Οι Γάλλοι είναι ένας ενδιαφέρων λαός! Μέσα σε ένα αιώνα έδωσαν στην Ευρώπη και σε όλο τον κόσμο τέσσερεις επαναστάσεις (1789, 1830, 1848, 1871), και τον επόμενο αιώνα, το 1968, ένα ξεσηκωμό των νέων, που αν και δεν εξελίχθηκε πλήρως σε επανάσταση, αποτελεί εν τούτοις, έκτοτε, ένα σημείο αναφοράς για τους ιστορικούς, τους κοινωνιολόγους και τους πολιτικούς.
Οι ημέρες της πιο μεγάλης και λαμπρής επανάστασης, της Γαλλικής Επανάστασης του 1789, ήταν ημέρες επώδυνου τοκετού, από τον οποίο γεννήθηκε η σύγχρονη ευρωπαϊκή αστική δημοκρατία. Η Επανάσταση του 1789 εγκαινίασε ένα χρονικό διάστημα εξήντα περίπου χρόνων, μέχρι το 1848, μέσα στο οποίο έγιναν πολλές επαναστάσεις στον δυτικό κόσμο (σε ολόκληρη την Ευρώπη και τη Νότια Αμερική), απόδειξη της αίγλης και της επίδρασης που άσκησε στους λαούς. Μέσα σε αυτά τα χρόνια έγινε και η δική μας κοινωνική και εθνικοαπελευθερωτική Επανάσταση του 1821.
Τη Γαλλική Επανάσταση, ως έκφραση της πάλης των τάξεων, μπορούμε, σχηματικά, να τη δούμε σε τρία στάδια.
Στην πρώτη επαναστατική περίοδο, που συμπίπτει λίγο ή πολύ με το βίο της «Συντακτικής Συνέλευσης», οι μεγαλοαστοί ζήτησαν να αποτινάξουν το ζυγό της αριστοκρατίας. Στη δεύτερη περίοδο, που συμπίπτει περίπου με τον βίο της «Νομοθετικής Συνέλευσης», διεκδίκησε τα συμφέροντά της η μεσαία αστική τάξη, συσπειρωμένη γύρω από την ομάδα των Γιρονδίνων, οι οποίοι προερχόμενοι από τις εύπορες τάξεις, ήταν υπέρμαχοι της πολιτικής, αλλά όχι της κοινωνικής δημοκρατίας. Τέλος, μετά το 1792, επί των ημερών της «Συμβατικής Συνέλευσης» όπως ονομάστηκε, ήρθε η σειρά του απλού λαού, δηλαδή των χειρωνακτών επαγγελματιών, των εργατών, των φτωχών χωρικών, των μικρών υπαλλήλων και των φτωχών διανοουμένων. Ο Χόμπσμπαουμ (E.J. Hobsbawm) σημειώνει μια ιδιαιτερότητα της περιόδου αυτής: αντίθετα από άλλες αστικές επαναστάσεις, ένα τμήμα της φιλελεύθερης μεσαίας τάξης ήταν πρόθυμο να παραμείνει «επαναστατικό» ως τα όρια της αντιαστικής επανάστασης, και μάλιστα πέρα απ’ αυτά. Το τμήμα αυτό ήταν οι Ιακωβίνοι, που το όνομά τους έφτασε να ταυτίζεται παντού με τη «ριζοσπαστική επανάσταση».
Τα ονόματα των πρωταγωνιστικών μορφών της Επανάστασης, του Μαρά, του Δαντόν και του Ροβεσπιέρου, έχουν μείνει στην ιστορία ως η «τριανδρία του αίματος». «Είναι πράγματι έτσι; Θα ήταν προτιμότερο να μην είχαν βγει ποτέ στο φως αυτοί οι τρεις;», διερωτάται ο Π. Κανελλόπουλος. Και απαντάει: «δεν είναι εύκολο να το πει κανείς. Ιδιαίτερα για το Ροβεσπιέρο. Πάντως, και οι τρεις δεν ήταν μόνο οι άνθρωποι του αίματος. Είχαν και καλές πλευρές».
