Στις 9 Φεβρουαρίου συμπληρώνονται 40 χρόνια από ένα μεγάλο αεροπορικό δυστύχημα στα καταχιόνιστα Λευκά Ορη. Μεταγωγικό αεροσκάφος C-160 της γερμανικής πολεμικής αεροπορίας, που μετέφερε 35 Γερμανούς στρατιωτικούς για εκπαίδευση στο Π.Β.Κ. και με 7μελές πλήρωμα, συνετρίβη λίγο κάτω από την κορυφή των Λευκών Ορέων Μαλοτύρα, σε υψόμετρο 1.800 μ. (κορυφή 1.950 μ.).
Αφού απογειώθηκε από τη Γερμανία, ακολούθησε τον αεροδιάδρομο της Ιταλίας, φθάνοντας στην περιοχή των Χανίων, έλαβε άδεια για προσγείωση στο αεροδρόμιο Σούδας.
Ακολουθώντας τη διαδρομή από αεροφάρο Παλαιόχωρας, έδωσε στις 14.17 στίγμα πάνω από την Παλαιόχωρα και ύψος 3.600 μ. (11.000 πόδια). Στις 14.18 δίδει στίγμα με απόσταση από Σούδα 46 χλμ. Στις 14.21 απόσταση 27 χλμ. από Σούδα και μετά από ένα λεπτό ότι προσεγγίζει τη Σούδα.
Στο ρεπορτάζ, γερμανικού περιοδικού, μετά το δυστύχημα, αναφέρεται ότι δεν ήταν δυνατόν να έχει κινηθεί περισσότερο από 8 χλμ. το λεπτό, αλλά έπρεπε να είναι στα 18 χλμ. ακόμη. Με αυτά τα δεδομένα που έδωσε, έλαβε άδεια καθόδου στα 1.800 πόδια και έπρεπε με αριστερή στροφή να προσεγγίσει τη Σούδα.
Στο ως άνω περιοδικό αναφέρεται επίσης ότι εξ αρχής ήταν προβληματική η επικοινωνία εδάφους και πιλότων. Μετά απ’ αυτό χάθηκαν τα ίχνη του και ξεκίνησε η καθιερωμένη διαδικασία διάσωσης. Τα συντρίμμια του εντοπίστηκαν μετά από 20 ώρες, την επόμενη ημέρα το μεσημέρι, από ελληνικό αεροσκάφος έρευνας στην κορυφή Μαλοτύρα.
Πολύ πρωί της επομένης ξεκινήσαμε από Θέρισο τρία μέλη της ομάδας διάσωσης του Ορειβατικού Χανίων. Ο Τάκης Χουλιόπουλος, ο Τάσος Πρωτοψάλτης και ο γράφων, και… φορτωθήκαμε και έναν Ηρακλειώτη φωτογράφο που ήρθε με… σκαρπίνια παπούτσια για πεζοπορία στο χιόνι. Το ύψος του χιονιού άρχιζε από το ένα μέτρο, για να είναι στην περιοχή του δυστυχήματος ίσως και πάνω από τρία μέτρα κι έτσι χρειάστηκαν έξι ώρες πεζοπορίας ως εκεί. Η τελευταία πλαγιά ήταν απότομη και με πάγο και για να φθάσει κανείς ως τα συντρίμμια χωρίς εξάρτηση πάγου ήταν πολύ επικίνδυνο. Το θέαμα ψηλότερα ήταν τραγικό. Εκατοντάδες αντικείμενα, κουρέλια, σχισμένα βιβλία, λαμαρίνες, σωλήνες και λουρίδες από μέταλλο, σαν αυτές που προκύπτουν όταν ανοίγουμε μια κονσέρβα κρέατος με το στριφτό ανοιχτήρι… Με δέος τις έβλεπες, γιατί αν γλιστρούσες πέφτοντας πάνω σε μια τέτοια, θα σε έκοβε σαν αγγούρι.
Μετά από λίγο έφτασε ένα ελικόπτερο διάσωσης, μικρό γερμανικό, που στάθηκε λίγο ψηλότερα από την κορυφή και ένας από το πλήρωμα κατέβηκε με σχοινί για να “πατήσει” το χιόνι και να διαπιστώσει αν μπορεί να “καθίσει” αυτό πράγματι που έγινε.
Μετά από κάποια ώρα, έφθασαν πεζοπορούντες οι καταδρομείς, που το ελληνικό ελικόπτερο τους είχε αφήσει δύο ώρες χαμηλότερα. Οταν αντιληφθήκαμε ότι δεν μπορούσαμε να προσφέρουμε τίποτα, πήραμε τον δρόμο της επιστροφής στο Θέρισο.
