Τρίτη, 16 Ιουλίου, 2024

Το στιγµιότυπο

Το κουδούνι χτυπά για το πρώτο διάλειµµα, που είναι και το µεγαλύτερο. Βρίσκοµαι στο σχολείο του χωριού µου, το διθέσιο δηµοτικό, εφτά χιλιόµετρα από την πόλη.

Έχει αρκετά παιδιά! Τόσα, όσα να δηµιουργούνται καλές τάξεις. Ούτε πάρα πολλά, αλλά ούτε πολύ λίγα, που να µην µπορείς να φτιάξεις µια χορωδία για παράδειγµα. Ερασιτεχνική φυσικά, µε απλές φωνές!

Έχει µία µεγάλη αυλή και γύρω γύρω δέντρα την οριοθετούν. Αυτά τα δέντρα όταν φυσάει πολύς αέρας, µας προστατεύουν και έτσι µειώνεται η µανία του καιρού. Όταν έχει ζέστη, µας στέλνουν την δροσιά από το φύλλωµά τους. Είναι και για την µατιά µας µια όαση! Όποιος τα φύτεψε, θα είχε µεράκι, γιατί βλέπω ξεκινώντας από την είσοδο, να υπάρχουν δυο δέντρα µε καταπράσινο πυκνό φύλλωµα και ένα µε κίτρινα ανθάκια. Μετά, δύο µε καταπράσινα φύλλα και ένα µε κίτρινα ανθάκια. Αυτό επαναλαµβάνεται γύρω γύρω από τον περίβολο. Ναι` σίγουρα είχε βάλει µεράκι αυτός ο άνθρωπος ή η οµάδα εργατών.
Θα πρέπει να είχαν περάσει τουλάχιστον τριάντα χρόνια από την δηµιουργία της αυλής. Μπορώ να φανταστώ την αυλή την µέρα που τα φύτευαν. Μάλλον µπορώ να ακούσω διαλόγους από τον χώρο της εργασίας τους.

«Μέτρησες καλά;» «Μας φτάνουν τα δεντράκια;» ή «να έχουν ίσες αποστάσεις το ένα από το άλλο. Μην τα βλέπουν τα παιδιά αργότερα και µας κοροϊδεύουν».
Εικόνες έχουν πληµµυρίσει το µυαλό µου από εκείνες τις µέρες. Μη σας πω, ότι και από το χτίσιµο του σχολείου θα µπορούσα να βρω εικόνες, αλλά δεν ξέρω τα στάδια οικοδοµής µε την σειρά.
Τα σκέπτοµαι όλα αυτά, γιατί είναι η τελευταία χρονιά εδώ.
Όµως τώρα βρίσκοµαι σε ένα όµορφο σχολείο. Αξιοπρεπέστατο!

Σήµερα, δεν έχω να ανησυχώ για το επόµενο µάθηµα, µιας και χθες µε είχε πιάσει οίστρος µελέτης και είµαι ξένοιαστη, χαλαρή. Ένα µικρό θαύµα δηλαδή, αν µε καταλαβαίνετε. Το διάλειµµα είναι όλο για µένα.
Ακόµα κουδούνιζε στα αυτιά µου ο µελωδικός ήχος του διαλείµµατος, καθώς κατέβαινα τα δύο τελευταία σκαλιά για να βρεθώ στην αυλή.

Το σχολείο µας, είναι υπερυψωµένο µε έξι σκαλιά να σε ανεβάζουν στο βάθρο που κάθεται αρχοντικό και υπερήφανο, απλώνοντας δεξιά και αριστερά τις τάξεις του και στο κέντρο να κυριαρχεί το γραφείο των δασκάλων.

Το γραφείο! Ένας χώρος λίγο τροµακτικός, επιβλητικός και απαγορευµένος! Τροµακτικός, γιατί είχε σε ράφια βαλσαµωµένα πτηνά, µικρά ζώα και πολλές, µα πολλές πεταλούδες. Επίσης όποιος έµπαινε εκεί, δεν ήταν για καλό, αλλά για επίπληξη.

 

Σταµατώ εκεί στο τελευταίο σκαλί και θέλοντας να κρατήσω την εικόνα αυτής της στιγµής στο µυαλό µου, έκανα έναν αργό γύρο µε την µατιά µου και σαν να σταµάτησαν όλοι! Ήταν σαν να έπαιζαν τα ακούνητα στρατιωτάκια! Ήταν σαν να τράβηξα µια φωτογραφία στιγµής! Μια φωτογραφία, γεµάτη όµως µε συναισθήµατα και ζωντάνια! Έτσι τους κράτησα στη σκέψη µου για πολλή ώρα.
∆εν µε επηρέασε ό,τι γινόταν από εκεί και πέρα. Ήθελα να δω µε µια µατιά, τι µπορώ να καταλάβω για τους συµµαθητές µου. Όπως θα έκανε ένας ξένος που θα περνούσε από τον δρόµο.

