Χειμώνας του 1924.
Στην παρασιά του σπιτιού του γέρο Σπυρίδο στην Ασή Γωνιά κάθονται και ροζονάρουν, πρόσφατες ιστορίες της ζωής των, ο γιος του ο Σπυριδογιάννης (γιος του Σπυρίδο) και ο κουνιάδος του καπετάν Παύλος Γύπαρης.
Μιλούν για τα χρόνια που πέρασαν ο Σπυριδογιάννης λέει τη δικιά του ιστορία:
Ήμουν 18άρης το 1914.
Στη γιορτή του Τιμίου Σταυρού στην Ασή Γωνιά οι Χωροφύλακες είχαν απαγορεύσει τους οπλισμένους να προσκυνήσουν την εικόνα του Τιμίου Σταυρού.
Ο Σπυριδογιάννης όμως -παλικαράκι όπως ήταν- πήγε να προσκυνήσει ζωσμένος στη μέση του το μεγάλο ασημωτό του μαχαίρι.
Οι χωροφύλακες προσπάθησαν να του το πάρουν. Ο Σπυριδογιάννης το τραβά και τραυματίζει δύο χωροφύλακες και το βάζει στα πόδια. Έφτασε στην Αθήνα και βρέθηκε στο Αντάρτικο Σώμα του Παύλου Γύπαρη που ετοιμαζόταν να πάει στη Β. Ήπειρο, που οι Ηπειρώτες αγωνίζονταν για την λευτεριά τους.
Το σώμα του Γύπαρη πολέμησε για την δημιουργία της αυτόνομης Ηπείρου.
Στη μάχη της Κορυτσάς σκοτώθηκε ο οπλαρχηγός Μιχάλης Μελαδάκης -πρώτος ξάδερφος του Σπυριδογιάννη. Ο Σπυριδογιάννης με εκδικητική μανία ανδραγάθησε σε όλες τις μάχες. Τιμήθηκε με τον Σιδερένιο Σταυρό, το ανώτερο παράσημο της Αυτόνομης Ηπείρου.
Ο Καπετάν Παύλος Γύπαρης, αρχηγός των Αντάρτικων Σωμάτων στη Β. Ήπειρο μετά την προδοσία των Μεγάλων Δυνάμεων και ιδιαίτερα της Ιταλίας που παραχώρησαν την Β. Ήπειρο στην Αλβανία, διέλυσε το αντάρτικο Σώμα του και γύρισε στην Αθήνα. Ο Σπυριδογιάννης με την επιστροφή του στην Κρήτη στρατεύτηκε και στάλθηκε στο Μέτωπο της Μακεδονίας.
Ο Παύλος Γύπαρης όμως δεν μπορούσε να μείνει απλώς θεατής του πολέμου Γαλλίας – Γερμανίας. Κατάρτισε Λεγεώνα και πήγε και πολέμησε στη Γαλλία εναντίον των Γερμανών.
Και ανδραγάθησε.
Ο Σπυριδογιάννης, την ίδια εποχή βρισκόταν αιχμάλωτος στο Γκέρλιτς της Γερμανίας. Ένας στρατηγός παρέδωσε αμιλητί ολόκληρη την Μεραρχία της Μακεδονίας στου Γερμανούς. Ο Σπυριδογιάννης δραπέτευσε από την Γερμανία και ήρθε με τα πόδια στην Ελλάδα και υπηρέτησε και πάλι στον Στρατό.
Στάλθηκε με τον βαθμό του Λοχία στο στρατιωτικό Σώμα της Μικράς Ασίας. Μετά τις εκλογές του 1922 που επικράτησε η αντιβενιζελική παράταξη, ο Βασιλιάς Κωνσταντίνος πήγε στη Μ. Ασία να παρασημοφορήσει τους Βασιλόφρονες αξιωματικούς. Τους “άκαπνους” όπως τους λέγανε.
Όμως υπήρχε φόβος μήπως και οι Κρητικοί υπαξιωματικοί σκοτώσουν τον Βασιλιά, γι’ αυτό τους έστειλαν στη Μακεδονία και δεν πέρασαν την πανωλεθρία της οπισθοχώρησης.
Ο Παύλος Γύπαρης μετά το γυρισμό του από το γαλλικό Μέτωπο στην Αθήνα, δημιούργησε τα Τάγματα Ασφαλείας. Τα Τάγματα Ασφαλείας του Γύπαρη.
Όταν ο Παύλος Γύπαρης έμαθε την προκήρυξη των εκλογών του 1922 πήγε και βρήκε τον Ελευθέριο Βενιζέλο.
– Γιατί εκλογές Πρόεδρε; ρώτησε.
– Πρέπει Καπετάν Παύλο, ήταν η απάντηση του Βενιζέλου.
Ο Γύπαρης έφυγε σκεπτικός. Προσπαθούσε να βρει την εξήγηση του ΠΡΕΠΕΙ.
Μάταια, του μοιαζε πολύμορφη δύσκολη πολύ η εξήγηση του ΠΡΕΠΕΙ για τις εκλογές του 1922.
Πήρε να βραδιάζει και οι πληροφορίες που έπαιρνε ο Γύπαρης ήταν ότι κέρδιζε πανηγυρικά η Αντιβενιζελική παράταξη.
Βιαστικός πήγε στον Βενιζέλο.
– Πρόεδρε, μας μαυρίζουν, του είπε. Ν’ αναποδογυρίσω τσοι κάλπες;
– Όχι Παύλο. Είναι σεβαστή η θέληση του ελληνικού λαού.
– Ναι Πρόεδρε, εσύ σε λίγο θα φύγεις για το Παρίσι… Εμείς τι θα γίνουμε;
Στο μεταξύ είχε ετοιμαστεί ένα καράβι στο Λιμάνι του Πειραιά, έτοιμο ν’ αποπλεύσει για την Αμερική.
Στο καράβι αυτό μπήκαν πάρα πολλοί από του άνδρες των Ταγμάτων Ασφαλείας.
Ήταν η πρώτη και μοναδική μετανάστευση Ελλήνων στην Αμερική. Ο Παύλος Γύπαρης γύρισε στο χωριό του την Ασή Γωνιά.
Στο χωριό του γύρισε και ο Γιάννης Μαυρουλοσηφάκης (Σπυριδογιάννης).
Να σημειωθεί ότι το 1936 το ελληνικό κράτος, αναγνωρίζοντας τα κρητικά εθελοντικά σώματα που έλαβαν μέρος στον Βορειοηπειρωτικό αγώνα, απένειμε στον Γιάννη Μαυρολοσηφάκη ομαδάρχη του Αντάρτικου Σώματος του Γύπαρη, τιμητική σύνταξη Λοχία του Ελληνικού Στρατού.