«∆εν ξέρω αν η οµορφιά µπορεί να σώσει τον κόσµο, αλλά σίγουρα χωρίς την οµορφιά ο κόσµος θα ήταν φτωχότερος. Θα ήταν ένας κόσµος χωρίς φως, χωρίς ελπίδα». Στη νέα της έκθεση ζωγραφικής, η οποία παρουσιάζεται στον Τεχνοχώρο Art Gallery στην Αθήνα, η Τζάνετ Λιοδάκη “αιχµαλωτίζει” στα έργα της την οµορφιά της “Άγριας Κρήτης”.
Πίνακες που αποτυπώνουν το “σκληρό” πρόσωπο της κρητικής γης αλλά συγχρόνως και την οµορφιά που κρύβεται σε αυτό. «Στην “Άγρια Κρήτη” υπάρχει ζωή εκεί που δεν το περιµένει κάνεις, σαν ένδειξη ελπίδας», σηµειώνει µιλώντας στις “διαδροµές” λίγο µετά τα εγκαίνια της έκθεσης. Μία έκθεση που αποτέλεσε αφορµή να µιλήσουµε µαζί της για την αγάπη και το δέος που αισθάνεται παρατηρώντας τη φύση, τη δηµιουργική επιµονή της στις λεπτοµέρειες των θεµάτων που ζωγραφίζει, την οµορφιά που κάνει δίνει ελπίδα, αλλά και τη σχέση της µε την Κρήτη, µε την οποία εξακολουθεί να αισθάνεται ερωτευµένη.
Στα έργα σας που παρουσιάζετε στην έκθεση στην Αθήνα εµπνέεστε από τη φύση της Κρήτης. Τοπία “σκληρά”, “άγρια”, που µοιάζουν “αφιλόξενα” µε µια πρώτη µατιά. Τι σας συγκινεί στην άγρια φύση της Κρήτης;
Βλέποντας την “άγρια” φύση της Κρήτης καταλαβαίνω πόσο σκληρή και δύσκολη είναι η ζωή και για τους ανθρώπους που ζουν εκεί. Με τη µατιά µου, όµως, διακρίνω την οµορφιά, τα απίστευτα σχήµατα και χρώµατα, την καταπληκτική δοµή που έχουν αυτά τα τοπία. Ακόµα κι αυτή η “σκληρή” γη, κρύβει µέσα της ζωή. Ξαφνικά βλέπεις να φυτρώνει σε αυτήν ένα λουλούδι, ένας µικρός βλαστός κι αυτό µε γοητεύει πάρα πολύ. Πάντα ήθελα να παρουσιάσω αυτή τη σειρά και µου δόθηκε η ευκαιρία τώρα στην Αθήνα. Στην “Άγρια Κρήτη” υπάρχει ζωή εκεί που δεν το περιµένει κάνεις, σαν ένδειξη ελπίδας. Είναι, όπως λέµε στα Αγγλικά, “Against all odds”.
Παρατηρώντας τη φύση τι αισθάνεστε ότι σας έχει διδάξει;
Η φύση µου έχει δώσει αµέτρητα “δώρα”. Ανέκαθεν παρατηρούσα µε µεγάλη προσοχή την κάθε της λεπτοµέρεια. Με έχει διδάξει να µη βιάζοµαι, να έχω υποµονή και να τη σέβοµαι. Μ΄ έχει διδάξει ακόµα να εκτιµώ την απίστευτη οµορφιά της. Η φύση µάς προσφέρει τόσα πολλά.
Τα έργα σας χαρακτηρίζονται από την έµφαση που δίνετε στη λεπτοµέρεια. Ένα στοιχείο στη δουλειά σας που το σκέφτοµαι και σαν ένα είδος πνευµατικής άσκησης στην υποµονή και την ακρίβεια. Στον χρόνο που απαιτούν τα πράγµατα αν θέλουµε να αποκτήσουµε µία σχέση µε αυτά. Όλο αυτό έρχεται µε ένα τρόπο κόντρα στο πνεύµα της εποχής µας, όπου όλα παράγονται και καταναλώνονται γρήγορα. Νιώθετε καµιά φορά “εκτός εποχής”;
∆εν ένιωθα ποτέ ότι το έργο µου είναι “εκτός εποχής”. Κάθε καλλιτέχνης δουλεύει µε τον τρόπο του επάνω στα ενδιαφέροντά του. Πιστεύω ότι είναι και θέµα χαρακτήρα. Από µικρή που ζωγράφιζα θυµάµαι ότι αγαπούσα τις λεπτοµέρειες. Ίσως είναι ένας τρόπος φυγής, αλλά, πάντα, ένιωθα δέος µπροστά στη φύση. Το σίγουρο είναι πως έχω ανάγκη να εκφραστώ έτσι. ∆ουλεύοντας τόσο στις λεπτοµέρειες ταξιδεύω µε το µυαλό µου σε άλλους κόσµους. Αυτά τα “ταξίδια” µού δίνουν µεγάλη ικανοποίηση, χαρά και ταυτόχρονα µια απίστευτη ηρεµία. Κάθε “ταξίδι” είναι ένα καινούριο ξεκίνηµα που σίγουρα επιφυλάσσει εκπλήξεις.
Τα έργα σας αναδεικνύουν την οµορφιά που συναντάει κανείς στη φύση. Η οµορφιά µπορεί άραγε να σώσει τον κόσµο, όπως υποστήριζε ο Ντοστογιέφσκι, ή τελικά µας δίνει απλώς “ανάσες” για να αντέξουµε την ασχήµια που µας περιβάλλει;
∆εν ξέρω αν η οµορφιά µπορεί να σώσει τον κόσµο, αλλά σίγουρα χωρίς την οµορφιά ο κόσµος θα ήταν φτωχότερος. Θα ήταν ένας κόσµος χωρίς φως, χωρίς ελπίδα. Εποµένως, πρέπει να απολαύσουµε την κάθε “ανάσα”.
Έχω ακούσει εικαστικούς καλλιτέχνες από το εξωτερικό, ιδίως από τη βόρεια Ευρώπη, να αναφέρονται στο φως που συναντάνε στην Ελλάδα. Πώς θα περιγράφατε εσείς το ελληνικό φως και πώς έχει επηρεάσει το έργο σας;
Εγώ µεγάλωσα στην Αγγλία, εκεί τα χρώµατα είναι θαµπά χωρίς λαµπρότητα και καθαρότητα. Είναι κάπως µονότονα θα έλεγα και προβλέψιµα. Όταν ήρθα στην Ελλάδα ένιωθα πως ξαφνικά ξύπνησα από κάποιο λήθαργο! Άνοιξαν τα µάτια µου, παντού εκπλήξεις. Έντονο το φως, πολύ έντονο, καθαρές γραµµές και βαθιές σκιές. Το φως το µεσηµέρι του καλοκαιριού σχεδόν τυφλώνει, ενώ το βραδινό ή το πρωινό φως είναι πάλι αλλιώτικο. Αυτό το φως σίγουρα παίζει έναν πάρα πολύ σηµαντικό ρόλο στο έργο µου, είναι κάτι που το καθορίζει.
Μένετε από 1975 στην Κρήτη. Είστε πια περισσότερο Κρητικιά από Αγγλίδα. Έχετε δηλώσει ερωτευµένη µε την Κρήτη. Κρατάει ακόµα ο έρωτας αυτός;
∆εν θα έλεγα ότι είµαι περισσότερο Κρητικιά, άλλωστε δεν µ’ αρέσουν οι “ταµπέλες”. Γεννήθηκα και µεγάλωσα στην Αγγλία και στα πρώτα χρόνια χτίζεις τα θεµέλια στη ζωή σου, πλάθεις τα πιστεύω σου και το ήθος σου.
Στην Κρήτη έχω ζήσει πολλά χρόνια και πιστεύω ότι ακολουθώ και εφαρµόζω τις αρχές και τις αξίες που έµαθα. Έχω µάθει τη ζωή και τους ανθρώπους εδώ και τους αγαπώ και τους σέβοµαι. Με έχουν µάθει να βλέπω αλλιώς τη ζωή, πιο ανθρώπινα ίσως. ∆ηλώνω, λοιπόν, ότι είµαι ακόµα ερωτευµένη µε την Κρήτη αλλά τις ρίζες σου δεν τις ξεχνάς. Οπότε δηλώνω µισή Αγγλίδα µισή Κρητικιά!
Η έκθεση
Η έκθεση µε τίτλο “Άγρια Κρήτη” της Τζάνετ Λιοδάκη παρουσιάζεται, σε επιµέλεια της αρχαιολόγου – ιστορικού της τέχνης, Ίρις Κρητικού, στην αίθουσα Τεχνοχώρος Art Gallery (οδός Λεµπέση 12, Ακρόπολη) στην Αθήνα, έως το Σάββατο 1η Φεβρουαρίου.
Ωράριο κοινού:
– Τρίτη, Πέµπτη, Παρασκευή 11:00-14:30 & 17:30-20:30
– Τετάρτη 11:00-17:00
– Σάββατο 11:00-16:00
«… Στο σύµπαν της Αγγλίδας ζωγράφου που αγάπησε την Κρήτη σφόδρα και έγινε κοµµάτι της εδώ και δεκαετίες, η άγρια χλωρίδα του νησιού αποτελεί οργανικό µίτο πάθους και εξερεύνησης, αποτύπωσης και ανασύστασης. Έχοντας παρουσιάσει στην προηγούµενη ενότητα της δουλειάς της τις µυστικές συµφωνίες του χανιώτικου κήπου της, όπου οι ανάσες, οι συνευρέσεις και τα εκρηκτικά χρωµατικά µοτίβα των ανθών και των πλοχµών απαθανατίζονταν µε τρόπο ενδελεχή και ανεξίτηλο, η Janet Λιοδάκη επιχειρεί τη φορά αυτή µε γραφή και ζωγραφική καθηλωτική, να µας γνωρίσει τη θριαµβική γυµνότητα, την άγρια ωραιότητα του κρητικού τοπίου και τόπου.
Με σχεδιαστική και χρωµατική καθαρότητα που σχεδόν ξαφνιάζει εξαιτίας της ακρίβειας και της στιλπνότητας που διέπει κάθε γραµµή, κάθε απόφαση ένσαρκου χρώµατος, η ζωγράφος µεταπλάθει και ενεργοποιεί την κρητική φύση, αιχµαλωτίζει µε τρόπο απέριττο και σχεδόν αγιογραφικό την αλήθεια του βλέµµατος, δηµιουργώντας παλλόµενα πεδία µικρών οπτικών θαυµάτων. Υπογραµµίζοντας τις γαιώδεις χρωµατικές εξάρσεις που διέπουν τη σύνθεση, συγκροτώντας και συγκρατώντας εκ του φυσικού το επιλεγµένο οπτικό πλάνο. Φωτίζοντας έτσι ένα εξοµολογητικό περιπατητικό απόθεµα, ένα συµβολικό σηµείο έξεργων φυσικών συµβάντων που γνωρίζει ως εαυτόν…»
Ίρις Κρητικού
αρχαιολόγος – ιστορικός της τέχνης
Επιµελήτρια της έκθεσης