Υπάρχει αποφασιστικότητα από όλες τις πλευρές να τελειώσουν όλα στις 21 Ιουνίου, δήλωσε την Πέμπτη ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος, αναφέροντας τα επόμενα ορόσημα έως την έξοδο από το πρόγραμμα. Σύμφωνα με τον υπουργό, στις 14 Μαΐου θα επιστρέψουν στην Αθήνα οι επικεφαλής των κλιμακίων των θεσμών, στο Eurogroup στις 24 του μηνός να υπάρξει «συμφωνία σε τεχνικό επίπεδο» (staff level agreement) και στο Eurogroup στις 21 Ιουνίου να έχει κλείσει η δ’ αξιολόγηση. Θα έχουν μείνει, είπε, τα άλλα δύο κομμάτια, το είδος της μεταμνημονιακής παρακολούθησης και το χρέος, αλλά πρόσθεσε ότι «όσο πιο γρήγορα τελειώσουμε, τόσο καλύτερα». Ανέφερε δε χαριτολογώντας ότι «θέλουμε να αποφύγουμε το ευρωπαϊκό στιλ, αν βγαίναμε (από το πρόγραμμα) στις 28 Αυγούστου, θα τελειώναμε στις 5 το πρωί της ίδιας ημέρας».
Μιλώντας στον ραδιοσταθμό «Στο Κόκκινο», ο υπουργός Οικονομικών είπε για το «ολιστικό αναπτυξιακό σχέδιο» ότι πρέπει «να είναι αξιόπιστο σε ξένους και ντόπιους». Έφερε ως παραδείγματα για το εσωτερικό της χώρας, την αύξηση του κατώτατου μισθού, τις συλλογικές διαπραγματεύσεις και το κοινωνικό πρόγραμμα σε σχολεία και νοσοκομεία. «Η ανάπτυξη δεν θα είναι μόνο για αυτούς που κέρδισαν από την ύφεση», δήλωσε χαρακτηριστικά, επισημαίνοντας επίσης, «να συμμετέχει η κοινωνία σε όποια κέρδη υπάρχουν». Ενώ αναφερόμενος στις μεταρρυθμίσεις, σε αυτές ενέταξε, μεταξύ άλλων, την ενίσχυση του επενδυτικού κλίματος, την ταχύτερη απονομή της δικαιοσύνης και την αντιμετώπιση της γραφειοκρατίας.
Για τη μετά το πρόγραμμα εποχή και το είδος της εποπτείας, ο κ. Τσακαλώτος έκανε λόγο για «τρομερή διαστρέβλωση με σκοπιμότητα» όσων ανέφερε για 3- 4 επισκέψεις των θεσμών στη χώρα. «Δεν θα υπάρχουν προαπαιτούμενα», είπε, προσθέτοντας πως «δεν θα υπάρχει μια κατάσταση Α που θα υπάρχει επιτήρηση και μετά μια κατάσταση Β χωρίς καθόλου επιτήρηση. Αυτό πάντα το λέγαμε». Δήλωσε ότι για την Ελλάδα η παρακολούθηση «ίσως να είναι λίγο πιο αυξημένη». Εξήγησε δε πως «στο πρόγραμμα έχεις επιτήρηση στόχων και μέσων. Οι θεσμοί θα έχουν λόγο για κάποιες μεγάλες μεταρρυθμίσεις (π.χ. πώς η ΑΑΔΕ να μην γίνει μη ανεξάρτητη), αλλά στο πώς θα φτάσεις στο 3,5% του ΑΕΠ και μετά στο 2% του ΑΕΠ δεν θα έχουν μεγάλο λόγο. Εμείς θα έχουμε μεγαλύτερο λόγο στα μέσα, οι στόχοι είναι αυτοί που είναι». Είπε μάλιστα χαριτολογώντας ότι «τα ίδια έχω ακούσει και από τον Αλέξη, με ίσως καλύτερα ελληνικά».
Ερωτηθείς για το εάν θα αλλάξουν οι στόχοι για τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα, απάντησε ότι «πρέπει πρώτα να δούμε τον τρόπο που θα βγούμε από το μνημόνιο και τη σκληρή επιτήρηση, τι θα πάρουμε για το χρέος και πού «θα κάτσει η μπίλια» στην ατζέντα Μακρόν.
Ειδικά για το χρέος, ο υπουργός Οικονομικών δήλωσε ότι ήδη τα βραχυπρόθεσμα μέτρα («κλείδωμα» επιτοκίων σημαντικού τμήματος του χρέους σε χαμηλά σταθερά) έχουν αποδώσει πολύ περισσότερο από ό,τι αναμένονταν. Τα μεσοπρόθεσμα αφορούν στην εξαγορά (από τον ESM) του ακριβού χρέους προς το ΔΝΤ και την επιμήκυνση στις λήξεις των ομολόγων και υπάρχει και ο «γαλλικός μηχανισμός» για τη σύνδεση της επιμήκυνσης με την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας. «Η διαφωνία», πρόσθεσε, «είναι ότι οι Γερμανοί θέλουν να είναι υπό όρους η σύνδεση. Αυτό, κατά την άποψή μου και κατά την άποψη των τεσσάρων θεσμών, είναι εναντίον της απόφασης του Eurogroup για τη διευθέτηση του χρέους». Επίσης, το ΔΝΤ δεν επιθυμεί να υπάρχουν όροι. «Αυτά που θα πάρουμε πρέπει να μετατρέψουν την Ελλάδα από μοναδική υπερχρεωμένη χώρα σε υπερχρεωμένη όπως άλλες χώρες, η Ιταλία, η Ισπανία, η Πορτογαλία, που δανείζονται χαμηλά».
