Δεκαετία του ‘70 στην Αλεξανδρούπολη
Στο στρατόπεδο τεθωρακισμένων μιας μονάδας σύγχρονων αρμάτων μάχης, επικρατεί αναστάτωση, τα μάτια του διηγήματος στραμμένα σε τρείς φαντάρους. Τον Φίλιππα, τον Μιχάλη και τον Χρήστο. Mέλη πληρώματος, που ετοιμάζουν όπως όλοι οι συνάδελφοί τους το δικό τους άρμα μάχης που πρόκειται να βγει σε άσκηση την ίδια μέρα.
Σκοπός της άσκησης, είναι η δοκιμαστική διέλευση του ποταμού Άβαντα. Όλα έτοιμα, ξεκινάει η πορεία της ίλης για τον ποταμό, που απέχει κάτι λιγότερο από 8 χιλιόμετρα. Η όλη διαδικασία δηλώνει κατάσταση προετοιμασίας πολέμου, οι ασύρματοι εκπέμπουν τις διαταγές της άσκησης. Ο Φίλιππας οδηγός, ο Χρήστος και ο Μιχάλης στον πύργο του άρματος. Τίγρης προς τίγρη 1 ετοιμαστείτε για διέλευση του ποταμού.
Το άρμα μπαίνει στο νερό από την μια όχθη με κατεύθυνση την απέναντι, προχωρώντας βυθίζεται σιγά σιγά στο νερό, προχωράει και στα μισά της διαδρομής ακινητοποιείται από βλάβη κάτω από το νερό. Αναστάτωση στο πλήρωμα η εσωτερική επικοινωνία αδύνατη.
Ο Μιχάλης ανοίγει την καταπακτή και βγαίνει, νερά εισχωρούν στο άρμα, μετά βγαίνει ο Χρήστος. Ο Φίλιππας βρίσκεται πιο κάτω από τον πύργο και η καταπακτή του δεν ανοίγει λόγω της πίεσης του νερού, το άρμα συνεχίζει να βάζει νερά. Βατραχάνθρωποι πέφτουν στο ποτάμι και σώζουν τον οδηγό. Όλη η ίλη παγωμένη κοιτάζει αν γλύτωσε ο Φίλιππας.
Οι αιτίες, ανθρώπινα λάθη.
Το πρώτο, ο τέταρτος του πληρώματος ξέχασε να κλείσει τα στεγανά. Το δεύτερο, δεν είχε δεθεί το άρμα προληπτικά σε συρματόσχοινο με άλλο άρμα.
Το ασθενοφόρο μεταφέρει τον Φίλιππα στο στρατιωτικό νοσοκομείο για έλεγχο.
Από το τζάμι του ασθενοφόρου, ο Φίλιππας που έχει συνέλθει κάπως, βλέπει μια εκκλησία. ΄Αγιε όποιος και νάσαι κάνε με καλά να μην πληγωθεί η μανούλα μου κι εγώ θα σου φέρω μια λαμπάδα στο μπόι μου.
2015
Η φιλία των τριών στρατιωτών κρατάει αδιάκοπα εδώ και σαράντα χρόνια. Παντρεύτηκαν, έκαναν παιδιά, πρόκοψαν στις δουλειές τους και η φιλία κρατάει ακόμα γερά. Όπως τότε που ήταν φαντάροι, μαυροσκούφηδες και πλήρωμα στο ίδιο άρμα, αλλά την γεύση από τα νερά του ποταμού, την αισθάνονται πολλές φορές ακόμα και τώρα στο στόμα τους. Και οι τρεις ξέρουν ότι οι συνθήκες δεν επέτρεψαν στον Φίλιππα να εκπληρώσει το τάμα του και πολλές φορές το συζητάνε. Ρε παιδιά, θέλω να πάμε και οι τρεις μας στην Αλεξανδρούπολη να θυμηθούμε τα παλιά, να κάνω και το τάμα που χρωστάω στον Άγιο. Θα πάμε συμφώνησαν και οι τρεις.
2016
Το τηλεφώνημα μες την νύχτα δεν προμηνυόταν καλό. Ο Φίλιππας άφησε την τελευταία του πνοή στο νοσοκομείο που βρισκόταν για εξετάσεις… Και σαν μην έφτανε αυτό, πριν κλείσει χρόνος ο Χρήστος σκοτώθηκε σε ατύχημα.
Ο Μιχάλης μόνος χωρίς τους φίλους του, έδωσε χρόνο στον εαυτό του να ξεπεράσει το πένθος του. Χωρίς αναβολή, ένα πρωί του Γενάρη, πήρε το αυτοκίνητο και ξεκίνησε μόνος του από την Αθήνα με μια λαμπάδα, να κάνει το τάμα του Φίλιππα. Τα δάκρυα θόλωναν τα μάτια του σε όλο το ταξίδι, αλλά διάλεξε να το ζήσει έτσι, να πάει οδικώς όπως τότε που ήταν φαντάροι.
Μετά από 24 ώρες έφτασε στην Αλεξανδρούπολη. Ήταν οκτώ το πρωί, δυσκολεύτηκε να βρει την εκκλησία, πολλά πράγματα είχαν αλλάξει. Τελικά την βρήκε.
Με μια αίσθηση ότι βρίσκεται σε άλλη διάσταση, πήρε την λαμπάδα και προχώρησε, τα πόδια του έτρεμαν και τα μάτια του δεν έλεγαν να στερέψουν από τα δάκρυα.
Άναψε την λαμπάδα και ευχαρίστησε τον Άγιο που γλύτωσε τον φίλο του τότε. Όταν γύρισε να φύγει, ο ιερέας έβγαινε από το ιερό και τον πλησίασε. Είχε την ανάγκη να του μιλήσει, να μιλήσει σε κάποιον, αλλά πού να καταλάβει ο καθένας.
Ο γέροντας ιερέας τον καλημέρισε. Καλημέρα πάτερ. Τι συμβαίνει παιδί μου και κλαις, ξεφόρτωσε το φορτίο σου.
Τι να σας πω πάτερ, έρχομαι από την Αθήνα να εκπληρώσω το τάμα ενός στρατιώτη που υπηρέτησε εδώ πριν σαράντα χρόνια περίπου, κανονικά έπρεπε να είμασταν τρείς σε αυτό το ταξίδι, αλλά τους άλλους δύο τους κάλεσε ο Θεός κοντά του πρόσφατα.
Και τι τάμα ήταν αυτό παιδί μου;
Το τάμα του στρατιώτη που σώθηκε το 1975 από πνιγμό μέσα στο άρμα του εδώ κοντά στον Άβαντα.
Μήπως τον λέγανε Φίλιππα;
Τα πόδια μου με την ερώτηση άρχισαν να τρέμουν κι άλλο και η ερώτηση με παγίδευσε περισσότερο μεταξύ της πραγματικότητας και της άλλης διάστασης που ζούσα. Πώς το ξέρετε; Ρώτησα.
Εγώ παιδί μου λειτουργώ εδώ περίπου 35 χρόνια και από τότε, έχουν έλθει αρκετοί συνάδελφοί σας από διάφορα μέρη της Ελλάδος, περαστικοί και μή για να εκπληρώσουν το ίδιο τάμα. Εσύ μάλλον θα είσαι από τους τελευταίους.
Ακούς Φίλιππα, ακούς φίλε μου.
Δὲν μπορεῖς νὰ γράψῃς σχόλιο ὅταν τὰ μάτια εἶναι βουρκωμένα.
Το δάκρυ σας, ήταν μια δωρεά που βρήκε τον παραλήπτη της