Μα ‘γω θωρώ τη τάβλα μας κι είναι καλά στρωμένη
με μόσχους και με ζάχαρες και με τα κυπαρίσσια.
Ο μόσχος είναι το κρασί, η ζάχαρη είναι το ψωμί
τα κυπαρίσσια οι λεβεδιές, χαρά στον νοικοκύρη.
– Σύντεκνε, ακλούθα μου κι έχω και καλό κρασί.
– Ιντα δε το κατέω, κατέοντο!
– Ελα, έμπα, παραμέρισε, εκίνησα να πάω στον κασάπη να πάρω πράμα κρέας, έχεις ώρα.
– Ναι ένα κούνελο σφάξαμε, έπνιγε τσ’ άλλους. Κάτσε να πούμε και κάνα δυό τραγούδες, μ’ αρέσει η γνώμη σου.
– Δε σκέφτεσαι άσχημα, το κρασί σηκώνει κι άλλα να πούμε…
– Εβίβα μας, καλά να πάμε κι ό,τι ποθεί ο καθένας.
Κι ήπιαμε ντο κι είπαμε ντα.
Χαρές, χαρές και Καλές Γιορτές.
Πάλι καλές αντάμωσες!
Ο Ριζίτης Μ.Τ.