Ήθελα να δω, τι κάνει το κάθε παιδί. Πώς διαλέγει να περάσει την ελεύθερη ώρα του.
Και να` που ο ζωηρός µαθητής, ο Μαρίνος, είναι στο µονόζυγο και κρατιέται από το ένα χέρι. Ποιο ένα χέρι; Τα δύο µεσαία του δαχτυλάκια παλεύουν να κρατηθούν, στο κυλινδρικό σίδερο.
Άλλωστε, αυτός ήταν που βγήκε πρώτος στο διάλειµµα.
Μη σας πω πως το ένα του πόδι ήταν κιόλας έξω από την πόρτα πριν χτυπήσει το κουδούνι, καθώς το θρανίο του είναι πολύ κοντά σε αυτήν. Έκανε τάχα ότι την κρατούσε µε το πόδι να µη κινείται, αλλά στην πραγµατικότητα ήταν σε ετοιµότητα εξόδου.
Τώρα, σκαρφαλωµένος στο µονόζυγο, παλεύει να κρατηθεί. Είναι ένα ζωηρό και αυθόρµητο παιδί. Είναι επίσης, πολύ δοτικός. Να σκεφθείτε προχθές µου πρότεινε τη µισή του τσίχλα, τεντώνοντάς την ανάµεσα στα δόντια του, που µόλις είχε βάλει στο στόµα. Ήταν έτοιµος να µου δώσει τη µισή. Τόσο αθώα σκεπτόµενος!

Εκεί δίπλα ήταν πάντα και ο αδελφός του ο Μιχάλης. Πάντα µαζί και πάντα να παίζουν σαν δυο µικρά αγριοκατσικάκια!
Παραδίπλα από το µονόζυγο η Τασούλα µικρότερης τάξης, σηκωνόταν από την άµµο που είχε πέσει και είχε βαλθεί να καθαριστεί σχολαστικά. Έτσι έκανε πάντα! Καθαριζόταν σχολαστικά και ξανά πάλι από την αρχή. Ήταν ένα καθαρό παιδάκι, που πάλευε ανάµεσα στην ανεµελιά και την τακτικότητα. Άλλωστε, ήταν αρχή ακόµα για εκείνη. Ας περάσουν µια δυο χρονιές µακριά από τη µαµά της και θα χώνεται για τα καλά στα χώµατα και τις σκόνες της αυλής.

Έτσι θυµάµαι κι εγώ, που κάθε τόσο ξεσκόνιζα τα παπουτσάκια µου στην αρχή. Μετά, δεν έβλεπα κάτι παράξενο. Είναι ταιριαστά µε των άλλων παιδιών. Άσε που αν φοράς καθαρά παπούτσια, δεν σε αφήνουν να παίζεις καλά.
Το έχω διαπιστώσει! Όσες φορές έχανα στο σχοινάκι, αυτά µάλλον έφταιγαν. Πιο πολύ πρόσεχα τα παπούτσια µε τον φιόγκο µη µου πάθουν κάτι, από το να µην µπερδευτώ στο σχοινί. Ναι` είναι σίγουρο αυτό το συµπέρασµα! Τα καθαρά παπούτσια έφταιγαν!
Πιο πέρα, η Καιτούλα από την έκτη τάξη, πάλι να µαζεύει λουλούδια. Η Καίτη, είναι έτοιµη σωστή γυναίκα και ας είναι στο δηµοτικό. Τώρα την τσάκωσα να τα κόβει από το κλαδί που είχε γείρει χαµηλά. Ήταν φορτωµένο µε ολοκίτρινα ανθάκια, που σχηµάτιζαν µικρά µπουκετάκια επάνω στο δέντρο. Αυτό το κορίτσι τελευταία είχε γίνει πολύ ροµαντικό. Θα πρέπει να δει γιατί το έπαθε αυτό! Έχει αποµακρυνθεί από την παρέα. ∆εν έρχεται ούτε κουτσό να παίξει µαζί µας. Το θρανίο της, είναι γεµάτο µε λουλουδάκια, σε διάφορα στάδια αποξήρανσης.
Τα χθεσινά ξεχωρίζουν, γιατί είναι µαραµένα. Τα προχθεσινά, γιατί είναι αφυδατωµένα και τις προηγούµενης εβδοµάδας, είναι ξερά και έχουν καφετί χρώµα πλέον. Όµως κάνει συλλογή. ∆εν τα πετάει.

Είµασταν πάντα ένα καλό δίδυµο, όταν παίζαµε τα µήλα. Μέναµε οι τελευταίες πάντα, µε ένα τσουβάλι µήλα η καθεµιά µας. Είχαµε ειδικότητα στη συλλογή µήλων, µπορώ να πω.
Εγώ έκανα προπόνηση και εκτός σχολείου. Στη γειτονιά µου διοργανώναµε παιχνίδια, που κρατούσαν, όσο κρατούσε και το φως της µέρας, ίσως και λίγο παραπάνω.
Ευθεία από τα σκαλιά, στα τρία τέσσερα µέτρα, υπήρχε ένας καλοσχηµατισµένος κουτσός. Με το σχέδιο το περίπλοκο, που έπρεπε πότε να πηδάµε µε το ένα πόδι και πότε να πατάµε µε τα δύο. Όλη η ενέργειά µας, καταναλωνόταν εκεί. Καθώς κοίταξα, είδα την Άννα να πετάει την µαδάρα, µε τεντωµένο το χέρι και γερµένη λίγο µπροστά, για να πετύχει την καλύτερη θέση να πέσει η πέτρα της.

Α, να κι Θοδωρής! Της έκτης τάξης κι αυτός. Έµεινε στρατιωτάκι ακούνητο, µε πόδι έτοιµο να σουτάρει το γκολ! Πιο κει ο Θανάσης, σε θέση διάστασης ποδιών και χεριών, προσπαθώντας να πλατύνει τον εαυτό του, ώστε να µην περάσει η µπάλα από το πρόχειρα σχηµατισµένο τέρµα.
Με τον Θανάση, όλο παίζουν ποδόσφαιρο. Πότε σουτάκια, πότε µονότερµα όπως τώρα και άλλοτε κυνηγούσαν την µπάλα µαζί, σε όλη την αυλή, σε µία ατελείωτη κόντρα.
Αν δεν έπαιζαν ποδόσφαιρο, έ τότε σίγουρα θα πείραζαν τα κορίτσια. ∆εν τα ενοχλούσαν, απλά ήθελαν να αποσπάσουν την προσοχή τους. Καλά και ζωηρά παιδιά και οι δυο τους.
Μην περιµένετε να πω κάτι για εµένα. Όπως τι µαθήτρια ήµουν, αν ήµουν ζωηρή, γιατί τώρα εγώ παρατηρώ. Είναι σαν να µην υπάρχω στο πλάνο.

Όµως ο Θοδωράκος και ο Θανάσης, ήταν καλόκαρδα παιδιά! Μπορούσαν να φέρουν άνω κάτω την αυλή, αν τους ζητούσες κάτι, για να εξυπηρετήσουν.
Η Βασιλική πιο πέρα, χάιδευε την κοτσίδα της, καθώς µασούλαγε µε µανία την τσίχλα της. Άκουγε την συµµαθήτριά της, να της διηγείται κάτι. ∆υστυχώς, δεν µπορώ να ακούσω από εδώ. Στο πάγωµα της εικόνας, δεν υπάρχει φωνή.

Τα κορίτσια, όσα δεν έπαιζαν ζωηρά παιχνίδια, είχαν πολλά να κουβεντιάσουν. Όλο κάτι έβρισκαν να σχολιάσουν. Άνετα µπορούν να µιλούν για ώρες. Όλο κάτι ενδιαφέρον βρίσκουν. Απορώ που τα αγόρια δεν µιλάνε πολύ. Τα ρωτάς και ψελλίζουν κάτι µέσα από τα δόντια τους και αυτό είναι όλο. ∆εν βλέπουν λεπτοµέρειες. ∆εν βλέπουν διαφορές. Είναι όλα µαύρο άσπρο.

Ή για να ακριβολογώ, κόκκινο και πράσινο. Ας είναι και κίτρινο. Τα χρώµατα των ποδοσφαιρικών τους οµάδων δηλαδή. Ε, τότε έχουν να πουν πολλά! Όλο ονόµατα παικτών, αριθµούς των γκολ, φάουλ, πάσες και ό,τι φανταστεί το µυαλό µας, που θα έχει µέσα µπάλα και τέρµα. Κανένα τους δεν µπορώ να φανταστώ γιατρό ή δικηγόρο, σοβαρό και αυστηρό.
Μήπως το δικό µας σχολείο θα ειδικευτεί σε άλλα επαγγέλµατα, όπως καλλιτεχνικά και αθλητικά;

Όσο και να µην ήθελα να επηρεαστώ από αυτά που συµβαίνουν στην αυλή και να επικεντρωθώ µόνο σε ένα στιγµιότυπο, δεν τα κατάφερα απόλυτα.
Με το πλάι του µατιού µου, είδα να βγαίνει ο δάσκαλος. Η επιρροή του υπήρχε ακόµα και στο διάλειµµα. Η έννοια δάσκαλος, περιείχε σεβασµό, φόβο, ντροπή, εκτίµηση, υπακοή, µα δεν ξέρω πιο από όλα υπερείχε.
Η φωνή του δασκάλου µας µε απέσπασε για τα καλά.
«Τι λες Μαιρούλα, θα πας να χτυπήσεις το κουδούνι;»
Αυτές τις φορές που αναλαµβάναµε εµείς να χτυπάµε το κουδούνι, δεν µας ένοιαζε που µπαίναµε µέσα. Έτσι και εγώ, πήρα το κουδούνι από το γραφείο, κάτι σαν καµπανούλα ήταν, µικρή αλλά µε αρκετό βάρος και αφού στάθηκα στην είσοδο, άρχισα να το κουνάω πάνω κάτω κάµποσες φορές, µέχρι να ακούσουν όλα τα παιδιά και από την πίσω αυλή. Ένιωσα µια σπουδαία υπευθυνότητα, που µε επέλεξε ο δάσκαλος να το χτυπήσω εγώ.
Αρκετά γρήγορα µπήκαν όλα τα παιδιά στις αίθουσες. Ακολούθησα και εγώ. Το µάθηµα άρχισε, αλλά το δικό µου µυαλό ήταν απασχοληµένο µε άλλα πράγµατα. Σαν να µην άκουγα. Ή µάλλον άκουγα αλλά δεν κατανοούσα τα λεγόµενα, γιατί ήµουν ακόµα µε την εικόνα του διαλείµµατος.

Με το να παρατηρώ τους συµµαθητές, ξέχασα την καλύτερή µου φίλη, που µε περίµενε από το πλάι. Πάντα στο πρώτο πρώτο διάλειµµα έτρωγε το ψωµάκι που της έδιναν από το σπίτι. Τις περισσότερες φορές µε περίµενε να το µοιραστούµε. Κι εγώ το είχα δεχθεί σαν κάτι φυσικό επόµενο και µε άνεση το έπαιρνα.
Μ’ αυτήν την κολλητή µου φίλη την Στεφανία, την καλύτερή µου φίλη, είµασταν εκτός των άλλων ένα «µελωδικό» δίδυµο, στο µάθηµα της µουσικής. Θυµάµαι που προσπαθούσα να τραγουδάω όσο γίνεται πιο σιγά, µη και ακούσει η δασκάλα τις παραφωνίες µου, για να µη µε βγάλει από την χορωδία. Σε καµία περίπτωση δεν το ήθελα αυτό. Το ίδιο έκανε και η φίλη µου. Άλλωστε είχαµε εξίσου µη µελωδικές φωνές!
Τώρα µέσα στην τάξη, ανεπηρέαστη από τα δρόµενα της αυλής, έβγαλα το συµπέρασµα ότι µε µια µατιά δεν µπορείς να καταλάβεις τους ανθρώπους. Ένας περαστικός, δεν µπορεί να δει αυτά που ξέρω εγώ γι αυτούς. Όλοι οι συµµαθητές µου ήταν καλά παιδιά! Πάντα θα είναι σε µια γωνιά της καρδιάς µου, αλλά και της σκέψης µου το σχολείο αυτό, µε όλους τους µαθητές του. Η καλή καρδιά, δεν φαίνεται από µακριά. Μακάρι και η βαθµολογία να επηρεαζόταν από την καλοσύνη του καθενός και όχι από τα κλάσµατα και τον παρακείµενο. Το είχα αποφασίσει! Αν γινόµουν ποτέ δασκάλα, θα έβαζα δέκα, σε όλα τα καλά παιδιά.
Τώρα δεν έµενε, παρά να τελειώσω το δηµοτικό, το γυµνάσιο, το πανεπιστήµιο και ίσως να γινόµουν η καλύτερη δασκάλα του κόσµου!

Υ.Γ. Αφιερωµένο στο σχολείο µου της Αγίας Μαρίνας.
Κάποια στοιχεία είναι αληθινά.

*Η Μαίρη Κουτρούλη- Σκαµνάκη
Ιδιωτ. Υπάλ. – Συγγραφέας
µέλος ∆.Σ. ‘Ενωσης Πνευµατικών
∆ηµιουργών Χανίων


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Εντός εκτός και επί τα αυτά

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα