Το πρόβληµα του υπερτουρισµού έχει αρχίσει σήµερα να απασχολεί πολλές περιοχές της χώρας µεταξύ των οποίων και τη Κρήτη.
Η αύξηση των επισκεπτών στη Κρήτη που παρατηρείται κάθε χρόνο αναµένεται να συνεχιστεί καθώς ο Παγκόσµιος Οργανισµός Τουρισµού αναµένει ότι το 2030 ο αριθµός των ατόµων που ταξιδεύουν στο πλανήτη θα ανέλθει σε 1.8 δις σε σχέση µε το 1.5 δις που ταξιδεύουν σήµερα. Αν και είναι δύσκολο να δοθεί ένας ορισµός για τον υπερτουρισµό θα µπορούσε να λεχθεί ότι “η έννοια του υπερτουρισµού αναφέρεται σε ταξιδιωτικούς προορισµούς όπου οι µόνιµοι κάτοικοι και οι επισκέπτες αισθάνονται ότι υπάρχουν πολλοί τουρίστες µε αποτέλεσµα η ποιότητα των εµπειριών των τουριστών και η ποιότητα της ζωής των µονίµων κατοίκων να είναι υποβαθµισµένες”. Αυτή η κατάσταση – η οποία σήµερα αποκαλείται υπερτουρισµός – είναι αρκετά διαφορετική από τη κλασσική µορφή του τουρισµού σύµφωνα µε την οποία “ο τουρισµός θα πρέπει να αποφέρει το µεγαλύτερο δυνατό όφελος για τους ταξιδιώτες, τους κατοίκους των τουριστικών περιοχών, τις τουριστικές επιχειρήσεις και όλους τους εµπλεκόµενους χωρίς να δηµιουργούνται µη αντιστρεπτές οικολογικές και κοινωνικές βλάβες”.
Η έννοια του υπερτουρισµού έχει υποκειµενική και αντικειµενική διάσταση. Η υποκειµενική διάσταση αναφέρεται στη αίσθηση που έχουν οι επισκέπτες µιας περιοχής για τη ποιότητα των προσωπικών εµπειριών τους αλλά και στην αίσθηση των µονίµων κατοίκων της περιοχής για την (δυσµενή) επίδραση των τουριστών στη ποιότητα της ζωής τους. Η αντικειµενική διάσταση του υπερτουρισµού σχετίζεται µε διάφορους δείκτες οι οποίοι εκφράζουν τη παρουσία των επισκεπτών σε µία περιοχή όπως µεταξύ άλλων:
Α) Η τουριστική πυκνότητα (αριθµός διανυκτερεύσεων ανά µονάδα επιφανείας της τουριστικής περιοχής),
Β) Η τουριστική ένταση (αριθµός διανυκτερεύσεων δια του αριθµού των µονίµων κατοίκων της τουριστικής περιοχής),
Γ) Τον αριθµό των καταλυµάτων Airbnb σε σχέση µε τα συµβατικά τουριστικά καταλύµατα και τους µονίµους κατοίκους της περιοχής,
∆) Την ένταση των αεροπορικών αφίξεων (αεροπορικές αφίξεις δια του αριθµού των µονίµων κατοίκων της τουριστικής περιοχής),
Ε) Το ποσοστό συµβολής του τουρισµού στο ΑΕΠ του τουριστικού προορισµού.
Ορισµένοι τουριστικοί δείκτες της Κρήτης παρουσιάζονται στο πίνακα 1.
Θα πρέπει να σηµειωθεί ότι η τουριστική πυκνότητα αναφέρεται σε όλη την επιφάνεια της Κρήτης. Εάν ληφθεί υπ’ όψη ότι η τουριστική βιοµηχανία είναι συγκεντρωµένη στις βόρειες ακτές του νησιού, σε µικρότερη επιφάνεια, η τιµή της τουριστικής πυκνότητας είναι αρκετά µεγαλύτερη. Η µεγάλη ανάπτυξη του τουρισµού στη Κρήτη έχει δυσµενείς περιβαλλοντικές, οικονοµικές και κοινωνικές επιπτώσεις. Οι δυσµενείς αυτές επιπτώσεις αποτελούν τα “εξωτερικά κόστη” της τουριστικής βιοµηχανίας της Κρήτης τα οποία µετακυλίονται στη κοινωνία και το περιβάλλον.
