» Αθηνά Κανιτσάκη
Καλότυχο θεωρεί ο μεγάλος Όμηρος τον Οδυσσέα επειδή «πολλών ανθρώπων ίδεν άστεα και νόον έγνω». Και είναι πραγματικά καλότυχος εκείνος που αξιώνεται να περιδιαβεί τόπους, να γνωρίσει ανθρώπους, και να μελετήσει την ιστορία με τα μικρά ή τα μεγάλα παθήματά τους.
M’ αυτή την επισήμανση καλότυχη θεωρώ και την κ. Αθηνά Κανιτσάκη που στα εφηβικά της χρόνια ταξίδεψε στη γηραιά Αλβιόνα έζησε κοντά σε κατοίκους του τόπου, είδε, άκουσε, μελέτησε κι έγινε πλουσιότερη σε γνώσεις γύρω από τη γλώσσα, την ιστορία και τον πολιτισμό της χώρας αυτής.
Κι είχε την πρόνοια να φυλάξει, θησαυρό πολύτιμο, όλες τις εμπειρίες και τις γνώσεις που αποκόμισε και μας τις παραδίδει σήμερα, ύστερα από μισόν αιώνα.
Έχω στα χέρια μου την καινούργια προσφορά της ακαταπόνητης πνευματικής δημιουργού, της ευφήμως γνωστής συνεργάτιδας της εφημερίδας «Χανιώτικα Νέα» Αθηνάς Κανιτσάκη, με τον παραπάνω τίτλο.
Περιγράφει με γλώσσα γλαφυρή, (γοργή κι ανεπιτήδευτη την ονομάζει η ίδια), το πρώτο της ταξίδι στην Αγγλία για την εκμάθηση της Γλώσσας, αλλά με το να έχει ανοιχτά κι άγρυπνα τα μάτια της ψυχής και του σώματος, αποθησαυρίζει με αρκετές λεπτομέρειες τις ομορφιές και τις ιδιαιτερότητες του τόπου καθώς και τις συνήθειες και γενικά την ψυχοσύνθεση των ανθρώπων.
Καθώς διάβαζα το καλογραμμένο βιβλίο, αναρωτήθηκα αν η καλή συγγραφέας περιγράφει ένα ταξίδι στο χώρο του Ηνωμένου Βασιλείου ή ένα σημαντικότερο ταξίδι στο δικό της χώρο, στο χώρο της μνήμης, στον κρυφό χώρο της ευαίσθητης καρδιάς της.
Το βιβλίο αν και το χαρακτηρίζει ταξιδιωτικό, δεν ανήκει αποκλειστικά στο χώρο της ταξιδιωτικής λογοτεχνίας. Η συγγραφέας ταξίδεψε βέβαια, για ένα συγκεκριμένο λόγο στο Κέμπριτζ, γράφτηκε και φοίτησε στο εκεί ονομαστό «Σχολείο Γλωσσών» και όπως είπα και προηγουμένως στο διάστημα της πολύμηνης παραμονής της στην Αγγλία, εκμεταλλεύτηκε τον ελεύθερο χρόνο της και πραγματοποίησε εκδρομές, επισκέφτηκε μουσεία και άλλα μνημεία, συνομίλησε με λογής-λογής ανθρώπους και γενικά έζησε μια περίοδο γεμάτη από ενδιαφέροντα πράγματα.
Όλο αυτό τον πνευματικό πλούτο, γιατί περί πνευματικού πλούτου πρόκειται, μας τον παραθέτει σε 130 καλοτυπωμένες σελίδες. Έτσι της δίνεται η ευκαιρία ξαναβρεθεί η ίδια κι όλοι οι αναγνώστες μαζί της, στο σπίτι της κ. Κάρσον, στο βρετανικό μουσείο, στην Ορθόδοξη εκκλησία της πόλης, στα περίφημα κολλέγια της Οξφόρδης, στα μαγαζιά και στις εξοχές. Άριστη οδηγός και ξεναγός η κ. Αθηνά δεν κουράζεται να λέει και να ξαναλέει για το ένα και για το άλλο κι εμείς να τα διαβάζομε με ιδιαίτερη ευχαρίστηση ή και πίκρα ανάμεικτη με θυμό, όπως στο παρακάτω απόσπασμα από την επίσκεψη στο ονομαστό μουσείο:
«…..Αφήσαμε τα μακάβρια θεάματα και περιπλανηθήκαμε μια-δυο ώρες σε Ασσυριακά, Περσικά, Αφρικανικά πεδία και μουσειακά εκθέματα απ’ όλον τον κόσμο, όταν ξαφνικά κι αναπάντεχα, σε κάποιες αίθουσες που βρέθηκαν μπροστά μας, μας κατέκλυσε το λευκό, το γλυπτό, οι Κένταυροι που πολεμούν σώμα με σώμα με ανθρώπους κι οι καθιστές γυναίκες με τα πτυχωτά φουστάνια.
Όλο το μεγαλείο της φυλής μας, τοποθετημένο σε σειρές να μας ταράζει και να μας εξοργίζει!
Τι άλλο να πει κανείς για τ’ άμοιρα τα «Ελγίνεια», όπως επιμένουμε να λέμε τα μάρμαρα του Παρθενώνα που ακόμα βρίσκονται εκεί και να δούμε πότε θα γυρίσουν πάλι εκεί που ανήκουν και στη θέση που τους αρμόζει…»
Τι άλλο να προσθέσω ; Να ευχαριστήσω μόνο την συγγραφέα και να την συγχαρώ και γι’ αυτά που μας έδωσε αλλά και για τον τρόπο που μας τα έδωσε…