Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024

«Τρίτο σπίτι δεξιά, µετά την πράσινη πόρτα…»

Το… GPS µιας εποχής που οι δρόµοι δεν είχαν ονόµατα ούτε τα σπίτια αριθµούς

 

Πόλεις χτισµένες πάνω στις όχθες ποταµών, κατοικίες σκορπισµένες εκατέρωθεν, στηµένες κατά πώς κληροδότησαν οι αρχαίοι πρόγονοι, συνήθως µε διάταξη δωµατίων προσανατολισµένη σε εσωτερικά αίθρια ή αυλές για να εξασφαλίζεται ο φωτισµός και ο εξαερισµός τους.

Αργότερα υιοθετήθηκε ο προσανατολισµός προς την οδό πρόσβασης και η παράταξη του ενός πλάι στο άλλο.

Στην Αθήνα της Τουρκοκρατίας, οι δρόµοι φέρουν ατύπως το όνοµα του µεγαλύτερου σπιτιού, το οποίο ανήκει στον ευκατάστατο και ισχυρό παράγοντα της πόλης. Η αναζήτηση κάποιας άλλης, µικρότερης, «άσηµης» οικίας, γίνεται µε άξονα τη «διάσηµη». «∆ύο σπίτια πλάι στον τάδε» ή «διαγωνίως απέναντι από του τάδε». Μη υπαρχούσης οικίας, που να αποτελεί σηµείο αναφοράς του δρόµου, ο εντοπισµός γίνεται µε βάση την… περιγραφική ικανότητα αυτού που κατέχει τη γνώση ΚΑΙ της πόλης ΚΑΙ των κατοίκων της. Για παράδειγµα, «α, η οικία του τάδε… προχώρα εµπρός και µόλις δεις ένα σπίτι µε µεγάλη πόρτα, πράσινο τοίχο και χαµηλό µπαλκονάκι, µέτρα το τρίτο στα δεξιά…». Σπαζοκεφαλιά!

«ΟΛΑ ΤΑ ΖΩΑ ΒΟΣΚΟΥΝ ΧΛΩΡΟ ΚΡΙΘΑΡΙ…»
Κατά την πρώτη απογραφή, το 1828 επί Καποδίστρια, η Ελλάδα µετρά 753.400 κατοίκους. Για τον πληθυσµό της Αθήνας δεν υπάρχουν ακριβή στοιχεία. Υπολογίζεται σε «ολίγες χιλιάδες ανθρώπων». Λίγα χρόνια µετά, ο γιατρός, λόγιος χρονικογράφος της εποχής, στενός συνεργάτης του Ι. Καποδίστρια, Α. Παπαδόπουλος – Βρεττός θα περιγράψει: «Εν έτει 1834 αι Αθήναι εκηρύχθησαν πρωτεύουσα του νέου βασιλείου αλλ΄ η … περίδοξος αύτη πόλις ήτο τότε κωµόπολις ελεεινή […] εις καλύβας έζων επισεσωρευµένοι οι µεν επί των δε, τετρακισχίλιοι µόλις κάτοικοι. (Την πόλιν) διέσχιζον οδοί στενοί και ρυπαροί, έλη ανέδιδον πανταχού αναθυµιάσεις δηλητηριώδεις και εφαίνοντο ολίγα ξηρά δένδρα…».
∆ιόλου ειδυλλιακό το τοπίο της νεότευκτης πρωτεύουσας, όπου πρέπει να εγκατασταθεί το παλάτι µε την αυλή του, υπουργοί, υπάλληλοι, αρχεία και ό,τι άλλο προέρχεται από το Ναύπλιο. Έξω από τον βασικό πυρήνα της πόλης, που περιορίζεται πέριξ του βράχου της Ακροπόλεως, η φύση οργιάζει. Σε επιστολή της προς τον πατέρα της, στις 10 Απριλίου του 1838, η βασίλισσα Αµαλία αναφέρει: «Πρέπει να σου πω πόσο ζωντανή είναι αυτή την εποχή η περιοχή γύρω από την Αθήνα. Όλα τα ζώα βόσκουν τώρα χλωρό κριθάρι. Ολόκληρη η πόλη είναι περιτριγυρισµένη από χωράφια µε σπαρτά, που της δίνουν µία πολύ γραφική όψη».