Οι δυσµενείς οικονοµικές επιπτώσεις του υπερτουρισµού περιλαµβάνουν:
Τη µείωση της ελκυστικότητας της Κρήτης σαν τουριστικού προορισµού,
Την οικονοµική εξάρτηση της από το τουρισµό,
Την αύξηση των δηµοσίων δαπανών για τη δηµιουργία υποδοµών (δρόµοι, αεροδρόµια, εγκαταστάσεις ύδρευσης και αποχέτευσης κ.α.) που θα εξυπηρετούν τον αυξηµένο αριθµό επισκεπτών,
Την αυξηµένη κατανάλωση εισαγόµενων πρώτων υλών και προϊόντων (καύσιµα, τρόφιµα κ.α.)
Την αύξηση των τιµών ενοικίασης και πώλησης κατοικιών µε αποτέλεσµα να είναι δύσκολη η εξεύρεση/αγορά στέγης από τους µόνιµους κατοίκους, και
Την αύξηση των τιµών των τροφίµων και του κόστους ζωής.
Οι δυσµενείς περιβαλλοντικές επιπτώσεις του υπερτουρισµού περιλαµβάνουν:
Την υπερβολική επιβάρυνση και φθορά δηµόσιων υποδοµών,
Την υπερβολική κατανάλωση φυσικών πόρων,
Την υπερβολική συσσώρευση ανθρώπων σε ιστορικά και πολιτιστικά µνηµεία καθώς και σε τοποθεσίες ιδιαιτέρου φυσικού κάλλους που χρήζουν προστασίας,
Στην αυξηµένη συµβολή των τουριστών στη παραγωγή ρύπων (λύµατα, απορρίµµατα κ.α.), και
Στην υποβάθµιση ιστορικών και αρχιτεκτονικών µνηµείων καθώς και ευαίσθητων οικολογικά περιοχών που δέχονται υπερβολικά µεγάλο αριθµό επισκεπτών.
Οι δυσµενείς κοινωνικές επιπτώσεις του υπερτουρισµού περιλαµβάνουν:
Τη περιθωριοποίηση των µονίµων κατοίκων του νησιού,
Τη δηµιουργία προβληµάτων που σχετίζονται µε τη συµπεριφορά των τουριστών και πιθανώς την αυξηµένη εγκληµατικότητα,
Τη τουριστικοποίηση οικιστικών περιοχών που διαµένουν µόνιµοι κάτοικοι,
Την υποβάθµιση διαφόρων κοινωνικών υποδοµών,
Τη εξασθένηση των πολιτιστικών παραδόσεων, και
Την υποβάθµιση της ποιότητας της ζωής των µόνιµων κατοίκων.
Τα αίτια του υπερτουρισµού είναι πολλά όπως µεταξύ άλλων:
Η δυνατότητα που παρέχεται σήµερα σε µεγάλο αριθµό ατόµων να ταξιδεύουν,
Η αύξηση των παγκόσµιων εισοδηµάτων.
Το µειωµένο κόστος και ο µειωµένος χρόνος ταξιδιών,
Οι πολιτικές που εστιάζουν στην αύξηση του αριθµού των τουριστών,
Η αύξηση των µη συµβατικών τουριστικών καταλυµάτων,
Οι νέες πλατφόρµες της οικονοµίας του διαµερισµού (Airbnb κ.α.),
Η συγκέντρωση µεγάλου αριθµού τουριστών σε ένα µέρος, και
Το γεγονός ότι οι δηµόσιοι χώροι είναι ελεύθερα προσβάσιµοι από τουρίστες.
