Πάνω από 300 μπορεί να αποδειχθεί ότι είναι οι νεκροί του ναυαγίου στη Λαμπεντούζα, όπως μετέδιδαν χθες ιταλικά μέσα ενημέρωσης, σε μια υπόθεση που συγκλονίζει την κοινή γνώμη.
Συνολικά, σύμφωνα με το Αθηναϊκό πρακτορείο, το πλοίο μετέφερε περίπου 500 μετανάστες από το Κέρας της Αφρικής, από τους οποίους εκατόν πενήντα ένα είναι τραυματίες και διακόσιοι πενήντα συνεχίζουν να αγνοούνται. Εκπρόσωπος του λιμενικού σώματος δήλωσε, ότι η επιχείρηση διάσωσης συνεχίστηκε για πολλές ώρες κοντά στο νησάκι Ιζολα ντεϊ Κονίλι σε μικρή απόσταση από τη Λαμπεντούζα.
Σύμφωνα με την διαδικτυακή έκδοση της εφημερίδας Κοριέρε Ντέλα Σέρα, «κάτω από το πλεούμενο (. . .) έχουν εντοπισθεί περίπου 100 πτώματα». Οπως ανέφεραν δύτες, ανάμεσα στα θύματα είναι πολλές γυναίκες και παιδιά.
Η Κοριέρε τονίζει ότι οι νεκροί μπορεί να ξεπεράσουν τους 300, ενώ η Λα Ρεπούμπλικα έγραψε ότι «τουλάχιστον τρία αλιευτικά είδαν τους μετανάστες να πνίγονται και δεν σταμάτησαν για να προσφέρουν βοήθεια», όπως επιβεβαίωσαν διασωθέντες. Τα θύματα κατάγονταν όλα από τη Σομαλία και την Ερυθραία.
Μέχρι χθες βράδυ είχαν ανασυρθεί ενενήντα τέσσερα πτώματα εκ των οποίων δυο έγκυες γυναίκες.
Ο Ιταλός πρωθυπουργός Ενρίκο Λέτα συγκάλεσε έκτακτο υπουργικό συμβούλιο, ενώ κήρυξε την αυριανή ημέρα εθνικού πένθους.
Σε ένδειξη πένθους για το ναυάγιο οι πέντε κεντροδεξιοί υπουργοί που μετέχουν στην κυβέρνηση ανέβαλαν προγραμματισμένη συνέντευξη Τύπου στην οποία θα εξηγούσαν γιατί διαφοροποιήθηκαν από τη γραμμή του Μπερλουσκόνι. «Είμαστε όλοι θύματα, εκόντες άκοντες, της παγκοσμιοποίησης της αδιαφορίας, την οποία ο πάπας Φραγκίσκος κατήγγειλε με τόση έμφαση, από την Λαμπεντούζα ακριβώς», έγραψε σε μήνυμά της η κα Μπολντρίνι.
Σύμφωνα με τον ιταλικό Τύπο, από το 1994 μέχρι σήμερα στα νότια της Σικελίας έχουν χάσει την ζωή τους 6.200 άνθρωποι, ενώ 4.790 συμπεριλαμβάνονται επισήμως στον κατάλογο των αγνοουμένων.