Νωρίτερα, σε άλλη επιστολή της προς τον πατέρα της (28η Φεβρουαρίου/11η Μαρτίου) η Αµαλία αποδίδει την -κατά τα λοιπά όµορφη- Αθήνα ως περίπου χωριουδάκι µε κακοτράχαλους δρόµους, που για να τους περπατήσεις «σκίζεις κάθε φορά κι από ένα ζευγάρι µπότες» αλλά η ίδια την περιδιαβάζει καβάλα στο αγαπηµένο της άλογο, τον Ζεϊράµ, που «όταν φτάνει σε απότοµες κατηφόρες ή όταν πρέπει να περάσει από δρόµους µε πέτρες ή πολύ στενούς, δοκιµάζει πρώτα και µετά πατάει».
Πρώτο µέληµα του Όθωνα, λοιπόν, είναι ο καθαρισµός των υπαρχόντων δρόµων από τα υπολείµµατα βράχων και η διάνοιξη άλλων, που θα διευκολύνουν τη µετακίνηση των πολιτών, οι οποίοι αυξάνονται µε σταθερό ρυθµό, καθιστώντας πλέον απαραίτητες τις βασικές υποδοµές της νέας πρωτεύουσας. Η πόλη απλώνεται, κατεστραµµένα σπίτια αποκαθίστανται, νέα χτίζονται, το παλάτι στον λόφο της Μπουµπουνίστρας (πλατεία Συντάγµατος) έχει θεµελιωθεί και υψώνεται µε γοργούς ρυθµούς. Οι δρόµοι πρέπει να ονοµατιστούν επίσηµα και τα σπίτια να αριθµηθούν. Την αρχή κάνουν οι αρχιτέκτονες Κλεάνθης και Σάουµπερτ στους οποίους ανατίθεται το δύσκολο έργο της ρυµοτόµησης. Χαράζουν και ονοµατίζουν τους πρώτους 24 δρόµους της πρωτεύουσας. Για αρχή, το ένδοξο αρχαιοελληνικό παρελθόν αποτελεί µία πλούσια δεξαµενή ονοµάτων (Ερµού, Αθηνάς κ.α.). Η καρδιά της πόλης χτυπά στην Ακρόπολη, στα ριζά της οποίας, άλλωστε, λειτουργεί η αγορά. «Παρά το ωρολόγιον του Κυρρήστου έκειτο η αγορά των ωνίων, τα κρεοπωλεία και το σιτοπάζαρον […] Ένθεν και ένθεν της οδού Πανδρόσου µέχρι του τζαµίου, ην η αγορά των υφασµάτων…» θα περιγράψει γι αυτή την εποχή ο ∆. Καµπούρογλου(ς), ο οποίος θα κάνει και ιδιαίτερη αναφορά στο τζαµί του Μοναστηρακίου και σε δύο σιντριβάνια της περιοχής, που προσδιορίζουν τη θέση οικοπέδων και επιχειρήσεων σε επίσηµα συµβόλαια του 18ου αι. και για κάµποσα χρόνια µετά: «Καβενές έµπροσθεν του τζαµιού» και «Καβενές εις το επάνω σιντριβάνι»…
