Πέμπτη, 21 Νοεμβρίου, 2024

Του Απέραντου Πόνου Γη: Κύπρος, µατωµένο νησί

» Ιούλιος 1974, εις µνήµη

Γράφει κάπου, ο από τη Σµύρνη καταγόµενος Νοµπελίστας ποιητής µας Γιώργος Σεφέρης, που στη Σκάλα τού Βουρλά, της Μ. Ασίας, όντας µικρό παλληκαράκι, πρωτόνιωσε εκεί τις ευαίσθητες φλέβες του, να πυρπολούνται από τον πιο αγνό πατριωτισµό, γράφει λοιπόν, ο µεγάλος µας πνευµατικός δηµιουργός, τα εξής. Πως να, «η µνήµη, όπου κι αν την αγγίξεις, πονεί», αλλά και πως «αν είναι ανθρώπινος ο πόνος, δεν είµαστε άνθρωποι, µόνο για να πονούµε»

Να πονάµε, πολλές φορές, για τις όποιες επώδυνες αστοχίες µας, για τα όποια λάθη µας δηλαδή, αλλά και κάποιες άλλες φορές, να ΄µαστε σαν ορεσίβιοι τυφλοί εν µέσω ισχυρών θαλάσσιων περιδινήσεων, από τις συχνές αδικίες, κάποιων ασυνείδητων εξουσίαστων, από τις ξαφνικές και αισχρές βιαιότητες κάποιων εντελώς απολίτιστων µαζανθρώπων. Μα εγώ, δεν ξεχνώ, αν κι όσο περνούν τα χρόνια, µαθαίνεις να συµφιλιώνεσαι µε τον πόνο. Κύπρος, αχ Κύπρος, πανάρχαια Κύπρος της Ιστορίας, Κύπρος, ελληνικότατη ριζοβολιά, στα ήθη, στα έθιµα, στη γλώσσα, στη θρησκεία, δεν ξεχνώ. ∆εν ξεχνώ, δεν ξέχασα ποτέ, πως οι πρώτοι έποικοι σου ήταν οι Έλληνες, Μυκηναίοι και Αχαιοί, τον 11ο π.Χ. αιώνα, που αµέσως σου χάρισαν µε απλοχεριά περίσσια, τον στιβαρό τους πολιτισµό. ∆εν σε ξέχασα, ποτέ, όχι, µεγαλονήσι του πόνου, ξέρεις γιατί όµως; Άκου, γιατί διατήρησες ακέραια την ελληνική σου ταυτότητα, µέσα από τις ισοπεδωτικές αναµπουµπούλες τόσων διαφορετικών κατακτητών, Ασσύριων και Αιγύπτιων, Περσών και Ρωµαίων. Ναι, δεν σε ξεχνώ, γιατί ένα πολύ περήφανο νησί ήσουν πάντα ανάµεσα στη ροή του χρόνου, πρώτα εξαιτίας της αρχοντικής κληρονοµιάς σου από τους Πτολεµαίους, εξαιτίας της ελληνιστικής περιόδου δηλαδή, µα και ύστερα παροµοίως, όρθια και αγέρωχη πάντα, εξαιτίας της ελληνορθόδοξης αυτοκρατορίας της Ρωµανίας. Μα κι ύστερα, κι ύστερα το ίδιο, η κορµοστασιά σου λεβέντικη πάντα και αλύγιστη, ακόµα κι όταν τελευταία σε κούρσεψαν για εκατοντάδες χρόνια, οι άγριοι Οθωµανοί Τούρκοι. Και για τότε δεν ξεχνώ, δεν ξεχνώ, πως αρκετοί Ελληνοκύπριοι πολίτες σου, στήριξαν όσο µπορούσαν την ελληνική Επανάσταση του 1821, ένα γεγονός που, οδήγησε ευθύς, την Οθωµανική αυτοκρατορία σε εκδίκηση. Και πως τότε, εκεί, στα µέρη σου, τον µαύρο Οκτώβρη του 1821, ένας όχλος από αφιονισµένους Οθωµανούς, κρέµασε τον Αρχιεπίσκοπο σου, µαζί µε πέντε µητροπολίτες. Και πως οι Τούρκοι σκότωσαν µετά πολλούς Έλληνες, αδιακρίτως. Κι ύστερα πάλι, τελευταία, δεν ξεχνώ, πως σε ξανασκλάβωσαν οι επηρµένοι, δολοπλόκοι Βρετανοί πολιτικοί. Όχι, όχι, δεν ξεχνώ. Αχ Κύπρος, της δολοφονηµένης ειρήνης, δεν σε ξεχνώ, γιατί το ΄παµε, η µνήµη είναι αγκάθι. Ναι, όσα χρόνια και εάν έχουν περάσει από εκείνον τον φοβερό Ιούλιο του 1974, από τότε που ένα ύπουλο µαχαίρι σου ξέσκισε την καρδιά, από τότε που ήπιες µονορούφι το πικρό ποτήρι της προδοσίας και της ωµής βίας.