Με την ευκαιρία της επετείου, στις 14 Ιουλίου, της Γαλλικής Επανάστασης, θα δούμε από πιο κοντά την προσωπικότητα και την πορεία της ζωής -ιδιαίτερα από τη στιγμή που μπήκε στην πολιτική- του κορυφαίου και παρεξηγημένου, κατά τη γνώμη μας, επαναστάτη, του Μαξιμιλιανού Ροβεσπιέρου (Maximilien-Marie-Isidore de Robespierre, 1758-1794), του πρωταγωνιστή της «Συμβατικής Συνέλευσης» και της Δημοκρατίας των Ιακωβίνων του έτους ΙΙ.
O Μαξιμιλιανός Ροβεσπιέρος γεννήθηκε το 1758 στο Αρράς, μια μικρή πόλη στη Βόρεια Γαλλία. Στα έξι του, μετά το θάνατο της μητέρας του, ορφάνεψε διπλά γιατί ο πατέρας του εγκατέλειψε την πόλη και τα παιδιά του και τον μικρό Μαξιμιλιανό παρέλαβε ο παππούς του. Σαν μαθητής διακρίθηκε στο τοπικό κολλέγιο του Αρράς και στη συνέχεια πήγε με υποτροφία στο Παρίσι όπου σπούδασε δικηγόρος, όπως ήταν ο πατέρας του και ο παππούς του. Το 1781 επιστρέφει στο Αρράς ως δικηγόρος, με τη φήμη ενός πολύ μορφωμένου νέου. Στο Αρράς όπου άσκησε τη δικηγορία από το 1781 ως το 1789, απέσπασε γρήγορα τον σεβασμό των συμπολιτών του με τις γνώσεις, την επιμέλεια και την αρετή του.
Ίνδαλμα του Ροβεσπιέρου υπήρξε ο φιλόσοφος Ζαν-Ζακ Ρουσσώ. Στον Ρουσσώ και το έργο του βρήκε ο Ροβεσπιέρος τον ορισμό της Αρετής, της Φύσης και του Υπέρτατου Όντος τα οποία αναγόρευσε σε ύψιστες αξίες και έγινε ο ίδιος ενσαρκωτής και προφήτης τους.
Ο Ροβεσπιέρος δεν ήταν καθόλου ρήτορας με την έννοια του ανθρώπου που παρασύρει ή σαγηνεύει το ακροατήριο. Πρόσεχε όμως και δούλευε βασανιστικά το κείμενο στην κάθε λεπτομέρεια.
Στον αντίποδα των Μιραμπώ και Δαντόν, που ήταν από κάθε άποψη πολύ γήινοι, ο Ροβεσπιέρος ήταν ένας λεπτοκαμωμένος νέος, με κάπως εύθραυστο κορμί και με κάποια δειλία απέναντι των ανθρώπων γενικά. Παρά τη φτώχεια και τη λιτότητά του, πάντοτε φρόντιζε την εμφάνιση και την κομψότητά του. Άνθρωπος που είχε εντρυφήσει στη φιλοσοφία και την ποίηση, ήταν εν τούτοις πολύ κλειστός στο εαυτό του.
Τίποτα λοιπόν, στο ξεκίνημά του, δεν πρόλεγε την ύπαρξη του προσώπου, που είδε ο κόσμος εφτά χρόνια αργότερα.
Στα 1789, η επαρχία του εξέλεξε τον Μαξιμιλιανό Ροβεσπιέρο, μαζί με άλλους, ως αντιπρόσωπο της Τρίτης Τάξης -της τάξης δηλαδή που εκπροσωπούσε όλους όσους δεν ανήκαν ούτε στους ευγενείς ούτε στον κλήρο- στην πρώτη Γαλλική Εθνική Συνέλευση. Αυτή ήταν η απαρχή της πολιτικής σταδιοδρομίας του 30χρονου πια Ροβεσπιέρου. Έτσι έφυγε για το Παρίσι. Όχι ως επαναστάτης, όχι με την πρόθεση ανατροπής των πάντων. Απλά θέλησε να πάρει θέση και να μεταφέρει τη φωνή του λαού επαρχίας του.