Το φαινόµενο το υπερτουρισµού της Κρήτης θα µπορούσε να αµβλυνθεί εφόσον:
Γινόταν καλύτερη διαχείριση των τουριστικών ροών,
Γινόταν διασπορά των τουριστικών καταλυµάτων σε όλη το νησί και όχι µόνο στις βόρειες ακτές του (Οι µεγάλες τουριστικές επενδύσεις στο νοµό Χανίων σήµερα πραγµατοποιούνται στις βόρειες ακτές του),
Προωθείτο συµπληρωµατικά ο εικονικός τουρισµός (virtual tourism),
Οι αφίξεις των τουριστών στο νησί πραγµατοποιούντο σε όλη τη διάρκεια του έτους και όχι µόνο για 6-7 µήνες όπως γίνεται σήµερα, και
Υπήρχαν µελέτες και εκτιµήσεις για τη φέρουσα χωρητική ικανότητα της Κρήτης στη υποδοχή των τουριστών οι οποίες θα οδηγούσαν σε καλύτερο προγραµµατισµό.
∆εδοµένης της ελκυστικότητας του νησιού σαν δηµοφιλούς τουριστικού προορισµού και της συνεχούς ανάπτυξης της παγκόσµιας τουριστικής βιοµηχανίας το σηµερινό πρόβληµα του υπερτουρισµού αναµένεται να επιταθεί στο προσεχές µέλλον εφόσον δεν ληφθούν µέτρα αποτροπής του. ∆εν πρέπει να αγνοείται το γεγονός ότι ο τουρισµός δηµιουργεί εισοδήµατα και πλούτο ενώ συµβάλλει στη δηµιουργία νέων θέσεων εργασίας απορροφώντας εργαζόµενους οι οποίοι δεν βρίσκουν πλέον εργασία στο φθίνοντα πρωτογενή τοµέα της Κρήτης. Η µικρή συµβολή του µεταποιητικού τοµέα στην οικονοµία της Κρήτης καθιστά το τουρισµό προνοµιακό τοµέα απασχόλησης για νέους εργαζόµενους στο νησί.
Η αντιµετώπιση του υπερτουρισµού δεν είναι εύκολη. Ορισµένες προσπάθειες άµβλυνσης του που έχουν γίνει σε διάφορες Ευρωπαϊκές πόλεις (Βαρκελώνη, Άµστερνταµ, Ρώµη, Βενετία, Φλωρεντία κ.α.) δεν έχουν αποδώσει ικανοποιητικά αποτελέσµατα µέχρι σήµερα. Θα µπορούσε να λεχθεί ότι το φαινόµενο του υπερτουρισµού είναι το αποτέλεσµα της υπερβολικής ελκυστικότητας ενός τουριστικού προορισµού και αποτελεί ένα δείκτη επιτυχίας του ο οποίος όµως απειλεί τη βιωσιµότητα του. Έτσι ενώ σήµερα υπάρχει συναίνεση µεταξύ των εµπλεκοµένων στη τουριστική βιοµηχανία για την αναγκαιότητα περιορισµού και ελέγχου του υπερτουρισµού δεν είναι ορατές οι πολιτικές εκείνες που θα µπορούσαν να τον µετριάσουν.
Η τουριστική βιοµηχανία του νησιού εκτός από τον υπερτουρισµό απειλείται σήµερα και από τη κλιµατική κρίση. Κάθε χρόνο βιώνουµε µικρή αύξηση των µέσων θερµοκρασιών, ακραία κλιµατικά φαινόµενα είτε ξηρασίας ή πληµµυρών ενώ υπάρχουν ζοφερές προβλέψεις για τη σταδιακή άνοδο της στάθµης της θάλασσας η οποία θα επηρεάσει δυσµενώς τις τουριστικές υποδοµές οι οποίες έχουν αναπτυχθεί κατά κύριο λόγο στις βόρειες ακτές της Κρήτης. ∆εν πρέπει να µας διαφεύγει το γεγονός ότι η πλειονότητα των τουριστών της Κρήτης ελκύεται από τον ήλιο και τη θάλασσα απολαµβάνοντας κατά τη παραµονή τους τις υπέροχες παραλίες του νησιού. Η µείωση των βροχοπτώσεων επηρεάζει τη διαθεσιµότητα του πόσιµου νερού απαραίτητου πόρου της τουριστικής βιοµηχανίας αλλά και των γεωργικών καλλιεργειών της Κρήτης. Η αντιµετώπιση της κλιµατικής κρίσης απαιτεί δράσεις αφ’ ενός για το µετριασµό της και αφ’ ετέρου για τη προσαρµογή σε αυτήν. Όλοι οι εµπλεκόµενοι στη τουριστική βιοµηχανία θα πρέπει να προάγουν την απεξάρτηση τους από τα ορυκτά καύσιµα και τη χρήση µη ανθρακούχων ενεργειακών πόρων. Η προσαρµογή στη κλιµατική κρίση απαιτεί επενδύσεις σε διάφορες υποδοµές ενώ δεν φαίνεται να υπάρχει σήµερα ένα ολοκληρωµένο σχέδιο για τη προσαρµογή της Κρήτης στη κλιµατική κρίση. Είναι προφανές λοιπόν ότι η µακροπρόθεσµη βιωσιµότητα της ανθούσας σήµερα τουριστικής βιοµηχανίας της Κρήτης προϋποθέτει την αντιµετώπιση του υπερτουρισµού, όπως βιώνεται σήµερα, αλλά και της κλιµατικής κρίσης. Η βελτίωση των υπαρχόντων δηµόσιων υποδοµών και η δηµιουργία νέων για την κάλυψη των αναγκών που δηµιουργούν οι αυξηµένες ροές τουριστών απαιτούν οικονοµικούς πόρους. Σηµαντικοί οικονοµικοί πόροι που σχετίζονται µε τις δηµόσιες υποδοµές απαιτούνται και για τη προσαρµογή στη κλιµατική αλλαγή.
Η θέσπιση ορίων για τον έλεγχο του υπερτουρισµού φαίνεται να αποτελεί µονόδροµο σήµερα. Το 1972 η έκθεση της “Λέσχης της Ρώµης” µε τίτλο “Τα όρια της µεγέθυνσης -The limits to growth” τεκµηρίωνε την ύπαρξη πλανητικών ορίων όσον αφορά τη µεγέθυνση των ανθρωπογενών δραστηριοτήτων. Το 2015 η παγκόσµια συνδιάσκεψη για το κλίµα στο Παρίσι έθεσε όρια όσον αφορά τις εκποµπές ανθρακούχων και άλλων θερµοκηπιακών αερίων στην ατµόσφαιρα θεωρώντας αναγκαίο το “µηδενισµό των καθαρών ανθρακούχων εκποµπών στην ατµόσφαιρα µέχρι το 2050”. Συνεπώς η θέσπιση κάποιων ορίων στην ανεξέλεγκτη και απρογραµµάτιστη τουριστική ανάπτυξη φαίνεται σήµερα περισσότερο αναγκαία από ποτέ για τη προστασία της µακροπρόθεσµης βιωσιµότητας της τουριστικής βιοµηχανίας της Κρήτης.
*Ο Γιάννης Βουρδουµπάς είναι Χηµικός Μηχανικός ΕΜΠ, M.Sc., Ph.D.
Περισσότερα στοιχεία για τον υπερτουρισµό της Κρήτης είναι διαθέσιµα στα παρατιθέµενα άρθρα του γράφοντος τα οποία έχουν δηµοσιευθεί σε διεθνή Αγγλόφωνα επιστηµονικά περιοδικά:
Α) Vourdoubas, J. (2024). The undesired impacts of overtourism in the island of Crete, Greece, International Journal of Advanced Multidisciplinary Research and Studies, 4(5), 868-874.
B) Vourdoubas, J. (2024). Evaluation of overtourism in the island of Crete, Greece, European Journal of Applied Sciences, Engineering and Technology, 2(6), 21-32.
Γ) Vourdoubas, J. (2020). An appraisal of οvertourism on the island of Crete, Greece, International Journal of Global Sustainability, 4(1), 63-77.