O Χάρος, που δεν τόλμησε να χτυπήσει τον λεβέντη Κρητικό στον κολοφώνα της δόξας του, στις 18 Μαρτίου 1936, θα ’ρθει πισώπλατα κι άνανδρα, βρίσκοντας τον μακριά από τα λημέρια του, τσακισμένο, να του στερέψει τη ζωή. Το απαίσιο πολιτικό πάθος θα εμποδίσει τον Βενιζέλο να ξεψυχήσει πάνω στο ελληνικό χώμα κοντά στα πρόσωπα που αγάπησε.
Ο Μεγάλος Δημιουργός της Νεότερης Ελλάδας θα πεθάνει μακριά από τις κρητικές μαδάρες, σε ξένο τόπο, στο Παρίσι, στην οδό Μποζόν, σαν να ήταν αποκληρωμένος από τον άστοργο κι αχάριστο λαό του.
Στις 19 Μαρτίου 1936, την επομένη ακριβώς του θανάτου του Εθνάρχη, ο κορυφαίος αλλά και αντιβενιζελικός δημοσιογράφος, ο Γεώργιος Βλάχος θ’ απευθύνει από τις στήλες των εφημερίδων δημόσια κατηγορία. «Ο Ελευθέριος Βενιζέλος απέθανεν χθες, σχεδόν εξόριστος, μακράν της Ελλάδος. Ο άνθρωπος, του οποίου η μορφή ηπλώθη άλλοτε ως παμμέγιστον φως κι άλλοτε ως βαρύτατη σκιάν εις τον τόπον, ο οποίος έφερε προ είκοσι πέντε ετών την χαράν, διά να καταλίπη προ έτους το πένθος, ο οποίος υψώθη κάποτε ως δικαία πυγμή και κατέπεσεν ύστερα ως άδικος γρόνθος, ο οποίος ήλθεν ως ηδονική φρικίασις ολοκλήρου του Έθνους κι έφυγεν ως τρομακτικός σεισμός του Πανελληνίου, ο οποίος εχαιρετίσθη ως υπόσχεσις της εκ των κρητικών βουνών υπέρτατης ελληνικής αρετής και κετεδιώχθη ως οικτρά από το ελληνικόν υπέδαφος αμαρτία, ο οποίος έκτισεν και κατεδάφισεν, ο οποίος εζωογόνησεν κι εμάρανεν, ο οποίος ύψωσεν και διέσωσεν και κατέστησεν με τον πλούτον του νου του διπλήν την πατρίδαν του, διά να καταστήση με την διαδήλωσιν των ελαττωμάτων του την εκθεμελίωσίν της διπλήν, ο άνθρωπος αυτός δεν εύρε τέσσαρα μέτρα γης ελληνικής διά να στήση την επιθανάτιον κλίνην του. Απέθανεν έξω»…(!)
Τρίτη 27 Μαρτίου. Προς τα Χανιά. Προς Κρήτη. Το αντιτορπιλικό “Κουντουριώτης”, με τιμητική συνοδεία το “Υδρα”, γλιστρά στα κρητικά νερά και μεταφέρει τόνους, τόνους μελαγχολία στο όμορφο νησί. Ο Μεγάλος Εθνάρχης, το αητόπουλο της Κρήτης, δε θα περάσει από την Αθήνα. Το μέρος τον πίκρανε πολύ, άλλωστε είναι ανεπιθύμητος ακόμη και νεκρός. Εξάλλου είναι και το γεγονός ότι αδημονεί να φθάσει για τελευταία φορά, και ποτέ να μην ξαναφύγει, στην ιδιαίτερη πατρίδα του, τα Χανιά.
Ο Κρητικός λαός τον περιμένει. Η προκυμαία όλο και περισσότερο μαυρίζει. Κόσμος κατεβαίνει από παντού. Κόσμος χύνεται από τις βάρκες. Όλη η περιοχή του Σαντριβανιού είναι μαύρη, ολόμαυρη από τα κρέπια και τα πένθιμα και τους βαμμένους τοίχους, που σου πλακώνουν το στήθος. Τα μαυροστόλιστα μπαλκόνια στενάζουν από το πλήθος.
Ο Βενιζέλος ξαναβρίσκεται στην Κρήτη. Αυτή τη φορά δεν ακούει χαρές και τραγούδια. Όλα είναι βουβά και παγωμένα. Οι Βρακοφόροι, που άλλοτε τον περιτριγύριζαν, κυπαρισσένια παλικάρια τώρα τον φέρνουν στους ώμους. Μαυροφόρες Κρητικοπούλες ραίνουν με ροδοπέταλα κι ανθόνερο το σκήνωμα του. Η νεκρώσιμη ακολουθία εψάλη στη Μητρόπολη. Τόσος ήταν ο συνωστισμός στην εκκλησία και ο θρήνος και ο οδυρμός των Κρητών, ώστε ο Γ. Καφαντάρης δεν κατέστη δυνατό να εκφωνήσει τον επικήδειο, τον οποίο είχε προετοιμάσει. Οι συμπατριώτες του θα του απονείμουν το τελευταίο «Χαίρε» στο εκκλησάκι της Αγίας Μαγδαληνής στη Χαλέπα. Ζωσμένοι βρακοφόροι με πονεμένη την καρδιά, θα σύρουν τη σορό στο Ακρωτήρι, στο εκκλησάκι του Προφήτη Ηλία, σ’ ένα ύψωμα που τ’ αγκαλιάζουν πεύκα και τ’ αντικρύζει, άλλοτε χαρωπό κι άλλοτε ταραγμένο, το πέλαγος της Κρήτης.
Το φέρετρο γλιστρά στον τάφο… Ο επικεφαλής της τελετής αναφωνεί: «Κρήτες αγωνισταί! Γονυπετήσατε! Ο Αρχηγός φεύγει». Οι τουφεκιές που πέφτουν στον αέρα από τους ένοπλους Κρητικούς, οι φλόγες που ξεσπάνε από τα όπλα τους και η ηχώ που αναδύεται είναι ο “Αποχαιρετισμός”. Κι έπειτα η μαρμαρένια πλάκα με τ’ όνομα εκείνου που απέρχεται, με τ’ όνομα που συμβολίζει μια ιστορία ολόκληρη, μια ιστορία πύρινη: Δόξα και πτώση, μίσος κι αγάπη, όνειρα και σκιές.
Μια μαρμαρένια στήλη θα στηθεί δίπλα στον σταυρό, για να δώσει μήνυμα στον διαβάτη, στον περαστικό. Υπαγορευμένα τα λόγια της από τον ίδιο, που κοσμεί με μια δωρική λιτότητα, θα δώσει στον προσκυνητή του Ακρωτηρίου να κατανοήσει το περιεχόμενο της.
«Ο ΠΡΟΚΕΙΜΕΝΟΣ ΝΕΚΡΟΣ, ΑΓΑΠΗΤΟΙ ΦΙΛΟΙ, ΗΤΑΝ ΕΝΑΣ ΑΛΗΘΙΝΟΣ ΑΝΔΡΑΣ ΜΕ ΜΕΓΑΛΟ ΘΑΡΡΟΣ, ΜΕ ΑΥΤΟΠΕΠΟΙΘΗΣΙΝ ΚΑΙ ΔΙ’ ΕΑΥΤΟΝ ΚΑΙ ΔΙΑ ΤΟΝ ΛΑΟΝ, ΤΟΝ ΟΠΟΙΟΝ ΕΚΛΗΘΗ ΝΑ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ. ΙΣΩΣ ΕΚΑΜΕ ΠΟΛΛΑ ΣΦΑΛΜΑΤΑ, ΑΛΛΑ ΠΟΤΕ ΔΕΝ ΤΟΥ ΑΠΕΛΕΙΨΕ ΤΟ ΘΑΡΡΟΣ, ΠΟΤΕ ΤΟΥ ΔΕΝ ΥΠΗΡΞΕ ΜΟΙΡΟΛΑΤΡΗΣ, ΔΙΟΤΙ ΠΟΤΕ ΔΕΝ ΠΕΡΙΜΕΝΕ ΑΠΟ ΤΗΝ ΜΟΙΡΑΝ ΝΑ ΙΔΗ ΤΗΝ ΧΩΡΑΝ ΤΟΥ ΠΡΟΗΓΜΕΝΗΝ, ΑΛΛ’ ΕΘΕΣΕΝ ΕΙΣ ΤΗΝ ΥΠΗΡΕΣΙΑΝ ΤΗΣ ΟΛΟ ΤΟ ΠΥΡ, ΠΟΥ ΕΙΧΕ ΜΕΣΑ ΤΟΥ, ΚΑΘΕ ΔΥΝΑΜΙΝ, ΨΥΧΙΚΗΝ ΚΑΙ ΣΩΜΑΤΙΚΗΝ».
*καθηγητής – συγγραφέας
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ ΕΛΕΝΑ, Στη σκιά του Βενιζέλου, Εκδόσεις Ωκεανίδα, Αθήνα 2002.
ΓΙΑΤΡΟΜΑΝΩΛΑΚΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ, Ο παππούς μου και το κακό, Αθήνα 2005.
ΘΕΟΔΩΡΑΚΗΣ ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ, Ελευθέριος Βενιζέλος, ο εθνικός ηγέτης, εκδόσεις Αστερίας, Αθήνα 2007.
ΡΟΥΣΣΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ, Νεότερη Ιστορία του ελληνικού έθνους 1826-1974, Αθήνα 1975.
Εφημερίδα “Παρατηρητής” Χανίων, φύλλα από 15 Μαρτίου έως 1 Απριλίου 1936.