Μοιραία το νευραλγικότερο κοµµάτι της Αθήνας χαράζεται και αναπτύσσεται ακτινωτά του βράχου. Η οδός Τριπόδων έχει κληροδοτηθεί από την αρχαιότητα και η επίσηµη ονοµατοθεσία της είναι θέµα τυπικό. Η Αδριανού που αποτελεί τον κύριο δρόµο της αγοράς παίρνει µεγάλη αξία. Εδώ ο πήχης γης φτάνει και τις 10 δραχµές, σε αντίθεση, ας πούµε, µε την επίσης νεότευκτη οδό Σταδίου, που δεν έχει πάρει ακόµα τα πάνω της και όπου η αξία της γης µόλις που αγγίζει τις 2 δραχµές (πήχης). Μάλιστα, µε την χάραξη του πολεοδοµικού σχεδίου, που προβλέπει απαλλοτρίωση κάποιων οικοπέδων στα όρια της αγοράς, αρκετοί από τους ιδιοκτήτες αποζηµιώνονται µε την παραχώρηση εκτάσεων στην οδό Σταδίου. «Και πού νοµίζετε ότι τους παραχώρησαν οικόπεδα; Πλησίον του ρέµατος του Σταδίου!» δηµοσιεύει δηκτικά η εφηµερίδα της εποχής «Αιών»… Σταδίου, Πανεπιστηµίου και ασφαλώς, Οµόνοια (πλατεία Όθωνος αυτή την εποχή), θεωρούνται εκτός ορίων πόλεως. Η διάνοιξη τους καθυστερεί. Η ελπίδα να χτιστεί εδώ, στην Οµόνοια, το παλάτι και να δοθεί αξία στην περιοχή, εξανεµίσθηκε τη στιγµή, που πάρθηκε η απόφαση για ανέγερσή του στη Μπουµπουνίστρα. Τα βουστάσια και οι στάνες των αιγοπροβάτων, που περιβάλλουν την πλατεία Όθωνος θα καθυστερήσουν να αποµακρυνθούν και το µπάζωµα των ρεµάτων, που την κυκλώνουν (3ης Σεπτεµβρίου, Στουρνάρη, Πανεπιστηµίου) θα αργήσει καµµία 20ετία. Άλλωστε, εδώ στην αρχή του ρέµατος της 3ης Σεπτεµβρίου ξεφορτώνουν τα σκουπίδια της πόλης τα κάρα του δήµου. Με µία καλή βροχή, το ρέµα κατεβάζει νερό και τα αποµακρύνει…

ΕΙΣ ΑΝΑΖΗΤΗΣΙΝ ΝΟΝΟΥ…
Αρκετά από τα ονόµατα, που δίνει στους δρόµους το δίδυµο των αρχιτεκτόνων, θα διατηρηθούν. Θα περάσουν, ωστόσο, κάµποσα χρόνια έως ότου οµαλοποιηθεί η κατάσταση της ονοµατοθεσίας. Στην πραγµατικότητα, εκείνος που θα τα… βρει σκούρα, θα είναι πρώτος δήµαρχος της Αθήνας µετά την ολοκλήρωση του πολεοδοµικού σχεδιασµού, ο ∆ηµήτριος Καλλιφρονάς. Στις 18 Μαρτίου του 1839, η εφηµερίδα «Ταχύπτερος Φήµη» του «εκ Τριπόλεως Ν. Παπαδοπούλου» δηµοσιεύει: «ο ∆. Καλλιφρονάς εζήτησεν από δηµότην Αθηναίον να ονοµάση όλας τας οδούς της πόλεως (συνολικά 32) µε ονόµατα καταλληλότερα προς την αρχαίαν πόλιν των Αθηνών». Ουδείς θα πληροφορηθεί τα στοιχεία του επιλεγµένου «νονού» των αθηναϊκών δρόµων. Το δηµοσίευµα, όµως, αναφέρει ότι το σκεπτικό του δηµάρχου είναι ότι αφού η Αθήνα διατηρεί το αρχαίο της όνοµα, δίκαιο και σωστό θα είναι, για τους δρόµους της να προταθούν αντίστοιχα αρχαία ονόµατα. Προκύπτουν, ωστόσο, και λανθασµένες αποφάσεις, που όταν διαπιστώνεται η στρέβλωση, είναι πλέον αργά να αλλάξουν. Για παράδειγµα, ένας από τους παλαιότερους δρόµους της πόλης, η Αιόλου, έχει βαπτισθεί µε µπούσουλα ένα λανθασµένο συµπέρασµα. Το «Ωρολόγιον Ανδρονίκου του Κυρρήστου» (Αέρηδες), υδραυλικό ρολόι και ανεµοδείκτης, που βρίσκεται επί του συγκεκριµένου δρόµου, θεωρήθηκε βωµός αφιερωµένος στον θεό Αίολο και έτσι ο θεός έγινε ο… νονός της οδού. Όταν όµως διαπιστώθηκε το λάθος, ουδείς τόλµησε να αλλάξει το όνοµα του δρόµου για να µην προκληθεί σύγχυση σε υπηρεσίες και πολίτες που το είχαν ήδη καθιερώσει. Αντίστοιχα, ωστόσο, λάθη διαπιστώνονται σε µικρότερους δρόµους και εκεί η µετονοµασία τους περνά… «αναίµακτα». Π.χ., η οδός Πτολεµαίου, που αρχικά πήρε το όνοµά της από κοντινό κτίσµα, που εθεωρείτο σχολή του Πτολεµαίου, µετονοµάστηκε σε Αττάλου, αφού η αρχαιολογική σκαπάνη απέδειξε ότι το περί ου ο λόγος κτίσµα ήταν τελικά η Στοά του Αττάλου.
Πάντως, από την απόκριση του άγνωστου «νονού» στο αίτηµα του Καλλιφρονά υιοθετούνται ελάχιστες ονοµασίες, αλλά στην πορεία θα βρεθεί ο τρόπος το ζητούµενο των ονοµάτων να µετατεθεί σε άλλον φορέα και να απαλλάξει από τον πονοκέφαλο τον δήµαρχο και κάθε επόµενο δήµαρχο.
Στα µέσα του 19ου , όταν το ζήτηµα της ονοµατοθεσίας όλων ανεξαιρέτως των δρόµων, πολλοί από τους οποίους έχουν ήδη αρχίσει να καθαρίζονται και να δίδονται προς χρήση, καθίσταται επιτακτική ανάγκη. ∆εν είναι δυνατόν, σε µία νέα πρωτεύουσα την οποία ο πολιτειακός της ηγέτης, βασιλεύς, οραµατίζεται ως «πόλη ευρωπαϊκών προδιαγραφών», ο ξένος επισκέπτης να αδυνατεί -ελλείψει οδών και αριθµών- να εντοπίσει την οικία που αναζητά! Έτσι, το σηµαντικό θέµα της ονοµατοθεσίας 168 οδών και 13 αθηναϊκών πλατειών ανατίθεται αρχικά σε 6µελή επιτροπή δηµοτικών συµβούλων, µεταξύ των οποίων οι Αλ. Ραγκαβής και Παν. Κυριακός. Εκτός των ονοµάτων που δίδει στους δρόµους και τις πλατείες, η επιτροπή χωρίζει χονδρικά την πόλη και σε τέσσερις τοµείς, χωρίς να τους ονοµατίζει. Τον Απρίλιο του 1852 φτάνει στο υπουργείο Εσωτερικών έγγραφο του νοµάρχη Αττικής και Βοιωτίας υπό τον τίτλο «Περί αποστολής καταλόγου της ονοµατοθεσίας των οδών της πόλεως Αθηνών».
