«Καλότυχοι οι νεκροί που λησμονάνε/ την πίκρα της ζωής. Όντας βυθίσει/ ο ήλιος και το σούρουπο ακλουθήσει,/ μην τους κλαις, ο καημός σου όσος και να ‘ναι.// Τέτοιαν ώρα οι ψυχές διψούν και πάνε/ στης λησμονιάς την κρουσταλλένια βρύση·/ μα βούρκος το νεράκι θα μαυρίσει/ α στάξει γι’ αυτές δάκρυ/ όθε αγαπάνε.// Κι αν πιουν θολό νερό ξαναθυμούνται,/ διαβαίνοντας λιβάδια από ασφοδίλι,/ πόνους παλιούς, που μέσα τους κοιμούνται.// Α δεν μπορείς, παρά να κλαις το δείλι,/ τους ζωντανούς τα μάτια σου ας θρηνήσουν:/ θέλουν, μα δε βολεί να λησμονήσουν». Και το ποίημα (το καλύτερο για μένα σονέτο της νεοελληνικής ποίησης) “Λήθη” του Λορέντζου Μαβίλη στον νου μου, ενώ πιάνω το μολύβι για ν’ αρχίσω το γράψιμο, έχοντας αποφασίσει για το θέμα. Ψυχοσάββατο αύριο.
Μαζί μ’ αυτό ωστόσο κι άλλα πολλά. Η εκδήλωση μνήμης για τον ανιψιό μου τον Νικόλα Κακατσάκη, που έφυγε πριν από ένα χρόνο, πολύ νωρίς για τον Επουράνιο Παρνασσό, με αφορμή την έκδοση της τρίτης ποιητικής του συλλογής (“Κήπος περίκλειστος”), απόψε στις 8 μ.μ. στο Μουσείο Τυπογραφίας Γιάννη και Ελένης Γαρεδάκη. Ότι το πρώτο πράγμα που θα κάνω αύριο το μεσημεράκι, όταν φτάσω με το καλό στον Νίππο, όπου θα μείνω δυο βράδια για το πανηγύρι του Αγιού Πνευμάτω, είναι να περάσω από το Κοιμητήρι του Αγιού Αθανάση… Μνήμες και μνήματα. Προπάντων απ’ τα παιδικά μου χρόνια… Αναμμένα κεριά… Τα πιάτα με τα κόλλυβα στα σκαλιά του τέμπλου… Οι αιτήσεις του παπά υπέρ αναπαύσεως των ψυχών… Τα μαύρα τσεμπέρια, τα μαύρα πουκάμισα, οι λευκές, όπως τις λευκές πεταλούδες, ψυχές…
«Καταφτάνουν πρώτοι/ με τα πρόσφορά των/ στη λειτουργία του Αγίου Πνεύματος,/ έχοντας αφήσει/ τα δραπάνια και τα βοσκοράβδια τους,/ ντυμένοι τα κυριακάτικα τους./ Στους βοστρύχους του θυμιάματος,/ στην ευωδία της δάφνης,/ στο ίσο που κρατούν/ τα πουλιά του διπλανού ελαιώνα,/ στο ευλογητός ει Χριστέ των ψαλτάδων.// Διχασμένες οι γνώμες/ αν παίρνουν ή δεν παίρνουν αντίδωρο πριν ν’ αναχωρήσουν». Το ποίημα μου “Οι προαπελθόντες” από την ποιητική συλλογή μου “Τα χελιδόνια του μοναχού”, που παρουσίασαν με τον δικό τους μοναδικό τρόπο προχθές για τους γονείς τους και όχι μόνο προχθές (Τετάρτη 8 Ιουνίου) τα παιδιά της Ε2 τάξης του 8ου Δημ. Σχ. Χανίων στον αύλειο χώρο του Σχολείου τους.
Και… στα πεταχτά
Ιούνιος, μήνας του θέρους για τους παλιούς, μα και μήνας του έρωτα και για τους παλιούς και για τους σημερινούς. Όπως τη μαντιναδολόγο μας, τη Νεκταρία Θεοδωρογλάκη, για παράδειγμα, που θυμάται την παλιά παροιμία που μας λέει “θέρος, τρύγος, πόλεμος” και σκέφτεται αντί για τη λέξη “πόλεμος” τη λέξη “έρωτας”. Διαβάστε τις δυο σημερινές της μαντινάδες και θα… συμφωνήσετε. «Ώριμο στάχυ ο σεβντάς, μες στης καρδιάς τον κάμπο,/ ώρες που είμαστε μαζί απ’ την καρδιά μου λάμπω», μας λέει στην πρώτη. «Δρεπάνι κάθε σου ματιά, γι’ αυτό σαν μ’ αντικρίζεις,/ κάθε κρυφό μου όνειρο, σαν στάχυ το θερίζεις», μας λέει στη δεύτερη. Είπαμε κι άλλη φορά. Αξεπέραστη στις ερωτικές μαντινάδες η Νεκταρία!
Να ’ναι η πρώτη μεγάλη φετινή πυρκαγιά που ξέσπασε τις προάλλες στη Βούλα Αττικής η τελευταία! Να μη θρηνήσουμε κανένα, μα κανένα θύμα. Να λειτουργήσει, όπως πρέπει να λειτουργεί ο κρατικός μηχανισμός. Όχι άλλο Μάτι! Όχι άλλη Εύβοια! Φτάνει πια!
«Σύντομα, μετά από φανταστική διαδρομή 2 χιλιομέτρων, δύο πινακίδες σας ειδοποιούν ότι μπαίνουμε στις πανέμορφες Στροβλές. Στο χωριό όπου γεννήθηκα και έζησα τα πρώτα χρόνια της εδώ παρουσίας μας. Πλατάνια, ελιές, καστανιές, μηλιές, πορτοκαλιές, λεμονιές, μυρτιές, πικροδάφνες και άλλα δένδρα, θα σας χαρίσουν έναν πυκνό και δροσερό ίσκιο, στο πνιγμένο από το πράσινο αυτό χωριό, με τον δροσερό ζωογόνο αέρα και τα πολλά νερά. Αμέσως μετά θα βρεθείτε στην κεντρική συνοικία του χωριού στο Μεσοχώρι»… Απόσπασμα από το καλογραμμένο και διανθισμένο με πλούσιο φωτογραφικό υλικό βιβλίο “Γνωριμία με επαρχίες Κισσάμου και Σελίνου του Ν. Χανίων” (δεύτερος τόμος) του επί τιμή νομικού συμβούλου του Κράτους, γέννημα-θρέμμα Στροβλιανού Θεόδωρου Δ. Ηλιάκη. Να μπαίνω στις πανέμορφες και για μένα Στροβλές και να με περιμένουν οι πρώτοι μου μαθητές στο Μεσοχώρι, ύστερα από 46 χρόνια φαντάζομαι τον εαυτό μου, καλέ μου ΦΙΛΕ!