Δεν είναι όλα ρόδινα στον τουρισμό, ούτε χαράς ευαγγέλια για τους ξενοδόχους που έχουν να επωμιστούν ενίοτε πολλά και πρόσθετα βάρη. Με λίγες σχετικά Περιφέρειες να καρπώνονται μεγάλο ποσοστό της τουριστικής κίνησης, την υψηλή εποχικότητα αλλά και την στασιμότητα στην πληρότητα των ξενοδοχείων για αρκετούς μήνες, τα δεδομένα μπορεί να είναι από την μια μεριά θετικά λόγω της μεγάλης αύξησης των τουριστών, αυτό όμως δεν σημαίνει, από την άλλη μεριά, ότι όλοι όσοι ζουν από τον τουρισμό και ειδικά οι ξενοδόχοι δεν βρίσκονται αντιμέτωποι με μεγάλα προβλήματα.
Η Ετήσια Έκθεση του Ινστιτούτου Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων (ΙΤΕΠ) με τίτλο: «Εξελίξεις στα Βασικά Μεγέθη της Ελληνικής Ξενοδοχίας το 2018», που παρουσιάστηκε πριν από λίγο καιρό στην Αθήνα, καταγράφει για πρώτη φορά το ύψος των άμεσων επενδύσεων που πραγματοποιούν οι Έλληνες ξενοδόχοι και οι οποίες τη διετία 2017-2018 ανήλθαν στο ποσό των 1,618 δις ευρώ για επισκευές και ανακαινίσεις στις μονάδες τους.
Επίσης διαπιστώνεται ότι υπάρχει σαφής τάση αναβάθμισης και ανανέωσης του ξενοδοχειακού δυναμικού. Σύμφωνα με την έκθεση, η απασχόληση στα ελληνικά ξενοδοχεία αυξήθηκε κατά 25% το Μάιο και κατά 20% τον Αύγουστο του 2018 σε σχέση με τους αντίστοιχους μήνες του 2017. Παρά ταύτα την ίδια ώρα η εποχικότητα του ελληνικού τουρισμού εξακολουθεί να παραμένει υψηλή, όπως αποτυπώνεται στην κατανομή της πληρότητας των ξενοδοχείων.
Συγκεκριμένα, το Μάιο, το 60% των ξενοδοχείων είχε πληρότητα που δεν ξεπερνούσε το 60% ενώ τον Αύγουστο 2018, 67% των ξενοδοχείων είχε πληρότητα πάνω από 80%. Παράλληλα, η Ετήσια Έκθεση του ΙΤΕΠ καταγράφει τον έντονο δυισμό του ελληνικού τουρισμού, γεγονός που απεικονίζεται σε όλες τις τουριστικές μεταβλητές, καθώς 5 περιφέρειες συγκεντρώνουν πάνω από το 85% των τουριστικών μεγεθών στη χώρα μας. Αυτό, πέραν των σοβαρών επιπτώσεων που έχει στις τοπικές οικονομίες και κοινωνίες, επηρεάζει αρνητικά και τις επιδόσεις των ξενοδοχείων που βρίσκονται στους λιγότερο δημοφιλείς τουριστικούς προορισμούς. Όπως αποκαλύπτει η Ετήσια Έκθεση του Ινστιτούτου ως προς την πληρότητα των ξενοδοχείων, ανοδική τάση διαπιστώνεται μόνο το Μάιο, ενώ τον Αύγουστο παρατηρείται στασιμότητα από το 2014 έως σήμερα. Επίσης κατά τους δύο μήνες που εξετάζονται στην έρευνα, δηλ. το Μάιο και τον Αύγουστο, παρατηρείται ανοδική τάση στις τιμές διάθεσης των δωματίων.
Το μέσο έσοδο ανά δωμάτιο, από το 2012 μέχρι το 2018 ακολουθεί ανοδική πορεία, με εξαίρεση το 2016, οπότε σημείωσε υποχώρηση. Σύμφωνα με τη μελέτη, η αύξηση του μέσου εσόδου δεν σημαίνει και ανάλογη αύξηση της κερδοφορίας των ελληνικών ξενοδοχείων, καθώς τα τελευταία χρόνια αυτά έχουν υποστεί σημαντικές φορολογικές επιβαρύνσεις (αύξηση συντελεστών ΦΠΑ, κατάργηση μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ στα νησιά, ΕΝΦΙΑ, φόρος διαμονής κλπ).
Όπως βλέπουμε λοιπόν από τα στοιχεία της έκθεσης, ναι μεν ο αυξανόμενος τουρισμός αποτελεί πηγή εσόδων, όμως τα πράγματα δεν είναι όπως παρουσιάζονται από την εκάστοτε κυβέρνηση. Με δεδομένο μάλιστα ότι όλα τα κόμματα με μια φωνή θεωρούν πως ο κρυφός άσσος της χώρας μας είναι ο τουρισμός. Μπορεί να είναι. Οι υποδομές όμως πρέπει να εκσυγχρονιστούν και αυτό απαιτεί χρήμα που πολλές φορές δεν υπάρχει.
Πέραν από κάποιες μεγάλες τουριστικές εφοδιαστικές αλυσίδες, πέρα από κάποια μεγάλα ξενοδοχεία σε μεγάλες τουριστικά Περιφέρειες, το πρόβλημα εστιάζεται στις μικρές μονάδες και στις λιγότερο τουριστικές Περιφέρειες όπως διαπιστώνει και η έκθεση του ΙΤΕΠ.
Με λίγα λόγια, να μην θριαμβολογούν για αριθμούς – ρεκόρ των τουριστών την στιγμή που οι υποδομές παρά τις όποιες φιλότιμες προσπάθειες, εξακολουθούν να είναι ελλειμματικές. Θέλω να πω, ότι λάμπει, δεν είναι χρυσός.