Η ζωή του στο Παρίσι ήταν πολύ φτωχική. Από το τέλος του 1791 και μετά φιλοξενήθηκε στο σπίτι του ζεύγους Ντυπλαί. Δύο ανθρώπων που αφοσιώθηκαν με ανιδιοτελή λατρεία στον Ροβεσπιέρο. Δύο άλλοι άνθρωποι που συνδέθηκαν επίσης με σχέση ανιδιοτέλειας και λατρείας με τον Ροβεσπιέρο ήταν ο αδελφός του Αυγουστίνος και ο νεαρότατος «Μαθητής» του Σαιν-Ζύστ.
Η συμμετοχή του Ροβεσπιέρου στη Συντακτική Συνέλευση υπήρξε πολύ ενεργή. Η παρουσία του έγινε σύντομα αισθητή στη Συνέλευση, στην οποία συμμετείχαν ορισμένες διακεκριμένες προσωπικότητες. Κατά τη διάρκεια των εργασιών της Εθνοσυνέλευσης έλαβε το λόγο πάνω από 500 φορές. Παρά το γεγονός ότι η φωνή του ήταν αδύναμη και οι λόγοι του προκαλούσαν αντιδράσεις, κατόρθωσε να ακούγεται με προσοχή και οι προτάσεις του συνήθως επιδοκιμάζονταν με χειροκροτήματα. Ο Ροβεσπιέρος αφιέρωσε όλες του τις δυνάμεις στις εργασίες της Εθνοσυνέλευσης η οποία συζητούσε το σχέδιο του συντάγματος. Αγωνίστηκε για το καθολικό δικαίωμα ψήφου, την άρση όλων των περιορισμών για την εισδοχή στην Εθνοφρουρά, στις δημόσιες υπηρεσίες, και στις τάξεις των αξιωματικών του στρατού. Ήταν πολέμιος του δικαιώματος αρνησικυρίας του βασιλιά, των καταχρήσεων εξουσίας από τους υπουργούς, των θρησκευτικών και φυλετικών διακρίσεων. Στην επόμενη Συνέλευση, τη Νομοθετική, δεν ήταν μέλος. Είχε πείσει την πλειοψηφία της Συντακτικής, να θεσπίσει το ασυμβίβαστο των μελών της με την ιδιότητα του υποψηφίου για τη Νομοθετική. Υποστήριξε ότι έπρεπε να εκλεγούν νέοι βουλευτές, ώστε ως νέο σώμα, να εκφράσει πληρέστερα τη λαϊκή θέληση. Δεν έφυγε όμως από το Παρίσι αυτό το διάστημα. Αυτό το χρόνο (από τους τελευταίους μήνες του 1791 ως τον Σεπτέμβριο 1792) ο Ροβεσπιέρος έζησε εκτός Συνέλευσης, μακριά από την πρώτη γραμμή, δημοσιεύοντας και εκφωνώντας λόγους στη λέσχη των Ιακωβίνων.
Το κόμμα που δέσποζε στη νέα Συνέλευση –την Νομοθετική- ήταν οι Γιρονδίνοι, ένα σώμα κοινοβουλευτικών ρητόρων με γοητεία και ευφυΐα, που εκπροσωπούσε τους μεγαλοεπιχειρηματίες, τους επαρχιώτες αστούς και πολλούς διανοούμενους περιωπής. Δείχνοντας πολεμοχαρείς τάσεις στο εξωτερικό και μετριοπαθείς στο εσωτερικό, εφάρμοσαν μια εντελώς ανέφικτη πολιτική, όπως αναφέρει ο Χόμπσμπαουμ. Τον Απρίλιο του 1792 κήρυξαν τον πόλεμο στις συνασπισμένες κατά της Επανάστασης ευρωπαϊκές δυνάμεις, παρά την αντίθεση του Ροβεσπιέρου. Η ήττα, που ακολούθησε, αποδόθηκε –όχι αδικαιολόγητα- από το λαό σε βασιλική δολιοφθορά και σε προδοσία. Τα γεγονότα επέφεραν μεγάλη στροφή του λαού προς τον ριζοσπαστισμό και ενίσχυσαν τους Ιακωβίνους, την παράταξη του Ροβεσπιέρου.