Δεν παρατηρήσαμε κανένα ίχνος θύματος και μετά πληροφορηθήκαμε ότι οι μόνοι σχεδόν ανέπαφοι, αλλά νεκροί, ήταν οι πιλότοι και η καμπίνα τους ολόκληρη είχε καταχωθεί βαθιά στο χιόνι.
Επίσης, ας σημειωθεί ότι με την πρόσκρουση του αεροσκάφους είχε εκτοπίσει τεράστιους όγκους χιονιού, σαν χιονόμπαλες, όγκου μεγάλου δωματίου, που είχαν κατρακυλήσει στα πλάγια.
Δεν πληροφορήθηκα ποτέ το αποτέλεσμα της έρευνας που διεξήχθη για τα αίτια της τραγωδίας, αλλά ίσως σε κακή συνεννόηση με το έδαφος, σε κακή εκτίμηση των πιλότων ή και τα δύο. Γεγονός πάντως είναι ότι αν άρχιζε την κάθοδο μετά από 200 μέτρα, θα είχε αποφύγει τον ορεινό όγκο.
Οι καταδρομείς επωμίσθηκαν το βαρύ έργο να σκάβουν για ημέρες στο χιόνι και αρκετοί διέμειναν μέσα σε χιονότρυπες που είχαν σκάψει, μέχρι και που έλιωσαν τα χιόνια και με δίχτυ ελικοπτέρου μεταφέρθηκαν και οι τελευταίες βίδες από το αεροσκάφος στην πλατεία του χωριού Λάκκοι και εκεί σε οχήματα.
Πριν από λίγα χρόνια, νέος σχετικά Γερμανός πιλότος, μας ζήτησε να του υποδείξουμε τον χώρο της συντριβής και τον κατατοπίσαμε να μεταβεί εκεί από τοποθεσία Σελιά, νότια του Θερίσου.
Φαίνεται όμως ότι δεν κατάφερε να φθάσει ως εκεί και τοποθέτησε την αναμνηστική πλακέτα σε βράχο πολύ χαμηλότερα. Επίσης έχει ανεγερθεί σχετικό μνημείο στον χώρο εκτόξευσης του Π.Β.Κ., γνωστό πλέον ως το “Γερμανικό”.
Η γερμανική Πρεσβεία στην Αθήνα είχε αποστείλει ευχαριστήρια επιστολή στον Σύλλογο που μεταξύ άλλων ανέφερε:
«…Εις ό,τι αφορά τις προσπάθειες μελών του Συνδέσμου σας όπως εν πνεύματι αυτοθυσίας και αγώνος κατά των στοιχείων της φύσεως πλησιάσουν εις τον τόπον του δυστυχήματος ίνα προσφέρουν βοήθειαν, επιτρέψατέ μου μόνον να τονίσω πόσο βαθεία είναι η ευγνωμοσύνη μας και να σας διαβιβάσω τας ευχαριστίας των συγγενών των στρατιωτών μας…».
Οπως μου είχε διηγηθεί ο αείμνηστος λοχαγός των καταδρομών Αβραμίδης, με την αποστολή καταδρομέων που είχε ξεκινήσει από Θέρισο, συνάντησαν στο χιόνι ημιλιπόθυμο τον ενωματάρχη του σταθμού Χωροφυλακής Θερίσου. Ελαβε εντολή από τη Δ.Χ.Χ. να μεταβεί άμεσα στον χώρο του δυστυχήματος και έτσι με μοναδική ευσυνειδησία πήρε τον έναν χωροφύλακα που είχε μαζί και χωρίς κανένα κατάλληλο ένδυμα και υπόδημα, αλλά με ένα μπουκάλι… τσικουδιά ξεκίνησε για τα χιόνια. Και το δύσκολο ήταν ότι τον βρήκαν και παγωμένο και… μεθυσμένο και ήταν τυχερός που με την τσικουδιά δεν διερράγησαν τα αιμοφόρα αγγεία του στην παγωνιά.
Ας σημειωθεί ότι μεταπολεμικά είχαν συμβεί επίσης δυστυχήματα στα Λευκά Ορη: Δεκαετία 1950: Αμερικανικό μεταγωγικό με πρόσκρουση στα 1.800 μ. της κορυφής Σπαθί. Μετά το γερμανικό, όταν δυο μαχητικά του Βελγίου προσέκρουσαν διαδοχικά, εν πλήρη καλοκαιρία στην κορυφή Καλόρος και την περιοχή Ποταμών Αγίου Ιωάννη Σφακίων.
Στ’ αλήθεια, δεν μπορώ να συνειδητοποιήσω ότι από εκείνες τις δύσκολες ώρες που περιέγραψα, πέρασαν κιόλας σαράντα χρόνια.
Ας είναι αυτές οι γραμμές που έγραψα σαν μνημόσυνο των συνανθρώπων μας που “έμειναν” στα Λευκά μας Ορη.
Το κόμπλεξ σου με το Ηράκλειο φαίνεται…