και λοιπών δεισιδαιμονιών. Και κάπως έτσι φτάνουμε στον δεύτερο λόγο, που έχει να κάνει με μια αναγνωστική αποτυχία, που φέρω βαρέως, κυρίως γιατί με τα χρόνια κατάλαβα πως δεν έφταιγε το βιβλίο αλλά η ελληνική έκδοση του Ματωμένου μεσημβρινού του Κόρμακ Μακάρθυ που έκανε τις σελίδες να κολλάνε στο γύρισμα και την πορεία κάτω από τον ήλιο μαρτυρική, αποτρέποντας με από το να διακρίνω το αριστούργημα για το οποίο όλοι μιλούσαν. Ο παραλληλισμός των δύο έργων ήταν αρκετός, τουλάχιστον ως ένα πρώτο βήμα αποκατάστασης ενός ανοιχτού λογαριασμού.
Γύρω στο 1870, ο κεντρικός ήρωας, Γουίλιαμ Άντριους, εγκαταλείπει τις πολλά υποσχόμενες σπουδές του στο πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ και ταξιδεύει στα δυτικά της χώρας. Φτάνει στο Πέρασμα του Μακελάρη, έναν οικισμό που έχει δημιουργηθεί ως ορμητήριο κυνηγιού και σημείο πώλησης βουβαλίσιου δέρματος. Καθώς η μόδα επιτάσσει, η ζήτηση για δέρμα βουβαλιού είναι τεράστια. Στην περιοχή συγκεντρώνονται διάφοροι τυχοδιώκτες. Ο Άντριους, με τις τσέπες γεμάτες χρήμα, θα συναντήσει τον Μίλερ, έναν έμπειρο κυνηγό που αναζητά χρηματοδότη για μια γερή μπάζα, καθώς έχει εντοπίσει, όπως ισχυρίζεται τουλάχιστον, ένα τεράστιο κοπάδι βουβαλιών σε μια δυσπρόσιτη κοιλάδα. Οι δυο τους θα συμφωνήσουν. Ενώ ο Μίλερ κανονίζει τα του κυνηγιού, ο Άντριους περιπλανιέται στον οικισμό ανυπόμονος, αλλά και ανυποψίαστος, ως προς την επικείμενη περιπέτεια.
Ο Άντριους δεν γνωρίζει τα της ζωής, όχι εκείνα τουλάχιστον που την απαρτίζουν έξω από τον μικρόκοσμο στον οποίο μεγάλωσε και του οποίου μέλος και συνεχιστής υπό άλλες συνθήκες θα ήταν. Ο Άντριους· που τα χέρια του είναι απαλά, άμαθα στη χειρωνακτική εργασία· που η πατρική φιγούρα τού γεννά ταυτόχρονα αισθήματα ασφάλειας και εγκλωβισμού, αντανακλαστικά μίμησης και ένστικτα επανάστασης· που η σεξουαλικότητά του βράζει παρότι εκείνος δεν το αντιλαμβάνεται και δεν ξέρει πώς να το διαχειριστεί· που η επιθυμία να υπάρξει αυτόφωτος ακολουθώντας ένα ιδεαλιστικό μονοπάτι επιστροφής σε έναν φυσικό τρόπο ζωής, επηρεασμένος από τον Θορό και τον Έμερσον, τον κινητοποιεί· που η ανάγκη να ανακαλύψει ποιος είναι παραμερίζει τον τρόμο που τον κατακλύζει. Ο Άντριους είναι ένας αξέχαστος ήρωας, εξόχως ανθρώπινος λόγω των αντιφάσεων που τον συνθέτουν.
Ο Γουίλιαμς συστήνει με λεπτομέρειες τα πρόσωπα που ενοικούν στο Πέρασμα του Μακελάρη και τις παράλληλες εμπορικές και κοινωνικές δραστηριότητες που αναπτύσσονται καθώς ο οικισμός μεγαλώνει. Ο οικισμός λειτουργεί ως ένα προκεχωρημένο φυλάκιο, το ύστατο όριο ανάμεσα στην ανθρώπινη κοινωνία και την άγρια φύση. Η λεπτομερής αυτή απόδοση λειτουργεί μεταβατικά, όχι μόνο για τον ήρωα αλλά και για τον αναγνώστη. Σημαντικό είναι να ειπωθεί πως η μόνη γυναίκα του δράματος είναι η Φρανσίν, «μια πόρνη με χρυσή καρδιά», που η παρουσία της προκαλεί στον Άντριους έναν χείμαρρο συναισθημάτων, καταλυτικής σημασίας ως προς το ταξίδι του. Μόλις οι ετοιμασίες ολοκληρωθούν, η τετραμελής ομάδα αναχωρεί για το πολύμηνο κυνήγι, που αποτελεί και το κυρίως μέρος του μυθιστορήματος. Ο Γουίλιαμς επιμένει στην ανάδειξη των ενοχλητικών συναισθημάτων που κατά κύματα πλήττουν τα μέλη της ομάδος καθ’ όλη τη διάρκεια της παραμονής τους στο ύπαιθρο· η πλήξη, η κόπωση, η ματαιότητα, ο φόβος, η πείνα και η δίψα, η συνύπαρξη και η μοναξιά, η αναπόληση και ο νόστος, οι εμμονές και τα ένστικτα. Εξ αυτής της επιμονής δικαιολογείται τόσο η έκταση όσο και η λεπτομερής καταγραφή διαφόρων φάσεων του κυνηγιού, καθώς επιτρέπει να διαφανεί το εσωτερικό ταξίδι των ηρώων. Από τη στιγμή που αφήνουν πίσω τους το Πέρασμα του Μακελάρη και τα τέσσερα μέλη της ομάδος μετατρέπονται σε κεντρικούς ήρωες, τέσσερις εκφάνσεις του ανθρώπινου, με ισχυρότατους δεσμούς αλληλεξάρτησης μεταξύ τους.
Το πέρασμα του μακελάρη είναι υποβλητικό, κυρίως όσο έχει να κάνει με τις περιγραφές του τοπίου, που αναδεικνύουν το ελάχιστο μέγεθος του ανθρώπου στη φύση μακριά από το ελεγχόμενο αστικό ή έστω ημιαστικό φρούριο. Ο Γουίλιαμς αργά και με υπομονή πλέκει τον ιστό στον οποίο θα μπλεχτεί ο αρχικά αδιάφορος προς την ιστορία αναγνώστης, για να βρεθεί τελικά, με κομμένη την ανάσα, να παρακολουθεί και να αγωνία για την εξέλιξή της.
Αν και δεν μπορεί να ειπωθεί με βεβαιότητα, μου φαίνεται αρκετά ασφαλής η εικασία πως η επιλογή του χρόνου και του τόπου από πλευράς συγγραφέα έγινε με σκεπτικό τη δημιουργία μιας παραβολής ή ενός αναλογικού σχήματος. Η πρόθεση να παρασύρει τον αναγνώστη μακριά από τη σύγχρονη πραγματικότητα, να τον φέρει στα βάθη της άγριας δύσης, σε μια εποχή περασμένη, βάρβαρη και τυχοδιωκτική, στις πηγές της ούτως ή άλλως σύντομης αμερικανικής ιστορίας, που, εν πρώτοις, ελάχιστα κοινά με το σήμερα διαθέτει, να μεθύσει τον αναγνώστη με εξωτικότητα, να τον αποκοιμήσει πριν εκείνος διαπιστώσει, αργά και βασανιστικά, τις αναλογίες με τον κόσμο γύρω του, πριν συνειδητοποιήσει πως η ουσία των πραγμάτων ελάχιστα έχει μεταβληθεί. Πόσο μάλλον την εποχή που κυκλοφόρησε το βιβλίο αυτό, τη στιγμή που η Γενιά Μπητ αμφισβητεί, λογοτεχνικά και όχι μόνο, το αμερικάνικο όνειρο και αναζητά απαντήσεις στον δρόμο. Ο Γουίλιαμς συνεισφέρει με Το πέρασμα του μακελάρη σ’ αυτό το ταξίδι αυτογνωσίας και αμφισβήτησης.
Δεν είναι απλό να απαντήσει κανείς, ούτε ίσως ο ίδιος ο Άντριους, τι ήταν εκείνο που τον οδήγησε στα δυτικά να κυνηγάει βουβάλια. Ένας γεμάτος αντιφάσεις συνδυασμός ασφυξίας και φιλοδοξίας; Ο καιροσκοπισμός ως μια πιο φυσιολογική εξέλιξη των πραγμάτων; Ίσως.
Ίσως κάτι άλλο. Τα αιμόφυρτα βουβάλια στο τέλος ενός ταξιδιού που εν πολλοίς καθορίστηκε από τα οικολογικά, έμπλεα ιδεαλισμού, μανιφέστα του Θορό. Τα πάντα στο Πέρασμα του μακελάρη οφείλουν να εξεταστούν ταυτόχρονα σχηματικά και ρεαλιστικά, και σίγουρα σε αναλογία με το αναγνωστικό σήμερα. Είναι λάθος να εγκλωβίσει κανείς το μυθιστόρημα αυτό στα στενότατα όρια του γουέστερν, ή ακόμα και σε εκείνα της λογοτεχνίας εποχής. Η συγγραφική διάνοια στη σύλληψη, στη σύνθεση και στην εκτέλεση ξεπερνά οποιοδήποτε ειδολογικό και χωροχρονικό περιορισμό, καθιστώντας Το πέρασμα του μακελάρη έργο διαχρονικό και ήδη κλασικό, σημείο αναφοράς στην αμερικανική λογοτεχνία.
Η επανάσταση απέναντι στον πατέρα και το κοινωνικά αποδεκτό, η κραυγή για το περιβάλλον, οι πανίσχυροι όροι της αγοράς, το αμερικανικό όνειρο, οι αντιφάσεις της ανθρώπινης φύσης, η ματαιότητα της ύπαρξης, η κολοβή σεξουαλικότητα και η πασπαλισμένη με νοσταλγία και ρομαντισμό αγριότητα του παρελθόντος είναι μόνο κάποια από τα ζητήματα που διαπραγματεύεται το μυθιστόρημα.
Εν ολίγοις, ο Γουίλιαμς παραδίδει ένα εντυπωσιακό μυθιστόρημα, στο οποίο η αναγνωστική δυσκολία συμπορεύεται με το ταξίδι των ηρώων αλλά και την εν γένει τραχύτητα του τοπίου, καθιστώντας έτσι ιδιαιτέρως βιωματική την εμπειρία της ανάγνωσης, που ως αίσθηση, και κατά αναλογία πάντα, μου θύμισε το Κιβώτιο του Αλεξάνδρου. Ο Γουίλιαμς αποδεικνύεται ‒και εδώ‒ ικανότατος ανατόμος της ανθρώπινης ψυχής, των φόβων και των ελπίδων, αλλά και της ματαιότητας της ύπαρξης. Η μετάφραση της Αθηνάς Δημητριάδου στέκει, όπως πάντα άλλωστε, στο ύψος της περίστασης.