20 Ιουλίου 1974. λίαν πρωί, στις 5.30 λίγο πριν να ξηµερώσει, ξεκινάει η ανείπωτη τραγωδία. Για την ηρωική Κύπρο ήγγικεν η κρίσιµη ώρα της Αποκάλυψης, η ώρα του δικού της Απολλύοντος, η ώρα του σκοτεινόµορφου αγγέλου της αβύσσου, που είναι η ώρα της ύπουλης τουρκικής επίθεσης. Τα αµέσως επόµενα λεπτά της µέρας, 70 περίπου αεροσκάφη της τουρκικής πολεµικής αεροπορίας αρχίζουν τις καταστροφές τους. Ρίχνουν τόνους βοµβών αρχικά στον Ναυτικό Σταθµό της Κυρήνειας, στον οποίο προκαλούν µεγάλες ζηµιές. Έπειτα βοµβαρδίζουν τα κυριότερα στρατόπεδα πεζικού και πυροβολικού της Μεγαλονήσου, βοµβαρδίζουν το κύριο οδικό δίκτυο ανατολικά της Κυρήνειας, βοµβαρδίζουν το ραντάρ του Ναυτικού στην περιοχή του Αγίου Ανδρέα, βοµβαρδίζουν τον σταθµό έγκαιρης προειδοποίησης της Κυπριακής Αεροπορίας, βοµβαρδίζουν τις εγκαταστάσεις του Γενικού Επιτελείου της Κυπριακής Εθνοφρουράς, βοµβαρδίζουν το στρατόπεδο της ΕΛ∆ΥΚ, βοµβαρδίζουν κι άλλα, τα σηµαντικότερα στρατόπεδα στη Λευκωσία. Οι Τούρκοι πιλότοι βοµβαρδίζουν συνεχώς, σαν προγραµµατισµένα ροµπότ, δεν αφήνουν τίποτα να ξεφύγει από τα δολοφονικά ραντάρ τους. Στον κυπριακό ουρανό, συνέχεια προστίθενται αεροσκάφη και ελικόπτερα, που αρχίζουν τις αθρόες ρίψεις αλεξιπτωτιστών, στα διάφορα, στα πιο στρατηγικά σηµεία του νησιού. Ταυτόχρονα, υπό τη διοίκηση του αντιστράτηγου Νουρεντίν Ερσίν, πάρα πολλά αποβατικά σκάφη του Ναυτικού, µε 40.000 στρατιώτες εντός τους, αποβιβάζουν αυτήν τη σηµαντική στρατιωτική δύναµη στις βόρειες περιοχές της Κύπρου.
Οι κάτοικοι του νησιού, ξαφνιασµένοι, βρίσκονται οι δύσµοιροι στο έλεος των υπεράριθµων εισβολέων. Οι δυνάµεις του κυπριακού στρατού, ναι µεν αιφνιδιάζονται προς στιγµή, αλλά αµέσως αρχίζουν να αµύνονται σθεναρά. Σιγά σιγά, µιας απίστευτης κόλασης στιγµές, επικρατούν παντού. Πάντα, ολόγυρα στην περιοχή της εισβολής, βλέπεις σκοτωµένους ανθρώπους και τραυµατισµένους. Αθώοι πολίτες έχουν βάναυσα δολοφονηθεί, γυναίκες έχουν βιαστεί, Κύπριοι στρατιώτες µα και Έλληνες φαντάροι της ΕΛ∆ΥΚ έχουν επίσης σκοτωθεί. Παντού, µόνο πτώµατα αντικρίζει κανείς κανείς. Με άλλα λόγια ο Αττίλας Ι έχει προχωρήσει το αιµοσταγές του έργο.
Εν τω µεταξύ, εδώ, στα Χανιά µας, στις 21 Ιουλίου, η Α΄ Μοίρα Καταδροµών (Α΄ ΜΑΚ), στις 9 το βράδυ ξεκινάει για να πάει να υποστηρίξει τις δυνάµεις της Κύπρου. Ξεκινάει το κονβόι των φορτηγών από το Μάλεµε και ώρα 22.30, 318 κοµάντος, επιβιβάζονται σε 15 µεταγωγικά αεροσκάφη Α/Φ τύπου NORATLAS. Απογειώνονται και πετάν πάντα χαµηλά, δίχως καµιά συνοδεία µαχητικών αεροσκαφών, διατηρώντας σιγή ασυρµάτου. Πετώντας ανάµεσα από τα εχθρικά πυρά, καταφέρνουν να φθάσουν στην Κύπρο και αµέσως προσγειώνονται στο αεροδρόµιο της Λευκωσίας. Όµως, δυστυχώς, ένα από αυτά τα αεροσκάφη λίγα µόλις µέτρα πριν τον διάδροµο προσγείωσης του αεροδροµίου, χτυπιέται από φίλια πυρά και έτσι γρήγορα συντρίβεται στο έδαφος. Αποτέλεσµα, 27 ηρωικοί καταδροµείς µαζί µε το τετραµελές πλήρωµα, ποτίζουν µε το λεβέντικο αίµα τους τα χώµατα της µαρτυρικής Κύπρου.
Όλοι οι υπόλοιποι γενναίοι της Α΄ Μοίρας Καταδροµών θα πολεµήσουν σαν θηρία ανήµερα τον τουρκικό Αττίλα, και ύστερα από λίγες µέρες, θα συνεχίσουν να πολεµούν και τον Αττίλα 2. Και έτσι, να, σε σχετικά λίγο χρόνο, η αιµατηρή επιχείρηση των Τούρκων, θα αριθµήσει, δυστυχώς κοντά στους 4.000 νεκρούς, Κύπριους και Έλληνες και από τους µόνιµους κατοίκους του νησιού 1619 αγνοούµενους επισήµως αλλά και περίπου 200.000 πρόσφυγες Κυπρίους, που εκείνη ακριβώς η άνευ ορίων τουρκική στρατοκρατική βία, τους εξεδίωξε κακήν κακώς από τις εστίες τους. Μα παράλληλα, µε αυτούς τους δύο καταραµένους Αττίλες τους, οι βλοσυροί Τούρκοι κονκισταδόροι, κατέκτησαν σε διάστηµα λίγου χρόνου και το 70% του ορυκτού πλούτου της Μεγαλονήσου αλλά και το κυριότερο το 80%, των πολύ εξελιγµένων για την εποχή εκείνη, τουριστικών εγκαταστάσεων του νησιού. Μα η πραγµατικότητα είναι ακόµα πιο ζοφερή. ∆ιότι, αυτό που ακολουθεί µετά από αυτούς τους οικτρούς απολογισµούς είναι αυτό, το µη αντιστρέψιµο. Πώς δηλαδή µέχρι αυτήν τη στιγµή το 37% της Κύπρου, κατοικείται από Τουρκοκύπριους. Ή, όπως λένε χαρακτηριστικά οι Ελληνοκύπριοι, για αυτό ακριβώς το τουρκοκρατούµενο τµήµα, πώς ο άνθρωπος εν ο τόπος και ο τόπος εν γέρηµος. Την ίδια µελαγχολία µάλλον εκπέµπουν και άλλες δύο, χαρακτηριστικές κυπριακές λέξεις, που αφορούν στον οδυνηρώτατο διαχωρισµό της Μεγαλονήσου, πως να, εµείς, οι Ελληνοκύπριοι, είµαστε από εδώ (ποδά) και οι άλλοι, οι Τουρκοκύπριοι, είναι από ΄κει (ποτζεί). Ποδά λοιπόν και ποτζεί, ο αχώνευτος εφιάλτης ενός φιλήσυχου έθνους. Ποδά και ποτζεί, δυό βαρύγδουπες λέξεις που κουβαλούν τη σηµασία µιας ανείπωτης θλίψης. Ποδά λοιπόν και ποτζεί, όταν το ευλογηµένο ένα, όταν η λατρεµένη πατρίδα σου, γίνεται αίφνης δύο κοµµάτια, τότε είναι που γίνεσαι και εσύ χίλια θρύψαλλα. Η ψυχή σου, η βαθιά ψυχή σου πνίγεται, βουλιάζει, παραµιλάει.
Η ιστορία, πάντα µιλάει δυνατά. Στις κατεχόµενες περιοχές, όπου τα πρώην ελληνικά χωριά εσφύζαν από ξενοιασιά, σήµερα έχουν άλλα ονόµατα, αποκλειστικά τουρκικά. Στα Βαρώσια, η ψυχή σου πιάνεται, τα αποµεινάρια των κτηρίων είναι ακριβώς έτσι και σήµερα, όπως ήταν και στις µέρες της εισβολής. Στην Μεσαορία, στην Βόρεια Κύπρο, δίπλα στους κατεστραµµένους ναούς βρίσκονται, ευθυτενείς, οι µιναρέδες των νέων τζαµιών. Στην κατεχόµενη Λάπηθο, η εκκλησία της Μονής της Αγίας Αναστασίας µετατράπηκε σε νυχτερινό κέντρο. Η Αγία Μονή της Παναγίας της Αιµίνθιώτισσας στο Συγχαρί, µετατράπηκε σε στάνη αιγοπροβάτων. Μα την ίδια ακριβώς, σπαραξικάρδια εξέλιξηµ είχαν και άλλοι ορθόδοξοι ναοί, όπως η Βασιλική της Αγίας Τριάδας στην Καρπασία αλλά και η εκκλησία του Αγίου Φωτίου στη Γιαλούσα, που επίσης έγιναν στάβλοι. Και η ιστορία συνεχίζει, αυτήν την τόσο στενάχωρη καταγραφή της. Να, ο όµορφος, πάλαι ποτέ βέβαια, ο χαριτωµένος ναός του Αγίου Γεωργίου, ο επιλεγόµενος Αντιφωνητής, λεηλατηµένος σήµερα. Ο Άγιος Νικόλαος, ο Άγιος Θεοµονιακός, η Παναγία, η Αφεντρικα η Αχειροποίητος, ο Άγιος Φίλων των Αγριδιών, ο Άγιος Φώτιος αλλά και πολλοί άλλοι ναοί, να σήµερα, είναι πλήρως κατεστραµµένοι.
Συνολικά, στα κατεχόµενα, τουλάχιστον 55 εκκλησίες έχουν µετατραπεί σε τεµένη και άλλες 50 έχουν µετατραπεί, µετά την τουρκική εισβολή, σε στάβλους, σε αποθήκες, σε ξενώνες και µουσεία, σε κινηµατογράφους και δυστυχώς, φευ, συνέβη και αυτό σε δηµόσια αποχωρητήρια. Μα όλα ετούτα, τα επιεικώς αισχρά, εάν δεν είναι µέρος µιας καλοσχεδιασµένης σύγχρονης τουρκικής πολιτικής, που στόχο έχει την εξαφάνιση κάθε ίχνους της µακραίωνης ελληνορθόδοξης ιστορίας της περιοχής, έτσι ώστε να γίνουν τα κατεχόµενα, µία ακόµα επαρχία της τουρκικής επικράτειας, τότε, τι άλλο άραγε µπορεί να είναι;
Στις 6/3/1981, κάποιος ρεπόρτερ ενός βρετανικού τηλεοπτικού συνεργείου, µαρτυρεί χαρακτηριστικά, στην εφηµερίδα «Γκάρντιαν», το εξής. Πως όταν εκείνες τις µέρες επισκέφθηκε, δηµοσιογραφικά πάντα, 26 χωριά της κατεχόµενης Κύπρου, πως δεν συνάντησε µη βεβηλωµένο ούτε ένα χριστιανικό κοιµητήριο. Αλλά τα ίδια, έχει περιγράψει λίγο παλαιότερα χρονικά, ο επίσης βρετανός δηµοσιογράφος J. Fielding, σε παρόµοιο άρθρο του, στην ίδια εφηµερίδα, που είχε τον τίτλο «ο βιασµός της Βόρειας Κύπρου».
Στις 19/2/1959, δηλαδή 15 χρόνια πριν τη βάρβαρη τουρκική εισβολή, υπογράφτηκαν στο Λονδίνο οι Συµφωνίες Ζυρίχης- Λονδίνου, µεταξύ της Μ. Βρετανίας, της Ελλάδας και της Τουρκίας. Αλλά τίποτα, τζίφος τελικά. Σύντοµα εκείνη η νοµιµότητα των χαρτιών και των υπογραφών παραβιάστηκε ασύστολα από τις κατάφωρες αδικίες των δήθεν συµµάχων της τότε Κυπριακής ∆ηµοκρατίας, µα το κυριότερο από την αποτρόπαια βία της τουρκικής πολεµικής µηχανής. Γράφει ο αείµνηστος Νικόλαος Ψαρουδάκης, δικηγόρος, συγγραφέας, πρόεδρος της χριστιανικής ∆ηµοκρατίας µα και βουλευτής Επικρατείας, στο σπουδαίο βιβλίο του «η κυπριακή τραγωδία χωρίς µάσκα», γράφει πως η Κύπρος προδόθηκε και πριν από τη Χούντα και από τη Χούντα µα και µετά από τη Χούντα.
Αλλά να και η στάση του τότε επίσηµου κράτους των ΗΠΑ, ειδικά στη χρονολογία του Αττίλα 2, όπως τουλάχιστον την οµολογεί ο ίδιος ο Γεώργιος Μαύρος, τότε υπουργός των Εξωτερικών, το 1974, δηλαδή µε την κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας. Λέγει λοιπόν, ο ίδιος ο Γεώργιος Μαύρος στο από 2/7/1987 σηµείωµα του, προς τις αρµόδιες επιτροπές που επισταµένως ασχολούνταν µε τον τεράστια σηµασίας φάκελο της Κύπρου. «Θυµάµαι ότι ο Κάλλαχαν, ΥπΕΞ της Βρετανίας το 1974, την παραµονή της αρχής του Αττίλα 2, µου είπε πως ο Κίσινγκερ, υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, ήταν εντελώς απρόθυµος να ασκήσει πίεση επί της Τουρκίας, προκειµένου αυτή να εµποδίσει την προέλαση των στρατευµάτων της επί του κυπριακού εδάφους. Επίσης απρόθυµος εντελώς στο να κάνει την οποιαδήποτε νύξη στη Βρετανία, παρά το γεγονός ότι αυτή ήταν τότε, µία εγγυήτρια δύναµη της Κυπριακής ∆ηµοκρατίας».
Χένρι Κίσινγκερ. Ο Γερµανοεβραίος διπλωµάτης, που επί προεδρίας του Νίξον εθεωρείτο ο δεύτερος ισχυρότερος άντρας της Αµερικής, αλλά ήταν µάλλον ο πρώτος, αφού τότε, όπως γράφει η διάσηµη ιταλίδα δηµοσιογράφος στο βιβλίο της «συνάντηση µε την ιστορία», η µοναδική Οριάνα Φαλάτσι δηλαδή, αφού τότε κυκλοφορούσε ένα καλαµπούρι στην Ουάσινγκτον «σκέψου τι θα γινόταν, λέγανε οι Αµερικάνοι, εάν πέθαινε ξαφνικά ο Κίσινγκερ; Ο Ρίτσαρντ Νίξον θα γινόταν αµέσως πρόεδρος των ΗΠΑ». Χένρι Κίσινγκερ που όλοι οι Έλληνες θυµούνται, οι κάποιας ηλικίας βέβαια, το ατέρµονο υβρεολόγιο εναντίον του, λόγω της συµµετοχής του στην κυπριακή τραγωδία το 1974. Ο Κίσινγκερ που ήξερε πολύ καλά πως όποιος ελέγχει ένα από τα δύο µεγάλα νησιά, την Κύπρο ή την Κρήτη δηλαδή, στην ουσία ελέγχει όλη τη Μεσόγειο.
Ο αείµνηστος Χρήστος Σαρτζετάκης, πρώην πρόεδρος της Ελληνικής ∆ηµοκρατίας, το Πάσχα του 1985 είπε κατά τη διάρκεια της επίσκεψης του σε στρατιωτικές µονάδες, µια µεγάλη αδιαµφισβήτητη αλήθεια, δηλαδή πως είµαστε, δυστυχώς, ένα έθνος ανάδελφο. Που κατά συνέπεια σηµαίνει πως ποτέ δεν πρέπει να περιµένουµε τίποτα από τα θεωρούµενα ως συγγενικά µας έθνη. ∆εν είµεθα, είπε ο πρόεδρος µας τότε, όπως οι άλλοι λαοί, οι σλαβικοί, οι αραβικοί, οι λατινογενείς, οι αγγλοσάξονες, όχι. Το αναφέρουµε αυτό, διότι εάν κάποτε συνειδητοποιούσαµε τη βαρύτητα των λόγων του αλησµόνητου προέδρου, ίσως οι εθνικές µας τραγωδίες να ήταν λιγότερες.
Ίσως, η Κυριακή τραγωδία του 74, είναι το µεγαλύτερο πλήγµα για τον ελληνισµό µετά τη Μικρασιατική Καταστροφή. Μα γιατί να προσκολλόµαστε στους εκάστοτε ισχυρούς κλειδοκράτορες, πιστεύοντας ακράδαντα πως µια τέτοια στάση από µόνη της θα µας λυτρώσει από κάθε κακό; Γιατί, αναρωτιέται ο αείµνηστος Νίκος Ψαρουδάκης, να µη συνειδητοποιήσουµε επιτέλους την αξία µας, σαν ένα ζηλευτό, ιστορικό έθνος, µε µια µεγάλη προσφορά στον πολιτισµό;
Στις 25/10/1954, ο Γ. Σεφέρης λέγει για την Κύπρο σε µια επιστολή του προς την αδελφή του, την Ιωάννα Τσάτσου, «Τον έχω αγαπήσει αυτόν τον τόπο. Ίσως, γιατί βρίσκω εκεί, πράγµατα παλιά, που ακόµα ζουν, ενώ έχουν πεθάνει στην άλλη Ελλάδα. Ίσως, γιατί αισθάνοµαι, πως αυτός ο λαός έχει ανάγκη από όλη µας την αγάπη και τη συµπαράσταση µας, γιατί είναι ένας λαός πεισµατάρικος και ήπια σταθερός. Μα και στις τελευταίες του στιγµές, τον Σεπτέµβρη του 1971, ο