Βλέποντας κανείς τις τηλεοπτικές αναμετρήσεις των πολιτικών αρχηγών και ακούγοντας τους προεκλογικούς τους λόγους, θα διαπιστώσει και ο κάθε άσχετος περί πολιτικής και πολιτικών γιατί φτάσαμε σ’ αυτή την κατάντια κι εμείς και η χώρα μας.
Όταν προχθές βράδυ με ρώτησε ο γιος μου ποιο κόμμα θα ψηφίσω στις προσεχείς εκλογές, μού ήρθε στο μυαλό μια ιστορία προξενιού που έλεγε συχνά ο παππούς μου στις παρέες χαριτολογώντας, η οποία είχε μεγάλη δόση αλήθειας.
Στις αρχές του περασμένου αιώνα σε κάποιο χωριουδάκι των Λευκών Ορέων η 15χρονη Αννούλα λογοδόθηκε από τον πατέρα της με τον 40χρονο Μανούσο.
Ο γαμπρός μπορεί να ήταν λίγο κουζουλός και αγράμματος είχε όμως 700 γιδοπρόβατα, μέλια, τυριά, μαδάρες και χειμαδιά. Οταν επισκεπτόταν τη νύφη με τα κανίσκια φορτωμένα στα μουλάρια του, αυτή δεν μπορούσε να τον δει στα μάτια της, του έριχνε μια φοβισμένη ματιά και έτρεχε να αγκαλιάσει την καλοκάγαθη γιαγιά της.
Τη μέρα του γάμου εντελώς ακάτεχη από πρώτες νύκτες η μικρή Αννίτσα ρώτησε φοβισμένα τη γιαγιά της πόσους κόμπους να δέσει το νυφικό της για να μη μπορεί να το λύσει εύκολα ο αγριάνθρωπος.
Η γιαγιά χαμογέλασε αμήχανα από την παιδική αθωότητα της μικρής και προσπάθησε να την ηρεμήσει μιλώντας της για παιδικά παιχνίδια με κούκλες και γιατρούς.
«Όσους κόμπους και να το δέσεις παιδάκι μου, ο Μανούσος θα το ξεσκίσει με τσι χερούκλες του και το εμβόλιο δεν θα το γλυτώσεις».
Έτσι κι εμείς σ’ αυτές τις βουλευτικές εκλογές.
Ό,τι κόμμα και να ψηφίσουμε το τρίτο εμβόλιο δεν θα το γλυτώσουμε.
Παρ’ όλα αυτά μη ψάξουμε για τη χαμένη ελπίδα σε κάθε λογής νεόκοπους σωτήρες και φασίστες.
Ας φροντίσουμε τουλάχιστον να σώσουμε την ψυχή μας.