Στην ερώτηση εάν η κυβέρνηση θέλει να συμμετάσχει εκ νέου το ΔΝΤ στο «ελληνικό ζήτημα», ο υπουργός υπενθύμισε τις αποτυχημένες προβλέψεις του Ταμείου και συμπλήρωσε ότι «το ΔΝΤ μπορεί να βοηθήσει να πάρουμε περισσότερα για το χρέος, μπορεί να θεωρήσει ότι δεν παίρνουμε πολλά και να φύγει. Εμείς αυτήν τη στιγμή δεν παίρνουμε θέση». Είπε επίσης ότι «ένας από τους λόγους που είμαι αισιόδοξος, είναι ότι το ΔΝΤ θέλει να συμμετέχει στο πρόγραμμα πιο πολύ από ό,τι “καίγονται” οι Ευρωπαίοι. Και αυτή είναι η αισιοδοξία ότι το ΔΝΤ δεν θα μπορεί να επιβάλλει παράλογα πράγματα».
Ο υπουργός άφησε ανοικτό να ζητηθεί από την κυβέρνηση να μην εφαρμοστεί η (ψηφισμένη) περικοπή των συντάξεων το 2019, λέγοντας πως «η θέση της κυβέρνησης είναι ότι δεν είναι ώρα για αυτήν τη συζήτηση. Κάθε πράγμα στην ώρα του. Να κλείσει η δ’ αξιολόγηση, το είδος της παρακολούθησης και το χρέος, και μετά θα το δούμε». Πρόσθεσε δε ότι «ούτε εμείς το ζητήσαμε, ούτε κανένας άλλος» να ανασταλεί η εφαρμογή του μέτρου κατά ένα εξάμηνο. Ενώ για τα 88 προαπαιτούμενα της δ’ αξιολόγησης, δήλωσε ότι υπάρχουν κάποια με τεχνικές δυσκολίες που μπορεί να καθυστερήσουν, «αλλά αυτό καμία σχέση δεν έχει με παράταση του μνημονίου».
Ερωτηθείς πώς θα πεισθεί ένας ψηφοφόρος να ψηφίσει ΣΥΡΙΖΑ, είπε ότι οι ψηφοφόροι πρέπει να κρίνουν ποιό μπλοκ δυνάμεων μπορεί να διανείμει τα οφέλη σε μεγαλύτερο τμήμα της κοινωνίας. Ανέφερε ότι εκτός μνημονίου ο ΣΥΡΙΖΑ έχει προτεραιότητες (σε αντίθεση με τη ΝΔ) την αύξηση του κατώτατου μισθού, τις συλλογικές συμβάσεις, την ενίσχυση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και την καταπολέμηση του πελατειακού κράτους. Ειδικά για την εξαγγελία της ΝΔ για ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, ο υπουργός δήλωσε πως αυτό ήδη υπάρχει. «Η νεοφιλελεύθερη άποψη λέει “κόψτε όλα τα άλλα επιδόματα και βάλτε τα στο ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα”. Εμείς λέμε ότι χρειάζεται το κοινωνικό εισόδημα αλληλεγγύης, αλλά δεν μπορεί να αντικαταστήσει όλα τα άλλα επιδόματα (π.χ. τέκνων)», πρόσθεσε.
Σχετικά με τον χρόνο των βουλευτικών εκλογών, ο κ. Τσακαλώτος ανέφερε χαρακτηριστικά «είμαι υπέρ του όσο πιο αργά, τόσο καλύτερα. Το 2019 θα έχουμε μεγαλύτερη απασχόληση, μεγαλύτερη ανάπτυξη από ό,τι το 2017 και το 2018. Ο μόνος φόβος μου είναι μήπως η ΝΔ αλλάξει αρχηγό, που θα ήταν ένας λόγος για να πας νωρίτερα. Αλλά ελπίζω ότι δεν θα τον αλλάξει έως το τέλος». Σχολίασε δε ειρωνικά το αίτημα του Κινήματος Αλλαγής για πρόωρες εκλογές άμεσα, λέγοντας «πήραμε κάποιο ποτάκι και είπαμε να πούμε κάτι». Σε ερώτηση για τη συγκυβέρνηση με τους ΑΝΕΛ και το πότε θα τερματιστεί, είπε ότι «είναι βαθιές οι ιδεολογικές διαφορές, το δέχονται και οι δύο πλευρές». Και συνέχισε λέγοντας πως «η τραγωδία είναι πόσο λίγο έχει αλλάξει η σοσιαλδημοκρατία στην Ελλάδα. Πρέπει να κάνει την υπέρβαση και να αναλύσει πού μπορεί να πάει. Για τις ανακατατάξεις που χρειάζονται, η Ευρώπη είναι πιο μπροστά και αυτό είναι ανησυχητικό για την Ελλάδα».
Για το εάν υπάρχουν διαφωνίες με τον πρωθυπουργό, ο υπουργός είπε ότι το θέμα αυτό «είναι το αγαπημένο σπορ. Το έχει διαψεύσει το γραφείο του Αλέξη καμιά 40ριά φορές, το έχω διαψεύσει και εγώ άλλες σαράντα φορές, τι άλλο να κάνει κάποιος σε αυτήν την περίπτωση;». Τέλος, για την άποψή του για τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, ζήτησε να γίνει μια μεγάλη συζήτηση σε επίπεδο κοινωνίας, επαναλαμβάνοντας τη θέση του ότι «αυτό που είναι δυσάρεστο και θυμίζει Λατινική Αμερική είναι ότι στην πρώτη σελίδα δεν υπάρχει ο διαχωρισμός της είδησης από την άποψη».