Η νέα απόφαση της κυβέρνησης για απαγόρευση των συγκεντρώσεων άνω των 100 ατόμων μέχρι την 1η Φεβρουαρίου, με πρόσχημα τον κορονοϊό, πάρθηκε δύο ημέρες πριν από τα προγραμματισμένα συλλαλητήρια φοιτητικών συλλόγων και μαθητών, που απαιτούν η κυβέρνηση να πάρει πίσω τα αντιδραστικά σχέδια για την πανεπιστημιακή αστυνομία, τους νέους ταξικούς φραγμούς για την πρόσβαση στα πανεπιστήμια, να ανοίξουν τώρα οι σχολές με όλα τα μέτρα προστασίας από τον κορονοϊό και να θωρακιστούν τα σχολεία από την πανδημία, όπως διεκδικούν γονείς, εκπαιδευτικοί και μαθητές.
Την ίδια πρακτική εφάρμοσε ακριβώς, λίγες ημέρες πριν από τον αγωνιστικό εορτασμό του Πολυτεχνείου και για την επέτειο της δολοφονίας του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου.
Το κυβερνητικό σχέδιο “διαχείρισης των συναθροίσεων “, εντάσσετε στο εθνικό σχέδιο άγριας καταστολής των λαϊκών κινητοποιήσεων και μάλιστα με νέες μεθόδους, νέο εξοπλισμό, με απόλυτα ελεγχόμενο τρόπο και ασφυκτικούς περιορισμούς, όπως αυτή για τη βιντεοσκόπηση των διαδηλώσεων και τον περιορισμό των δημοσιογράφων, παραχώρηση στην αστυνομία πλήρη εξουσία για την αντιμετώπιση των διαδηλώσεων, με βάση το «μεγεθολόγιο» για το ποιες συναθροίσεις είναι μικρές ή μεγάλες, ώστε να επιβάλλονται τα ανάλογα περιοριστικά μέτρα.
Τα παραπάνω επιβεβαιώνουν, την πρόθεση της κυβέρνησης να επιβάλει την αντιλαϊκή πολιτική “διά πυρός και σιδήρου”, να τρομοκρατήσει και να βάλει «στον πάγο» τις κινητοποιήσεις εργαζομένων και νεολαίας απέναντι στα αντιλαϊκά σχέδια που φέρνει το ένα πίσω από το άλλο. Το ίδιο άλλωστε κάνει και με την ίδρυση “πανεπιστημιακής αστυνομίας”, με την κυνική και ξεδιάντροπη δήλωση του υφυπουργού Παιδείας, Αγγ. Συρίγου, ότι «από το 1969 είχε ιδρυθεί μέσα στα Πανεπιστήμια αστυνομικό τμήμα», δηλαδή την περίοδο της χούντας!!
Κανέναν δεν πρέπει να εκπλήσσει η στάση της κυβέρνησης και των υπουργών της. Δεν οφείλεται σε κάποια ανεξήγητη «εμμονή» της ΝΔ, ούτε στον «εθισμό» της σημερινής κυβέρνησης στην καταστολή, όπως υποστηρίζει ο ΣΥΡΙΖΑ. Πρόκειται για μια στρατηγική που ακολουθείται σε όλη την ΕΕ και από όλες τις κυβερνήσεις. Η καταστολή είναι η άλλη όψη της αντιλαϊκής πολιτικής. Και θα εντείνεται όσο περισσότερο εντείνεται η ανάγκη του κεφαλαίου για αντιδραστικές αλλαγές, κάτι που συμβαίνει ειδικά τα τελευταία χρόνια.
Είναι φανερό, ότι ο αντιδραστικός νόμος περιορισμού των διαδηλώσεων όσο και το κυβερνητικό σχέδιο για την αντιμετώπιση του «εχθρού λαού», αντανακλούν την άθλια και επικίνδυνη ιδεολογική τους προέκταση, εμφανίζοντας τις διαδηλώσεις ως «θερμοκήπια» εγκληματικών ενεργειών, επιχειρώντας να συκοφαντήσουν και να αποτρέψουν τις οργανωμένες, μαζικές λαϊκές διαδηλώσεις. Αλλά και να δικαιολογήσουν την καταστολή, για την οποία διαχρονικά αξιοποιούνται προβοκατόρικες ομάδες και μηχανισμοί, με τους οποίους το κράτος και οι υπηρεσίες του πολλές φορές βρίσκονται σε άμεση συνεννόηση.
