Στέκεσαι όρθιος στο παράθυρό σου.
Είναι πολλά τα χρόνια που βαραίνουν τους ώμους σου.
Καπνίζεις το τελευταίο σου τσιγάρο.
Απ’ εκείνα που είχες
Για μια ώρα ανάγκης.
Θαμπώνει το τζάμι σου από τον καπνό.
Σύννεφα και σκέψεις φτιάχνουν
Μια πνιχτή υγρασία.
Κρύβεται ο ήλιος.
Χάνεται ο ουρανός σου.
Δεν σε νοιάζει.
Χαμογελάς κοφτά.
Ρουφάς ξανά
Έναν καπνό ναρκωτικό.
Χάνεσαι στο σκοτάδι.
Μια μουσική ξαφνική
Σχεδόν επαναστατική
Αρχίζει να ρέει
Στην δακρυσμένη σου κλίνη.
Συναισθήματα, όνειρα, ελπίδα
Στιγμές, αιχμές, βρισιές
Αρχίζουν να χορεύουν αλλιώτικα
Πάνω στην φωτιά του μυαλού σου.
Το σώμα σου βαραίνει.
Χάνει την ιδιοτέλεια του.
Δεν υπακούει σε κανέναν λυρισμό.
Από το στόμα βγαίνουν
Ανομοιοκατάληκτοι στίχοι
Λες και είναι ζωώδεις κραυγές.
Η τέχνη της τέλειας ενορχήστρωσης
Λέξεων και φθόγγων μουσικών
Εκπίπτει στον αυθορμητισμό
Των ασυνάρτητων κινήσεων σου.
Πηδάς, χοροπηδάς, τα πόδια σου χτυπάς.
Ο πόνος, η ένταση, η δίψα σου
Σχηματίζουν ρωγμές
Στα μουχλιασμένα σανίδια
Που στηρίζουν ακούραστα
Αυτό το Κορμί, την Ιδέα, την Πνοή σου.
Και εκεί που χορεύεις
Τα βιολιά δυναμώνουν.
Ανοίγεις τα χέρια σου.
Τον Εαυτό σου αγκαλιάζεις.
Δάκρυα ξεχύνονται.
Ποτίζουν τα θραύσματά σου.
Φτιάχνουν δρόμους.
Παύουν να είναι κομμάτια ορφανά.
Και εσύ πετώντας
Την τελευταία σου γόπα
Αρχίζεις να ισορροπείς
Σ΄ έναν κόσμο υπερρεαλιστικό
Που σε θέλει ακμαίο, μοναχό.
Δεν σιωπάς.
Κοιτάς βαθιά.
Μιλάς τολμηρά
Γίνεται η βουή σου κοφτερή
Το γυάλινο κουτί σου θρυμματίζεις.
Τα φτερά σου φοράς.
Αρχίζεις να πετάς.
Να πετάς Ψηλά και Μακριά.
Μόνο Πρόσεχε.
Μην πλησιάσεις τον Ήλιο και καείς.
Φτάσε στο Φως.
Σ΄ εκείνο
Που γεννά, ανασταίνει και ελευθερώνει
Όλα αυτά που θα ήθελες
Να είσαι.
Όλα αυτά που δεν φαντάστηκες ποτέ
Ότι δύνασαι να είσαι…