Αυτή η ονοµατοθεσία ανοίγει τον δρόµο και για την αρίθµηση των οικοπέδων, που αποτελεί τον µόνιµο εφιάλτη των πάντων, διότι, βλέπεις, αυτά είναι αριθµηµένα µε τρόπο αδιανόητο. Η πρώτη αρίθµηση των ανεγειρόµενων κατοικιών δεν έγινε ανά δρόµο, αλλά σε σύνολο πόλης. ∆ηλαδή, αν ένα ακίνητο στην Πλάκα έφερε π.χ. τον αριθµό 100, το επόµενο ακίνητο, που µπορεί να χτίστηκε στην οδό Σταδίου έφερε τον αριθµό 101! Οι ξένοι όργωναν την πόλη για να εντοπίσουν ένα αριθµηµένο ακίνητο, οι κλητήρες ξέµεναν µε κοινοποιήσεις στα χέρια, αφού ήταν αδύνατο να εντοπίσουν τους παραλήπτες τους, στα δικαστήρια φούντωναν διαµάχες για την αρίθµηση και η αστυνοµία ήλεγχε «στον γάµο του καραγκιόζη»…Επιβεβληµένη η σωστή αρίθµηση των κατοικιών, γράφει η µία εφηµερίδα, «απορούµεν πώς η αστυνοµία µέχρι τούδε δεν ενησκολήθη εις το σπουδαίον τούτο αντικείµενον» συµπληρώνει η άλλη. Στο δεύτερο µισό του 19ου αι. στην Αθήνα υπάρχουν ακίνητα µε αριθµό 1.000!
Το 1887 υιοθετείται επιτέλους το σύστηµα της αρίθµησης ανά δρόµο, µε τη ∆ιεύθυνση της Αστυνοµίας Αθηνών να αναλαµβάνει την παραγγελία των σχετικών πινακίδων, αντί κόστους 3.000 δραχµών, όπως αποκαλύπτει δηµοσίευµα της Νέας Εφηµερίδος. Η αρίθµηση των ακινήτων ξεκινά από το Σύνταγµα και κατεβαίνει την οδό Σταδίου. Αριστερά θα τοποθετηθούν οι περιττοί αριθµοί και δεξιά οι άρτιοι. Στους κάθετους δρόµους η αρίθµηση θα ξεκινά από τη δύση προς την ανατολή και θα εξελίσσεται µε το ίδιο σύστηµα περιττών και αρτίων. Στο ίδιο δηµοσίευµα η Νέα Εφηµερίς σηµειώνει ότι οι πινακίδες θα είναι «κυαναί µετά λευκής γραµµής πέριξ, λευκοί δε και οι αριθµοί».
Το 1848 η επίσηµη απογραφή δίνει ως πληθυσµό της Αθήνας 26.256 κατοίκους, σε οκτώ χρόνια (1858) 33.436 και σε µόλις τρία χρόνια (1861) η πόλη µετρά 43.374 ανθρώπους! ∆εν είναι πια µία κωµόπολη των «ολίγων χιλιάδων», αλλά µία µεγαλούπολη της οποίας ο πληθυσµός βαίνει σταθερά αυξανόµενος και απαιτητικότερος από τις υποδοµές που αυτή διαθέτει. Η ανάγκη για ακριβέστερο χωροταξικό προσδιορισµό διογκώνεται. ∆εν περνά µέρα, που να µην φιλοξενείται στις εφηµερίδες ένα σχετικό δηµοσίευµα. Η προϋπάρχουσα επιτροπή ονοµατοθεσίας λειτουργεί, αλλά κάπως ερασιτεχνικά. Στην πραγµατικότητα, επιλαµβάνεται σε προτάσεις µετονοµασίας οδών κυρίως όταν αυτές είναι κακόηχες. Ωστόσο, όσο η πόλη απλώνεται µε τον πληθυσµό της να πυκνώνει και να δηµιουργεί νέες γειτονιές, τόσο περισσότερες συγχύσεις προκαλούνται από την παλιά µέθοδο της αρίθµησης των δρόµων.

…ΟΙ ΚΑΤΑΙΣΧΥΝΟΥΣΑΙ ΤΗ ΜΕΓΑΛΟΠΡΕΠΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗΝ ΓΛΩΣΣΑΝ ΟΝΟΜΑΣΙΑΙ…
Το 1884 ορίζεται µία άλλη, νέα επιτροπή ονοµατοθεσίας αποτελούµενη από µόλις δύο άτοµα, τον υφηγητή Ελληνικής Μυθολογίας στο πανεπιστήµιο Αθηνών Νικόλαο Πολίτη και τον διδάκτορα της Φιλοσοφικής στο ίδιο ίδρυµα Μιχαήλ Λάµπρο. Οι δυο τους επισηµαίνουν προς το ∆ηµοτικό Συµβούλιο ότι πλέον δουλειά δεν γίνεται µε την παλιά τακτική και προτείνουν η πόλη να διαιρεθεί σε πολλά τµήµατα, τα οποία θα φέρουν το καθένα το δικό του αρχαιοελληνικό όνοµα, όπως π.χ. Άγρα, Κυνόσαργες, Πινακωτά, Σχιστός κ.α. και των οποίων τα ακίνητα θα φέρουν ξεχωριστή αρίθµηση. Η πρόταση των δύο επιστηµόνων βρίσκει ευήκοα ώτα 20 χρόνια µετά (!) όταν στον δηµαρχιακό θώκο βρίσκεται ο Σπυρίδων Μερκούρης, ο οποίος ασχολείται συστηµατικά µε τη ρυµοτοµία της πόλης και την ονοµατοθεσία και αρίθµηση των δρόµων της. Το 1905, Πολίτης και αυτή τη φορά Σπυρίδων Λάµπρος (αδελφός του Μιχαήλ), πρύτανης του Εθνικού Πανεπιστηµίου, ενεργοποιούν την από ετών «παγωµένη» πρόταση για µετονοµασία των δρόµων, που φέρουν κακόηχα ονόµατα και φυσικά, για διαίρεση της πόλης σε πολλά τµήµατα.
Το δύσκολο έργο της κατάτµησης σε συνοικίες και της ονοµασίας τους αναλαµβάνει ο νοµοµηχανικός Αθανάσιος Γεωργιάδης -επιστήµονας µε βαθιά γνώση της πολεοδοµίας, αλλά και της ιστορίας και των υποδοµών της πόλης- ο οποίος, στην έκθεσή του κάνει αναφορά σε ονοµασίες περιοχών «χυδαιόταται και καταισχύνουσαι τη µεγαλοπρεπή ελληνικήν γλώσσαν»… Ο Γεωργιάδης υπονοεί το Χεζολίθαρο, τα Κατσικάδικα, την Κασσίδα, το Βαθρακονήσι και άλλα τέτοια… ευφάνταστα ονόµατα. Καταδικάζει το γεγονός ότι αυτά έγιναν αποδεκτά από τις αρµόδιες Αρχές και διατυπώνει τον φόβο µην τυχόν και εξαιτίας της ραθυµίας του ∆ηµοσίου αντέξουν στον χρόνο και καθιερωθούν.
Το 1908 το ∆ηµοτικό Συµβούλιο αποδέχεται την εισήγηση του δηµάρχου Μερκούρη, στηριγµένη στη µελέτη Γεωργιάδη, για ορθολογική διαίρεση της πόλης σε τέσσερα τµήµατα αντίστοιχα µε τα σηµεία του ορίζοντα και µε υπαγωγή σε καθένα από αυτά ενός αριθµού συνοικιών, καθώς και τις εξής µετονοµασίες περιοχών: 1. Σταδίου και Ιλισσού από Βατραχονήσι 2. Αρδηττού από Παντρεµενάδικα 3. Υµηττού από Γούβα και Παγκράτι 4. Μητροπόλεως και Λυσικράτους από Πλάκα 5. Κυνοσάργους και Αλωπεκής από ∆ουργούτι 6. ∆ιονύσου και Φιλοπάππου από Γαργαρέτα 7. Μελίτης και Βαράθρου από Πετράλωνα 8. Πεδίον Άρεως από Πυθαράδικα 9. Νέα Αγορά από Ψυρρή 10. Κεραµικού Έξω από Γκαζοχώρι 11. Αχαρνών από Κασσίδη 12. Ακαδηµία Πλάτωνος από Χεζολίθαρο 13. Ιερά Οδός από Ελαιοτριβεία και 14. Αγίου ∆ιονυσίου Αρεοπαγίτου και Ευαγγελισµός από Κολωνάκι.
Το 1921 η Επιτροπή Ονοµατοθεσίας καλείται να επέµβει. Η πόλη πλέον έχει παραµεγαλώσει και έχουν διανοιχθεί εκατοντάδες δρόµοι, που παραµένουν αβάπτιστοι. Ο δηµαρχεύων Γεώργιος Τσόχας συστήνει την Επιτροπή Ονοµατοθεσίας των Ανωνύµων Οδών της Αθήνας, αλλά οι συγκυρίες είναι ιστορικές και δεν αφήνουν ασυγκίνητα τα µέλη της. Αυτή την εποχή, ο ελληνικός στρατός καταγράφει επιτυχίες στο µέτωπο της Μικρασίας και το κλίµα ευφορίας στη χώρα, και δη στην πρωτεύουσα, δεν κρύβεται. ∆ηλώνοντας ότι ικανοποιούν την πανελλήνια επιθυµία και απαίτηση, τα µέλη της Επιτροπής προβαίνουν στην ονοµατοθεσία λεωφόρων, πλατειών και οδών της πόλης, «αίτινες φέρουσιν ονόµατα στερούµενα πάσης εθνικής και ιστορικής σηµασίας»…
Μετά τη µικρασιατική καταστροφή και τον ερχοµό των προσφύγων, ο χάρτης της πόλης µοιραία θα τροποποιηθεί και πάλι. Στις παλιές συνοικίες θα προστεθούν αρκετές ακόµη µεγάλες και µικρότερες, όπως ο Βύρωνα, η Καισαριανή, τα Κάτω Πετράλωνα, η Αλυσίδα, η Κυπριάδου και η Νέα Σµύρνη. Επιπλέον, θα «βαφτιστούν» οι ανώνυµοι δρόµοι και κάποιοι άλλοι θα φέρουν ονόµατα, των οποίων η σηµαντικότητα θα αµφισβητηθεί. Ορισµένοι θα αναβαπτισθούν, αλλά ακόµα κι αν «η κυανή πινακίς» στις διασταυρώσεις θα αποτελεί µάρτυρα της µετονοµασίας τους, αυτοί ουδέποτε θα αναφερθούν µε το νέο τους όνοµα, γιατί βλέπεις, ο εθισµός είναι ισχυρότερος από τις ιστορικές ή άλλες επιταγές.

ΠΗΓΗ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΚΑΙ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΩΝ
-Οι Συνοικίες των Αθηνών, Ελ. Γ. Σκιαδά (Εκδ. ΜΕΝΑΝ∆ΡΟΣ), Αθήνα 2018
-Εν Αθήναις, κάποτε…, ∆. Β. Ηλιόπουλου (Εκδ. Ελληνικά Γράµµατα),
Αθήνα 2000
-Ιστορία των Αθηνών (1400-1800), Θ. Φιλαδελφέως (Εκδ. ∆. Ν. Καραβία),
Αθήνα 1902
-Ανέκδοτες επιστολές της βασίλισσας Αµαλίας στον πατέρα της, 1836-1853,
µεταγραφή/εισαγωγή/µετάφραση/σηµειώσεις Β. Μπουσέ-Μ. Μπουσέ (Εκδ.
ΕΣΤΙΑ), Αθήνα 2011
-Ιστορία των Αθηναίων, ∆. Γέροντα (Εκδ. ΠΑΛΜΟΣ), Αθήνα 1995


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Εντός εκτός και επί τα αυτά

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα