Η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας, σύμφωνα με πληροφορίες, σε διάσκεψη κεκλεισμένων των θυρών, απέρριψε τις αιτήσεις των τηλεοπτικών σταθμών που ζητούσαν να ακυρωθεί η προκήρυξη του διαγωνισμού, κ.λπ. για τη χορήγηση των 7 τηλεοπτικών αδειών με τιμή εκκίνησης τα 35 εκ. ευρώ για κάθε άδεια.
Ειδικότερα, σύμφωνα με πληροφορίες, υπό τον αντιπρόεδρο του ΣτΕ Γεώργιο Παπαγεωργίου (μετά την πρόσφατη παραίτηση του προέδρου Νικολάου Σακελλαρίου) και με εισηγητές τους συμβούλους Επικρατείας Ηλία Μάζο και Δημήτρη Μακρή, συνεδρίασε κεκλεισμένων των θυρών η Ολομέλεια του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου για το θέμα της χορήγησης των 7 τηλεοπτικών αδειών.
Οι αιτήσεις των τηλεοπτικών σταθμών απερρίφθησαν και οι δύο εισηγητές της υπόθεσης καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια, έτσι ώστε η απόφαση να δημοσιευθεί άμεσα μέσα στο επόμενο διάστημα.
Όπως είναι γνωστό, τον Οκτώβριο του 2016 η Ολομέλεια του ΣτΕ με πρόεδρο τον Νικόλαο Σακελλαρίου και εισηγητή τον τότε σύμβουλο Επικρατείας Γεώργιο Παπαγεωργίου είχε ασχοληθεί για πρώτη τότε φορά με το θέμα της χορήγησης των τηλεοπτικών αδειών. Τότε η Ολομέλεια του ΣτΕ είχε κρίνει αντισυνταγματικό τον νόμο για τη χορήγηση των 4 τηλεοπτικών αδειών.
Τώρα, στο ΣτΕ έχουν προσφύγει οι τηλεοπτικοί σταθμοί Αντένα, ‘Αλφα, Σκάι, Σταρ και Μέγκα, η Ένωση Ιδιωτικών Τηλεοπτικών Σταθμών Εθνικής Εμβέλειας (ΕΙΤΗΣΕΕ) και 120 εργαζόμενοι στο Μέγκα και στρεφόντουσαν τόσο κατά του υπουργού Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης Νίκου Παππά, όσο και κατά του ΕΣΡ και ζητούσαν, μεταξύ των άλλων, να ακυρωθεί η υπ? αριθμ. 1/2017 προκήρυξη του διαγωνισμού για τη χορήγηση των 7 αδειών με τιμή εκκίνησης τα 35 εκ. ευρώ για κάθε άδεια.
Τα κανάλια υποστήριζαν, μεταξύ των άλλων, ότι η προκήρυξη όσο και οι σχετικές κοινές αποφάσεις των υπουργών Ψηφιακής Πολιτικής και Οικονομικών που αφορούν τις δημοπρατούμενες άδειες παρόχων επίγειας ψηφιακής τηλεοπτικής ευρυεκπομπής ελεύθερης λήψης, εθνικής εμβέλειας και ενημερωτικού προγράμματος, και ειδικά ως προς τα οικονομικά δεδομένα, έρχεται σε σύγκρουση με το Σύνταγμα, τους ευρωπαϊκούς και ελληνικούς νομοθετικούς κανόνες, αλλά είναι αντίθετες και στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.