Ι.-ΤΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ, κατά πρώτον, συνιστούν μια γιορτή της ζωής (Γέννηση) και της αθωότητας (Θείον Βρέφος). Και κατά δεύτερον, γιορτή του περάσματος από τη νύχτα στο φως, από την καθημερινή ρουτίνα στην προσδοκώμενη ανανέωση. Η ιστορία που επαναλαμβάνεται χιλιάδες χρόνια τώρα με την ταπεινή Γέννηση του Θεανθρώπου, συγκλονίζει όλο τον πλανήτη με τα μηνύματά της. Το “Δόξα εν υψίστοις…” και το “επί γής ειρήνη…” ακούγονται, βέβαια, κάθε χρόνο. Όμως οι πόλεμοι ποτέ δεν σταματούν στον πλανήτη Γη, ενώ και οι προσφυγικές ροές δεν παύουν.
ΙI.-ΠΙΟ ΠΑΛΙΑ συνηθιζόταν, στο χριστουγεννιάτικο μεσημβρινό τραπέζι, να υπάρχει και μια κενή θέση για τον οποιοδήποτε φτωχό ή ξένο που θα χτυπούσε την πόρτα μας… Σήμερα, φτάσαμε στο σημείο να μη θέλουμε “στην πόρτα μας” ούτε τα παιδιά που θα μας πουν τα κάλαντα! Και δεν είναι μόνο λόγω κορωνοϊού, αλλά και εξαιτίας μιας καχυποψίας για τον “άλλο”, που κυριαρχεί πια ως νοοτροπία.
ΕΧΟΥΜΕ δημιουργήσει, τόσο λόγω της δεκαετούς οικονομικής κρίσης όσο και των συνεχών εγκλεισμών μας (lockdown) με τις μεταλλάξεις του κορωνοϊού, μια επικίνδυνη εσωστρέφεια της οποίας τα αποτελέσματα βιώνουμε κάθε μέρα, με προβλήματα υπαρξιακά και κοινωνικά… Την υπαρξιακή αγωνία του ανθρώπου, αναρωτώμενος και «συνδιαλεγόμενος» προ πολλού με τον εαυτό του, εκφράζει κι ο “ποιητής της πόλης”, ο Γ. Μανουσάκης. Στο ποίημά του «Δεν γεννήθηκες εφέτος, Κύριε;» (Τα Ποιήματα 1967-2007, σελ. 47, τ. Β’, Ανέκδοτα-Αθησαύριστα, σε επιμέλεια Αγγ. Καραθανάση-Μανουσάκη, Αθήνα, 2013. Χρονολογία ποιήματος, 1998) γράφει:
«Δεν γεννήθηκες εφέτος, Κύριε;
Αναζήτησα τον αστέρα
Έψαξα για το σπήλαιο
Φώναξα τους αγραυλούντας ποιμένας
Μια παγωμένη έρημος παντού…».
…Παρόλα αυτά, ΚΑΛΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ, με περισσότερη χαρά και προσφορά στους άλλους.