Μετά την μπόρα της βροχής,
ο ουρανός ξαστέρωσε..
Μια ηλιαχτίδα πρόβαλε
και την καρδιά μου ρώτησε:
Είναι στ’ αλήθεια πιστευτό
μια τόση δα “ηλιαχτίδα”
λύπης να πάρει δάκρυα,
να ξαναφέρει ελπίδα;
Κάποια φορά, κάποια στιγμή
μεσ’ τ’ όνειρο θε να’ ρθει…
Και σαν ροδίσει η αυγή
δεν θα χαθεί, μα θα σταθεί
μεσ’ την καρδιά θε να΄ μπει…
Στην πληγωμένη την καρδιά,
“φως ζωοφόρο” θα χαρίσει!
Θα διώξει πόνου στεναγμό
ψυχής σκοτάδι θ’ αφανίσει…
Μακάρι να γινότανε
“θαύμα ζωής” να κάνει…
Με νέκταρ νιόφερτης χαράς,
καρδιά, ψυχή να ράνει…
Γέλιο ευτυχίας να φανεί
τον τόνο να γλυκάνει..
Σπίθα “ελπίδας” τόση δα
φωτιά τρανή ν’ ανάψει.
Και τ’ όνειρο που φάνταζε
απόμακρο κι απατηλό
στο “φως μιας αστραπής να λάμψει…”