Ο Σεπτέμβριος του 1792 ήταν ένας συγκλονιστικός μήνας, μπορούμε να πούμε για την παγκόσμια ιστορία. Η Επανάσταση μπαίνει στη φάση στην οποία ο Ροβεσπιέρος παίζει τον πλέον καθοριστικό ρόλο. Στις αρχές του μήνα πραγματοποιήθηκαν σ’ όλη τη χώρα εκλογές για την ανάδειξη των αντιπροσώπων στη Συμβατική Συνέλευση. Στις εκλογές αυτές για πρώτη φορά έλαβαν μέρος και οι «παθητικοί» λεγόμενοι πολίτες· δηλαδή οι απλοί εργάτες, οι υπηρέτες και οι ακτήμονες, που είχαν αποκλειστεί από τις προηγούμενες εκλογές επειδή δεν πληρούσαν τα κατώτατα όρια εισοδήματος. Στις 20 Σεπτεμβρίου 1792 τα Γαλλικά στρατεύματα σημείωσαν μεγάλη νίκη στη μάχη του Βαλμύ. Την επομένη (21 Σεπτεμβρίου) της νίκης, τερμάτισε τον βίο της η Νομοθετική Συνέλευση και συγκροτήθηκε σε σώμα αυτή που ονομάστηκε «Συμβατική Συνέλευση», η πιο επαναστατική απ’ όλες, και, κατά τον Χόμπσμπαουμ, ίσως η πιο αξιοσημείωτη συνέλευση στην ιστορία του κοινοβουλευτισμού. Στην πρώτη της συνεδρίαση (21 Σεπτεμβρίου 1792), η Συμβατική Συνέλευση κατάργησε τη μοναρχία, εγκαθίδρυσε τη μία και αδιαίρετη Δημοκρατία και κήρυξε νέα εποχή στην ιστορία της ανθρωπότητας με την καθιέρωση του Έτους Ι του επαναστατικού ημερολογίου.
Ο Οκτάβ Ομπρύ στο έργο του «Ιστορία της Γαλλίας» λέει για τη Συμβατική: «Η “τρομερή συνέλευση” θα κυβερνήσει τρία χρόνια. Όμοια με μια λόγχη, που η αιχμηρή μύτη της είναι κηλιδωμένη με αίμα, αλλά που μολαταύτα δεσπόζει και λάμπει, σημειώνει μια από τις κορυφές, τις πιο τραγικές, ίσως και τις πιο φρικώδεις, αλλά επίσης και τις πιο μεγάλες της Ιστορίας».
Πρωταγωνιστές της Συμβατικής Συνέλευσης αναδείχτηκαν ο Ροβεσπιέρος, ο Δαντόν και ο Μαρά. Ήταν οι αρχηγοί των λεγομένων «Ορεινών», που τους αποτέλεσαν οι παρατάξεις των Κορδελιέρων και των Ιακωβίνων. Ονομάστηκαν «Ορεινοί», γιατί κατέλαβαν τις υψηλότερες θέσεις σε μιαν από τις πτέρυγες της αίθουσας συνεδριάσεων της Συμβατικής. Αντίπαλοι των «Ορεινών» ήταν οι Γιρονδίνοι. Οι Γιρονδίνοι, σύμμαχοι των Ιακωβίνων στην αρχή της Επανάστασης, είχαν πάψει να είναι επαναστάτες και η επιθυμία τους ήταν τώρα να εδραιώσουν ένα αστικό δημοκρατικό «μετεπαναστατικό» καθεστώς, ενώ οι «Ορεινοί» ήθελαν να πάνε την Επανάσταση ακόμα πιο πέρα γιατί πίστευαν ότι έχουν πολλά ακόμα να γίνουν προκειμένου ο Γαλλικός λαός να αποκτήσει πραγματική ελευθερία και οικονομική ευημερία.
Οι τελευταίοι μήνες του 1792, που ήταν οι πρώτοι μήνες της Συμβατικής Συνέλευσης, χαρακτηρίζονται από πολύ σημαντικά γεγονότα. Ως τη μάχη του Βαλμύ (20 Σεπτεμβρίου 1792) ολόκληρη τη Γαλλία διακατείχε εθνική αγωνία εξ αιτίας της προέλασης των ενωμένων ευρωπαϊκών δυνάμεων κατά της χώρας και κατά της Επανάστασης, που έφερνε πρωτοφανέρωτες ανατροπές στην κρατούσα τάξη της Ευρώπης. Μετά τη μάχη του Βαλμύ λοιπόν, τα επαναστατικά γαλλικά στρατεύματα όχι μόνον αποκρούουν τις στρατιές των ισχυρών ηγεμόνων της ηπειρωτικής Ευρώπης, αλλά μπαίνουν στο εχθρικό έδαφος.
Παράλληλα με τα μεγάλα αυτά γεγονότα, άλλες μάχες διεξήγοντο μέσα στη Συμβατική Συνέλευση μεταξύ Ορεινών και Γιρονδίνων για το ποιός θα επικρατήσει και προς τα πού θα πάει η υπόθεση της Επανάστασης. Οι Γιρονδίνοι κατηγόρησαν την ηγετική ομάδα των Ορεινών ότι έχουν τυραννικές βλέψεις και κατάγγειλαν τον Ροβεσπιέρο ως επίδοξο δικτάτορα. Η προσπάθεια αυτή των Γιρονδίνων υπήρξε ανεπιτυχής. Ο Ροβεσπιέρος αντεπιτέθηκε παρουσιάζοντας τους Γιρονδίνους σαν τη μερίδα που διαδέχθηκε τους μοναρχικούς, τους αριστοκράτες, τους δήθεν δημοκρατικούς βασιλόφρονες, «αυτό το γλυκερό τέρας, που καταβροχθίζει χαϊδεύοντας».
Στις 13 Νοεμβρίου 1792 άρχισε στη Συμβατική Συνέλευση η συζήτηση για την παραπομπή του βασιλιά Λουδοβίκου 16ου σε δίκη. Οι Γιρονδίνοι δεν επιθυμούσαν την καταδίκη του βασιλιά. Υποστήριξαν ότι ο βασιλιάς είναι «ανεύθυνος» και το πρόσωπό του «απαραβίαστο». Ωστόσο στις 20 Νοεμβρίου ανακαλύφθηκε στα ανάκτορα των Τουιλερί, το «σιδερένιο ερμάρι» που περιείχε πειστήρια των συνεννοήσεων με τους ξένους, με τους εχθρούς, τους Ευρωπαίους ηγεμόνες που είχαν συνασπιστεί και είχαν εισβάλει στη Γαλλία για να καταπνίξουν την Επανάσταση. Στο ίδιο ερμάρι βρέθηκαν και στοιχεία ενοχής για τον Μιραμπώ που αποδείκνυαν τις δολοπλοκίες του με την αυλή. Η δίκη του Λουδοβίκου κράτησε από τις 11 Δεκεμβρίου 1792 μέχρι τις 20 Ιανουαρίου 1793. Ο βασιλιάς καταδικάστηκε σε θάνατο και εκτελέστηκε την επόμενη ημέρα.
Στο πολεμικό μέτωπο ωστόσο, τις πρώτες επιτυχίες διαδέχθηκαν ήττες. Το κλίμα ήταν ήδη βαρύ για τους Γιρονδίνους, πράγμα που ενίσχυσε η λιποταξία προς τον εχθρό του επιφανούς Γιρονδίνου στρατηγού της Επανάστασης Ντεμουριέ, μετά την ήττα του στο Βόρειο μέτωπο (3 Απριλίου 1793). Μετά την καρατόμηση του Λουδοβίκου, και με πρόσχημα αυτό, κήρυξε και η Αγγλία τον πόλεμο κατά της Γαλλίας. Η Συμβατική Συνέλευση έλαβε την απόφαση να κηρύξει τον πόλεμο κατά του βασιλιά της Αγγλίας και κατά του ηγεμόνα της Ολλανδίας την 1η Φεβρουαρίου 1793. Στις 7 Μαρτίου αναγκάζεται να κηρύξει τον πόλεμο κατά του βασιλιά της Ισπανίας. Η Γαλλία – και επομένως η Επανάσταση- πολιορκείται πάλι από παντού, από τη θάλασσα και την ξηρά. Αλλά τώρα πολιορκείται και εκ των έσω. Σε 60 από τους 80 νομούς κηρύχθηκε αντεπανάσταση και φιλομοναρχικοί άρχισαν ομαδικές σφαγές δημοκρατικών.
Οι νέοι μεγάλοι κίνδυνοι, όχι μόνο δεν έκαμψαν την Επανάσταση, αλλά την έκαμαν να βρει μέσα της ακόμα μεγαλύτερες δυνάμεις, και να διαμορφώσει τα πραγματικά της όργανα, τα έκτακτα. Στις 9 Μαρτίου 1793 η Συμβατική Συνέλευση ιδρύει το «Επαναστατικό Δικαστήριο». Στις 6 Απριλίου, μετά τη μεταπήδηση του Ντυμουριέ στους εχθρούς, συγκροτείται μέσα στη Συμβατική η πρώτη «Επιτροπή Κοινής Σωτηρίας». Η «Επιτροπή Κοινής Σωτηρίας», στην πρώτη της σύνθεση, δεν κατάφερε να ενσαρκώσει, ως ανώτατο εκτελεστικό όργανο της Συμβατικής, τη μεγάλη ιστορική αποστολή της. Η κατάσταση της είχε ξεφύγει από τα χέρια. Και τα απειλητικά σύννεφα πυκνώνονταν επάνω από τη Γαλλία, επάνω από την Επανάσταση. Ο Ροβεσπιέρος κατήγγειλε τους Γιρονδίνους ως συνυπεύθυνους με τους αντεπαναστάτες, ιδιαίτερα μετά την αυτομόληση του δικού τους Ντυμουριέ. Η κατάσταση είναι πολύ άσχημη. Οι αγγλοολλανδικές δυνάμεις μπαίνουν στο Γαλλικό έδαφος. Στο μέτωπο του Ρήνου ο εχθρός προχωρεί. Η Κορσική στασιάζει. Η Λυών και άλλες περιοχές της Γαλλίας εξεγείρονται. Το Μπορντώ και η Μασσαλία επίσης στασιάζουν. Η χώρα ήταν ανίσχυρη και χρεοκοπημένη.
Ήδη, μέσα σ’ αυτό το κλίμα τεράστιας εθνικής ανησυχίας, και με εξεγερμένα ένοπλα πλήθη να εισβάλουν στη Συνέλευση, η Συμβατική πήρε απόφαση να συλληφθούν είκοσι δύο ηγέτες των Γιρονδίνων. Στις 10 Ιουλίου 1793, με ψήφο της Συμβατικής Συνέλευσης ανασυγκροτείται η «Επιτροπή Κοινής Σωτηρίας» και στις 27 Ιουλίου η ίδια η «Επιτροπή» καλεί τον Ροβεσπιέρο να γίνει μέλος της, στην πραγματικότητα αρχηγός της. Από την ώρα εκείνη, η «Επιτροπή Κοινής Σωτηρίας» έγινε ένα πανίσχυρο όργανο. Ουσιαστικά ήταν η υπερκυβέρνηση της επαναστατημένης Γαλλίας, που έμπαινε σε νέα επαναστατική φάση, σ’ εκείνη που ταυτίστηκε με την «Τρομοκρατία».
Από τη στιγμή που μπήκε ο Ροβεσπιέρος στην «Επιτροπή Κοινής Σωτηρίας», σημειώνει ο Π. Κανελλόπουλος, το εκτελεστικό αυτό όργανο της Συμβατικής, που το κρατούσε πια στα χέρια του ο «Αδιάφθορος», ανέπτυξε μια καταπληκτική δραστηριότητα. Να σημειωθεί ότι ο τίτλος και η ιδιότητα του «Αδιάφθορου», που είχε αποδοθεί λόγω του ήθους του και του λιτού βίου του στον Ροβεσπιέρο, δεν αμφισβητήθηκε, ούτε μετά την πτώση του, από κανένα. Ο Οκτάβ Ωμπρύ γράφει: «Η Επιτροπή πήρε στα χέρια της όλες τις εξουσίες. Διόριζε και ανακαλούσε τους υπουργούς και τους στρατηγούς, διεύθυνε τον πόλεμο, τα εσωτερικά, τη δικαιοσύνη, την αστυνομία, έστελνε στις στρατιές και στους νομούς αντιπροσώπους εφοδιασμένους με τα πιο εκτεταμένα δικαιώματα». Και συνεχίζει ο Ωμπρύ: «Οι άνδρες αυτοί (τα μέλη της Επιτροπής) κλεισμένοι στο Pavillon de Flore, πήραν επάνω τους μέρα-νύχτα ένα έργο Τιτάνων, που από μέσα του βγήκε, μέσω λόγων, χαρτιών, εγκλημάτων, αλλά και πατριωτισμού, μια Γαλλία νέα, πιο ισχυρή από ό,τι ήταν ποτέ η Γαλλία των βασιλέων … Τον Ιούνιο του 1793 η Γαλλία έμοιαζε χαμένη. Έξι μήνες αργότερα, τα σύνορά της ήταν ελεύθερα, και έκανε τώρα αυτή την εισβολή της στις χώρες του εχθρού. Τον ίδιο καιρό, η Συμβατική εθριάμβευε στο εσωτερικό… » Πράγματι, η μια μετά την άλλη οι πόλεις και οι επαρχίες που είχαν κηρύξει την αντεπανάσταση υποτάσσονται. Στην ανακατάληψη της Τουλόν, διακρίθηκε για πρώτη φορά ένας νεαρός λοχαγός του πυροβολικού, ο Ναπολέων Βοναπάρτης. Πλάι στα μεγάλα πολεμικά κατορθώματα, στις μέρες αυτές της Συμβατικής Συνέλευσης, που ονομάστηκε περίοδος της «Τρομοκρατίας», δεν παραμελήθηκαν ούτε η Παιδεία, ούτε η Δικαιοσύνη. Η Συμβατική συζητά ένα νέο σχέδιο Αστικού Κώδικα. Επίσης παίρνει σημαντικές αποφάσεις για την παιδεία και τη διδασκαλία της Γαλλικής γλώσσας, αναμορφώνονται οι Ακαδημίες και ιδρύεται ένα από τα λαμπρότερα εκπαιδευτικά ιδρύματα της Γαλλίας, η «Ecole normale superieure». Είναι αλήθεια ότι όλα αυτά τα μεγάλα επιτεύγματα επισκιάστηκαν, με τρόπο τραγικό, από ένα μέγα πλήθος διώξεων, φυλακίσεων και εκτελέσεων σε ολόκληρο το διάστημα που ονομάστηκε περίοδος της «Τρομοκρατίας». Ο μελετητής όμως της εποχής αυτής θα πρέπει να έχει κατά νου ότι ήταν μια εποχή που δεν μπορεί να μετρηθεί με κοινά ανθρώπινα κριτήρια. «Αυτό είναι αλήθεια», λέει ο Χόμπσμπαουμ, «αλλά», συνεχίζει, «για τον ανυποχώρητο Γάλλο μεσοαστό, που υποστήριζε την Τρομοκρατία, δεν ήταν ούτε παθολογικό ούτε αποκαλυπτικό, αλλά πρώτα και κύρια η μόνη αποτελεσματική μέθοδος προστασίας της χώρας».
Ο Λαμαρτίνος, λέει για τη δημοκρατία, στην περίοδο της κυριαρχίας του Ροβεσπιέρου: «Όσο γινόταν πιο τρομερή στο εσωτερικό, τόσο πιο φοβερή γινόταν προς τα έξω». Ο Αλμπέρ Ματιέ, στο έργο του για τη Γαλλική Επανάσταση λέει: «Η επαναστατική Γαλλία δεν θα είχε δεχθεί την «Τρομοκρατία», αν δεν ήταν πεπεισμένη ότι η νίκη ήταν αδύνατη, χωρίς την αναστολή των ελευθεριών. Υπέμεινε τη δικτατορία της Συμβατικής, και ύστερα των Επιτροπών, με την ελπίδα ότι η θυσία της δεν θα ήταν άχρηστη, και δεν απατήθηκε».
Στο κλίμα αυτό, που έγινε ακόμα πιο βαρύ μετά τη δολοφονία του Μαρά, στις 13 Ιουλίου, από την εικοσιπεντάχρονη Σαρλότα Κορνταί, φίλη Γιρονδίνων εκπροσώπων, έγινε και η δίκη, καταδίκη και εκτέλεση των ηγετών των Γιρονδίνων, που είχαν συλληφθεί αρκετούς μήνες νωρίτερα.
