Εκείνη η ακολουθία του Επιταφίου του Αγίου Αντωνίου στα Τσικαλαριά, τη Μεγάλη Παρασκευή, 18 Απριλίου του 1941, χαράκτηκε τόσα βαθιά στις ψυχές των ανθρώπων που οι µνήµες από αυτή τη συγκλονιστική εµπειρία, ποτέ δεν έσβησαν. Μέσα από τις αναδιηγήσεις των επόµενων γενεών αχνοπερπάτησαν στις διαδροµές της θύµησης και έφτασαν έως τις µέρες µας. Μαχαίρι στην καρδιά ο ανθρώπινος πόνος που ζευγάρωσε µε το θείο στη σκιά και τη φρίκη του πολέµου.
Σουδιανοί και Τσικαλαριανοί παρακολουθούν µε δέος και συγκίνηση την ακολουθία του Επιταφίου από τα χείλη του Παπά Αντώνη. Αµίλητοι, σιωπηλοί, θρηνούν το θείο Πάθος, αλλά και τα πάθη του πολυβασανισµένου γενεθλίου τόπου τους, ακολουθώντας την ποµπή του Επιταφίου. Επιτάφιος θρήνος µε όλη τη σηµασία της λέξης!
Στο αντίκρισµα από ψηλά του πολύπαθου λιµανιού, ηχούν στα σωθικά τους οι σειρήνες του πολέµου και ο ανείπωτος πόνος που κατακλύζει τις ψυχές τους αντιστέκεται στα πετάγµατα στο φως εκείνης της άνοιξης. Κανένα άρωµά της δεν µπορεί να απαλύνει τη θλίψη τους. Ούτε και οι µυρωδιές από τα ευωδιαστά αγριολούλουδα και από τα ωραιότερα λουλούδια των αυλών του χωριού που στολίζουν τον Επιτάφιο.
Μικροί και µεγάλοι ραντίζουν µε δάκρυα και ανθόνερο το µατωµένο Χριστό. ∆άκρυα που τρέχουν ασταµάτητα από το µάτια τους, σαν το νερό που κυλά στις πηγές του χωριού, την ώρα που οι ψυχές ζητούν από τον Άγιο Αντώνιο το θαυµατουργό, τον Άγιο των Ρωµιών που λάτρεψαν σύµφωνα µε την Παράδοση της περιοχής ακόµα και οι Τούρκοι κατακτητές να κάνει το θαύµα του.
Το σούρουπο τους βρίσκει στα σπίτια τους, όπου οι γιαγιάδες µοιρολογούν το Χριστό µε το πατροπαράδοτο καταλόι της Μεγάλης Παρασκευής.
«Σήµερα µαύρος ουρανός, σήµερα µαύρη µέρα. Σήµερα εσταυρώσασι τον πάντω βασιλέα.
Σήµερα όλοι θλίβονται και τα βουνά λυπούνται.
Σήµερον έβαλαν βουλή οι άνοµοι Εβράιοι,
οι άνοµοι και τα σκυλιά, οι τρισκαταραµένοι.
Ο Κύριος ηθέλησε να µπει σε περιβόλι,
Να κάµει δείπνο µυστικό για να τον λάβουν όλοι.
Και η Παναγιά η ∆έσποινα καθόντα µοναχή της.
Και προσευχάς της έκαµνε για το Μονογενή της…»
∆ΙΩΓΜΕΝΟΙ ΑΠΟ ΤΗ ΛΑΙΛΑΠΑ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ
Παρασκευή, 1η Νοεµβρίου 1940 άρχισαν οι βοµβαρδισµοί από τα ιταλικά αεροπλάνα. Στόχος τους τα αγγλικά καράβια και οι καταυλισµοί των Άγγλων στρατιωτών. Η εντολή του Τσώρτσιλ, προς τον αρχιστράτηγο της Μέσης Ανατολής Ουέιβελ να καταστήσει τη Σούδα ένα δεύτερο« Σκάπα Φλόου*» σκόρπισε δέος και φρίκη. Επάκτια και αντιεαεροπορικά πυροβόλα περιέζωσαν τον κόλπο. Τα αντιαεραπορικά της Μαλάξας και των υψωµάτων του Ακρωτηρίου σκορπούσαν τον τρόµο σε κάθε επιδροµή.
Με τους πρώτους βοµβαρδισµούς κατεδαφίστηκαν κτίρια γύρω από το λιµάνι. Ανάµεσα σε αυτά το καζίνο και το κοινοτικό γραφείο. Κλείσανε τα µαγαζιά, ψυχή δεν κυκλοφορούσε. Οι κάτοικοι της Σούδας διωγµένοι από τη λαίλαπα του πολέµου κατέφυγαν στα Τσικαλαριά, στο σπήλαιο Μπρεδολόγου και στις σπηλιές στη ρεµατιά του Εσταυρωµένου. Κάποιοι άλλοι φιλοξενήθηκαν σε συγγενικά σπίτια στα Νεροκούρου και στη Μαλάξα.
Και ήρθαν και οι χειρότερες µέρες που ψυχανεµίζονταν, λίγο αργότερα, όταν µπήκαν στο πόλεµο οι Γερµανοί, µε αποκορύφωµα τους ανελέητους βοµβαρδισµούς της περιοχής και τις καταβυθίσεις των πλοίων από την ασύδοτη Λουφτβάφε που κράτησαν από τις 14 έως τις 28 Μαΐου. Ήταν µέρα που έγιναν µέχρι και οκτώ αεροπορικές επιθέσεις µε τη πνοή του θανάτου να διατρέχει τον τόπο, καθώς, όταν τα αεροπλάνα δεν εξαπέλυαν τους µύδρους των, παρήλαυναν από χαµηλό ύψος και µε τους θριαµβευτικούς συριγµούς των αποθέωναν το σίδερο και τη βία.
Οι Σουδιανοί επέστεψαν στα σπίτια τους, µετά το τέλος του πολέµου και άρχισαν να δηµιουργούν από τα ερείπια και τις στάχτες.
ΤΑ ΑΓΑΘΑ ΤΗΣ ΕΙΡΗΝΗΣ
Όµως εκείνη η Μεγάλη Παρασκευή έµεινε ανεξίτηλη στη µνήµη των ανθρώπων της περιοχής. Σε ανάµνησή της, κάθε χρόνο, η ποµπή του Επιτάφιου της ενορίας των Τσικαλαριών που ξεκινά από τον ιερό Ναό της Παναγίας µε κατεύθυνση τον προσφυγικό συνοικισµό των Μετοχίων καταλήγει στον Άγιο Αντώνιο.
Οι µυρωµένες ανάσες των νεραντζανθών και των πορτοκαλεώνων του χωριού ανακατεύονται µε τα θυµιάµατα των γυναικών που µε ευλάβεια και θρησκευτική κατάνυξη υποδέχονται το Χριστό στις πόρτες των σπιτιών τους! Οι άνθρωποι τούτο το ανοιξιάτικο βράδυ του θείου και ανθρώπινου πάθους απολαµβάνουν τα αγαθά της ειρήνης!!!
*Το Σκάπα Φλόου είναι θαλάσσια λεκάνη στις Ορκάδες νήσους, στα βόρεια της Σκωτίας, η οποία χρησιµοποιήθηκε, ως βάση ελλιµενισµού των πολεµικών σκαφών του Βρετανικού Βασιλικού Ναυτικού κατά τη διάρκεια του Α΄ και Β΄ Παγκοσµίου πολέµου.
*Η Μαρία Μαράκη είναι φιλόλογος