Οι περιορισμοί και απαγορεύσεις των διαδηλώσεων είναι πολιτική επιλογή και όχι «σύσταση των επιστημόνων». Και για να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα κάτω από τις έντονες αντιδράσεις λαού και νεολαίας, η κυβέρνηση, ντύνει τις απαγορεύσεις με «υγειονομικό μανδύα» εφευρίσκει διάφορες αστείες αναλύσεις, παρόμοιες με αυτές που ακούγαμε και παραμονές του Πολυτεχνείου, ότι τάχα «όλοι πρέπει να περιοριζόμαστε» και ότι «δεν πρέπει κανένας να έχει “ειδική μεταχείριση”…». Παρουσιάζει τους αγώνες του λαού και της νεολαίας για την διεκδίκηση των δικαιωμάτων τους, απλά σαν ένα «χούι» κάποιων μεμονωμένων ομάδων ταυτίζοντάς τις, με αντίστοιχα «χούγια» άλλων κοινωνικών ομάδων, όπως «καταναλωτών», θρησκευόμενων, ταξιδιωτών, κ.λ.π.
Το αφήγημα, περί προστασίας της δημόσιας υγείας δεν έχει κανένα αντίκρισμα, όταν η κυβέρνηση με δική της ευθύνη δεν έχει εξασφαλίσει τα μέτρα προστασίας σε χώρους δουλειάς, εκπαίδευσης, στα μέσα μεταφοράς κ.ά, όταν στοιβάζει τους ανθρώπους στο μετρό ή στο λεωφορείο και παστώνει τους μαθητές σε ακατάλληλες αίθουσες, ενώ προστατεύει και την εργοδοσία με την ανυπαρξία ουσιαστικών ελέγχων στους χώρους δουλειάς – υγειονομικές βόμβες. Όταν πλέον έχει αποδειχθεί ότι οι συγκεντρώσεις δεν ευθύνονται για τη διάδοση του ιού, αφού οι πρώτοι που τηρούν τα μέτρα προστασίας είναι αυτοί που τα διεκδικούν, δηλαδή οι εργαζόμενοι, οι φοιτητές, οι εκπαιδευτικοί, οι μαθητές και οι γονείς τους.
Ας το πάρουν απόφαση και να το χωνέψουν καλά, τόσο η κυβέρνηση και τα παπαγαλάκια της, όσο και ο ΣΕΒ : Ματαιοπονούν, αν νομίζουν ότι θα εμποδίσουν το ποτάμι της λαϊκής οργής !
Το πού, πώς και πότε θα γίνει μια διαδήλωση, πώς θα οργανωθεί μια διαμαρτυρία είναι αποκλειστικά υπόθεση των σωματείων και των άλλων μαζικών φορέων, και όχι της κάθε κυβέρνησης και του κράτους.
Η ιστορία του εργατικού και νεολαιίστικου κινήματος στη χώρα μας, έχει δείξει ότι οι αγώνες και οι δίκαιες διαδηλώσεις, δεν μπαίνουν στο «γύψο», κι ας επιστρατεύει η κυβέρνηση και το αστικό κράτος όσα μέσα θέλει, όσο προσωπικό θέλει, όσες ομάδες θέλει. Οι λαοί μπορεί να υποχωρούν ενίοτε, αλλά δεν αυτοκτονούν !
Οι κινητοποιήσεις του προηγούμενου διαστήματος από το οργανωμένο ταξικό συνδικαλιστικό κίνημα με τις υποδειγματικές συγκεντρώσεις, οι εκατοντάδες αποφάσεις συνδικάτων, φοιτητικών συλλόγων, μαθητών και γονιών για δυναμική συνέχεια στέλνουν το μήνυμα, ότι δεν θα ξεμπερδέψει η κυβέρνηση τόσο εύκολα. Η καταστολή, οι περιορισμοί και η τρομοκρατία που θέλουν να επιβάλουν, θα ανατραπούν στους δρόμους του αγώνα! Οι νόμοι «κουρελού» θα μείνουν στα χαρτιά!