Αλλά και μέσα στους κόλπους των Ιακωβίνων – αρχηγός των οποίων ήταν ο Ροβεσπιέρος – υπήρχαν διάφορες απόψεις για το μέχρι πού πρέπει να φθάσει η Επανάσταση. Άλλοι υποστήριζαν ότι πρέπει να μείνει εκεί και να εδραιώσει ένα αστικό καθεστώς, άλλοι – όπως ο Εμπέρ και οι φίλοι του που ονομάστηκαν Εμπερτιστές – ότι η Επανάσταση πρέπει να προχωρήσει σ’ ένα «μετα-αστικό», θα λέγαμε σήμερα κομμουνιστικό, στάδιο. Ο Δαντόν, άλλοτε έπαιζε τον ακραίο και άλλοτε τον πιο συγκρατημένο. Ο Ροβεσπιέρος τήρησε συγκρατημένη στάση όσον αφορά στους ακραίους τους οποίους αποκαλούσε «λυσσασμένους». Πίστευε ότι καταστρέφουν την Επανάσταση και ότι η μια ακρότητα φέρνει την άλλη. Δυστυχώς ούτε ο ίδιος μπόρεσε να αποφύγει τις ακρότητες. Δύο εξαίρετοι ιστορικοί, ο Αλμπέρ Ματιέ και ο Ζεράρ Βαλτέρ, παρουσιάζουν τον Ροβεσπιέρο σαν άνθρωπο που βρέθηκε στην ανάγκη να ξεπαστρέψει και την ομάδα των «Εμπερτιστών» και την ομάδα του Δαντόν και των φίλων του. Ποιος αλήθεια μπορεί σήμερα να γνωρίζει αν μέσα στο κλίμα εκείνης της εποχής, το πολεμικό στο εξωτερικό και επαναστατικό στο εσωτερικό, που κάθε ημέρα έφερνε μεγάλες ανατροπές, αναγκάστηκε από τα πράγματα ο Ροβεσπιέρος να πάρει ακραία μέτρα τρομοκρατίας ή θα μπορούσε να πράξει διαφορετικά; Όπως και να έχει το πράγμα, τον Μάρτιο και τον Απρίλιο του 1794, Ροβεσπιέρος, μέσω της Συμβατικής Συνελεύσεως και της Επιτροπής Κοινής Σωτηρίας, κατάφερε να απαλλαγεί και από τις δύο ομάδες οδηγώντας τους αρχηγούς και τα μέλη τους στη λαιμητόμο.
Βρισκόμαστε ήδη στην κορύφωση του έτους ΙΙ της Γαλλικής Επανάστασης!
Στις 10 Ιουνίου 1794 η Συμβατική Συνέλευση ψηφίζει «τον πιο αιματηρό νόμο της Ιστορίας», όπως αποκλήθηκε. Ο νόμος αυτός καταργούσε ουσιαστικά κάθε διαδικασία του «Επαναστατικού Δικαστηρίου» και οδηγούσε τους «εχθρούς του λαού» με συνοπτικές διαδικασίες στο θάνατο. Στις σαράντα επτά ημέρες που διήρκεσε, δηλαδή από τις 10 Ιουνίου που ψηφίστηκε ο νόμος μέχρι την πτώση του Ροβεσπιέρου στις 27 Ιουλίου, η «Τρομοκρατία» οδηγήθηκε σε παροξυσμό με ανυπολόγιστο αριθμό θυμάτων.
(*) Δρ. Μηχανικός
τ. Δ/ντής ΔΕΔΔΗΕ
Βιβλιογραφία:
Π. Κανελλόπουλος, Ιστορία του Ευρωπαϊκού Πνεύματος-Οι Γαλλική Επανάσταση και οι πρωταγωνιστές της, Έκδοση ΤΟ ΒΗΜΑ, Αθήνα
E.J. Hobsbawum, Η Εποχή των Επαναστάσεων 1789-1848, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα, 2008
Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος-Λαρούς-Μπριτάννικα, Έκδοση Πάπυρος, Αθήνα, 1996
J. Michelet, Ιστορία της Γαλλικής Επαναστάσεως, μεταφρ. Γιάννη Λάμψα, ΑΚΡΙΤΑΣ, Αθήνα, 1954
Όλα τα δημοσιευμένα κείμενα της στήλης μπορείτε να τα βρείτε στοhttp://www.haniotika-nea.gr/author/koufakis/