Επιτέλους! Μετά από τρία χρόνια δισταγμών έκανε αυτό που έπρεπε να κάνει. Κρεμάει το μπαστούνι στο χέρι και κατεβαίνει σιγά σιγά την πλατιά σκάλα. Τη Δευτέρα η επιστολή θα έχει δημοσιευθεί στην εφημερίδα. Μια ανοιχτή καταγγελία κατά του καθεστώτος, και της Γερμανίας. Η Έρικα θα είναι υπερήφανη γι’ αυτόν, υπερήφανη που ο μάγος έκανε το καθήκον του. Aφησε τη συνείδηση και την πεποίθησή του να μιλήσουν, τη βαθιά πεποίθηση -όπως αναφέρεται στην επιστολή- ότι από το σημερινό γερμανικό καθεστώς τίποτα καλό δεν μπορεί να προκύψει, ούτε για την Γερμανία αλλά ούτε και για τον κόσμο.
Βγαίνει από το κτήριο της εφημερίδας, η αμφιβολία έχει κιόλας τρυπώσει στο μυαλό του. Κάνω καλά;, θα αναρωτηθεί. Σκέφτεται τις συνέπειες: τα βιβλία του θα ριχτούν στην πυρά, δεν θα έχει πια αναγνώστες στη χώρα του, θα του αφαιρεθεί το διαβατήριο. Φτάνει στο σπίτι, βαρύς και χωρίς διάθεση. Είναι Παρασκευή, έχει τρεις μέρες για να ανακαλέσει την επιστολή, αν όχι, τότε τη Δευτέρα θα είναι πια αργά, καθώς θα βρίσκεται στην πρωινή έκδοση της εφημερίδας. Εδώ και τρία χρόνια έχει αυτοεξοριστεί στην Ελβετία μαζί με την Εβραία σύζυγό του. Του λείπει το Μόναχο είναι η αλήθεια, το Μόναχο πριν από την άνοδο των Εθνικοσοσιαλιστών στην εξουσία, το σπίτι του, τα πράγματά του, κυρίως τα ημερολόγιά του που δεν πρόλαβε να καταστρέψει -πόση αγωνία μέχρι να φτάσουν στα χέρια του. Προσπαθεί να συνεχίσει να εργάζεται με σύστημα, όπως ξέρει να κάνει, καθημερινά και με πρόγραμμα. Η βράβευσή του με το Νόμπελ, λίγα χρόνια νωρίτερα, τον έχει γεμίσει με υποχρεώσεις, ομιλίες, ταξίδια, συνεντεύξεις και φωτογραφίσεις. Το έργο του μεταφράζεται πια στις περισσότερες γλώσσες, όμως, με το μυαλό θολωμένο υπό το βάρος της απόφασης σχετικά με την επιστολή, το γεγονός αυτό του μοιάζει ασήμαντο, εκείνος, σκέφτεται, θέλει να γράφει για τους Γερμανούς αναγνώστες του, το έργο του είναι πρώτα και κύρια γερμανικό. Μένει ξάγρυπνος μέχρι αργά τη νύχτα, παρά το κρύο, στέκει και κοιτάζει τα αστέρια, νιώθει ασήμαντος σε σχέση με το άπειρο σύμπαν, κοιμάται άσχημα, αναζητά καταφύγιο γι’ άλλη μια φορά στη μουσική του Βάγκνερ, αναζητά την αναβίωση της εμπειρίας εκείνης της πρώτης επαφής με το έργο του, στα δεκαοχτώ του χρόνια, τότε που ένιωθε να μην ξέρει πού βαδίζει, ένας κακός μαθητής και ένας μάλλον μέτριος, για τα δικά του δεδομένα, ποιητής. Η μουσική του Βάγκνερ και η φιλοσοφία του Νίτσε, ο γάμος με την Κάτια και η λογοτεχνία. Και τώρα πρέπει να πάρει θέση για όσα συμβαίνουν στη χώρα του. Η οικογένειά του τον πιέζει προς αυτή την κατεύθυνση, ο μάγος πρέπει να πάρει θέση γι’ αυτή την κτηνωδία, λένε, εκείνος όμως αμφιταλαντεύεται.
Η Ολλανδή Μπρίτα Μπέλερ αναπαριστά λογοτεχνικά τις τρεις αυτές κρίσιμες μέρες, στηρίζεται σε πραγματικά γεγονότα, απόρροια της μελέτης των ημερολογίων του Μαν, και γεμίζει τα κενά με στοιχεία μυθοπλασίας, εμπλουτίζει το αφηγηματικό παρόν με παρελθοντικές παρεκβάσεις, επιτυγχάνοντας να δώσει μια ακόμα πληρέστερη εικόνα του μεγάλου αυτού δημιουργού και να δικαιολογήσει την αναποφασιστικότητά του. Παρουσιάζει έναν Μαν ανθρώπινο, γήινο, εκτεθειμένο στη ματαιοδοξία και τον φόβο, που προσπαθεί να υποτάξει το θυμικό στη λογική, να κατευνάσει τις φοβίες του μπροστά στη ζοφερή πραγματικότητα. Η αφηγηματική φωνή της Μπέλερ παραμένει πιστή στο ύφος του Μαν, και όχι μόνο δεν ενοχλεί αλλά καταφέρνει να γοητεύσει τον αναγνώστη ως διάμεσος των σκέψεων και των σημειώσεων του συγγραφέα.
Παρά την έκταση της βιβλιογραφίας σχετικά με την επιστολή-καταπέλτη του Μαν κατά του εθνικοσοσιαλιστικού καθεστώτος, η Μπέλερ καταφέρνει να τιθασεύσει το υλικό της και να παραδώσει ένα σφιχτοδεμένο και πλήρες αποτέλεσμα, που κινείται ανάμεσα στο μυθιστόρημα και τη βιογραφία. Βιβλίο που στέκει ανεξάρτητο και αποτελεί μια καλή αφορμή για τον αναγνώστη να αναζητήσει περαιτέρω πληροφορίες, ενώ είναι ικανό να οδηγήσει νέους αναγνώστες στη γνωριμία με το έργο του Μαν. Ενα βιβλίο έκπληξη, για το οποίο παρά το θετικό προαίσθημα είχα χαμηλές προσδοκίες, όμως τελικά το απόλαυσα.
Υ.Γ. Μια παρατήρηση ως προς την, κατά τα άλλα καλή, έκδοση: θεωρώ μειονέκτημα το γεγονός πως λείπει η παράθεση της επιστολής στα ελληνικά.