Κανείς δεν ενδιαφέρεται για τα δωρεάν.
Οδυσσέας Ελύτης
Την ποίηση την βρίσκεις. Αν την βρεις. Κι αν είσαι έτοιμος. Κι αν σου μιλήσει, κι αν αντιληφθείς τη γλώσσα της, τις λέξεις της.
Κι αν καταλάβεις, και τι θα καταλάβεις.
Και μπορεί να σου αποκαλύψει το κρύφιο, το ομιχλώδες, το λαβυρινθωδες, το διφορούμενο, το ασαφές.
Μπορεί και να σου αποκαλύψει το μη υπάρχον.
Μπορεί να βρεθείς μπροστά σε μία νέα “κατασκευή”. Εσύ και αυτή.
Την ποίηση τη βρίσκεις. Μπορεί ναι μπορεί και όχι.
Αλλά κάποιο “πρακτικό πνεύμα” της εποχής μας, σκέφτηκε ότι η θέση του Μονογραμματος του Οδυσσέα Ελύτη είναι σε ένα παγκάκι, σε ένα κάθισμα στην αίθουσα αναμονής του αεροδρομίου Ελ. Βενιζέλος.
Διότι σου λέει αφού δεν την βρίσκεις την ποίηση θα έρθει να σε βρει αυτή.
Θέλεις δεν θέλεις. Υποχρεωτικά.
Δεν ξέρει ότι αν κάποιος πάρει κατά λάθος τον σωστό δρόμο στο τέλος θα χαθεί.
Οχι ρε φίλε δεν θέλω ηλεκτρική σκούπα και δεν χρειάζομαι επομένως τις “οδηγίες χρήσεως”.
Καημένε Ελυτη τι σου ’μελλε να πάθεις. Ας πρόσεχες .
Τι γίνεται από τη γέννηση ενός ανθρώπου μέχρι την ενηλικίωσή του, αυτός έχει τη μικρότερη ευθύνη. Οι επιλογές του μπορεί να είναι των γονιών του απωθημένα, επιθυμίες, στερεότυπα, ιδιοτροπίες, πράξεις επιβολής και πράξεις εξουσίας, η συγκυρίες ή οτιδήποτε άλλο
Αλλά πώς φεύγεις, έχεις την αποκλειστική ευθύνη. Πώς προστατεύεσαι και πώς προστατεύεις και τους άλλους από την ασχήμια.
Τι είναι τα ποιήματα; Πώς αιματώνονται στα παγκάκια ενός αεροδρομίου; Τουλάχιστον να τα έκλεβε κανεις… να γλύτωναν.
Μία μεταθανάτια απάντηση του Ελύτη πώς θα την έχουμε; Αφειδώλευτα να σκορπίζεται, αλλά ο ίδιος. Δεν ξέρω τι είναι αυτό που βλέπω. Παραδείσια απόλαυση ή της κόλασης μαρτύριο; Από ποια οπτική γωνία να συναντήσεις το Μονόγραμμα στο κάθισμα αναμονής; Αχ αυτές οι άδειες συναντήσεις οι συναντήσεις της ταχύτητας, του αεροπλάνου.
Τι σχέση έχουν με τον αναστοχασμό; Αν δεις στο δρόμο έναν άνθρωπο να επιβραδύνει το βήμα του, τι τρέχει; Απλώς κάτι σκέφτεται…
Ενδεχομένως το “δυστύχημα της υπάρξεως”. Είναι νωρίς ακόμα μες στον κόσμο αυτόν, με ακούς;
Δεν έχουν εξημερωθεί τα τέρατα με ακούς;
Πλανώνται οι άνθρωποι προς τη γνώση των φανερών μας λέει ο σκοτεινός πρόγονος.
Ξύσε τη σκουριά να φανεί το μέταλλο.
Ξεπέρασε την “καλή πρόθεση” να διαδώσουμε την ποίηση, να δεις την ασχήμια.
Τα φώτα της απογείωσης, μας ψηλώνουν;
Ο εκκωφαντικός θόρυβος επιτρέπει τον ψίθυρο του ποιητή; Το κελάρυσμα του Μονογράμματος;
Το ύψος ναι αλλά και το Ρίζωμα.
Τα μηχανήματα είναι τέλεια αλλά η πιο μικρή άρθρωση του χεριού μου, χλευάζει όλες τις μηχανές μας λέει ο Walt Whitman.