µεγάλος ποιητής µας έχει βαθιά µέσα του τον µεγάλο καηµό της Κύπρου. Ο απλός άνθρωπος, ο υπερευαίσθητος που µια ζωή ολόκληρη καλλιεργούσε εντός του, νικάει κατά κράτος, τον θεωρούµενο ψυχρό διπλωµάτη. Ξαπλωµένος, πάνω στο κρεβάτι του πόνου, λίγο πριν να ξεψυχήσει ρωτάει την αγαπηµένη του αδελφή, µε ανυπόκριτη αγωνία. Τι θα γίνει µε το νησί; Τι θα γίνει µε το νησί;
«Θα βρω µιαν ανηφοριά, θα πάρω µονοπάτια, να βρω τα σκαλοπάτια, που παν στη λευτεριά». Αχ, πώς να λυγίσεις Αρχόντισσα, όταν γεννοβολάς τέτοιας ποιότητας ήρωες σαν τον 18χρονο Κύπριο µαθητή Ευαγόρα Παλληκαρίδη; Μα πώς να λυγίσεις σαν γεννάς τέτοια µυθικά παλληκάρια, σαν τον Σολωµό Σολωµού και τον Τάσο Ισαάκ, τα πρωτοξαδέρφια που δολοφονήθηκαν από τους άνανδρους έποικους Τουρκοκύπριους, στη ∆ερύνεια της Κύπρου, τον Αύγουστο του 1996;
«Κύπρον, ου µε εθέσπισεν, τολµώ να πω, κι εµένα. ∆εν ξεχνώ, ποτέ δεν θα ξεχάσω τις θυσίες και τους αγώνες σου, τα παλληκάρια της ΕΟΚΑ Α΄και ΕΟΚΑ Β΄, γιατί αυτό τουλάχιστον εγώ πιστεύω, ο Μακάριος µα και ο Γρίβας, σε αγαπούσαν κι οι δυο τους, παρά τα ελαττώµατα και τα σφάλµατα τους. Ξαναδιαβάζω τους στίχους του Σεφέρη και να, Αρχόντισσα µου, τους αφιερώνω στους πολυάριθµους νεκρούς σου, µε σεβασµό».
«∆εν έχει ασφοδίλια και µενεξέδες, µήτε υακίνθους,
πώς να µιλήσεις µε τους πεθαµένους;
Οι πεθαµένοι ξέρουν µονάχα τη γλώσσα των λουλουδιών,
γι΄ αυτό σωπαίνουν, ταξιδεύουν και σωπαίνουν, υποµένουν και σωπαίνουν,
παρά δήµον ονείρων, παρά δήµον ονείρων».
Ναι, τώρα, σήµερα, σωπαίνουν σίγουρα οι νεκροί των κυπριακών αγώνων για τη λευτεριά. Μα σε λίγο, όλα µάλλον θα αλλάξουν, αφού το µελτέµι, για το οποίο µας µιλάει ο άλλος µεγάλος µας ποιητής, ο Οδυσσέας Ελύτης, οι πολυπικραµένοι Κύπριοι το περιµένουν πώς και πώς, σαν τη βροχή µετά την πυρκαγιά. Μα προπαντός, αυτό τουλάχιστον πιστεύω εγώ, επειδή βαθιά τους αντιλαµβάνονται την αισιοδοξία του ποιήµατος. Πως σύντοµα, µια µέρα, ο ουρανός θα τους χαµογελάσει, άδολα και ονειρικά.
«Θέλει µελτέµι γερό
Γεννηµένο στην Τήνο
που να ‘ρθει µε την ευχή της Παναγίας
να καθαρίσει τον τόπο
απ’ όλων των λογιώ της Τουρκιάς
και της γηραιάς Ευρώπης τα αποµεινάρια»,
Αµήν, αµήν, αµήν, χιλιοµατωµένη Κύπρος, γένοιτο.

*Ο ∆ηµήτρης Α. Ανδρικίδης είναι συγγραφέας, µέλος της Ένωσης Πνευµατικών ∆ηµιουργών Ν. Χανίων


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα