Δευτέρα, 23 Δεκεμβρίου, 2024

Τζέιμς Φριτς, “Ρος και Ρέιτσελ”

» Μπορούν δυο σύζυγοι να συγχωνευθούν σε “ένα”;

Μπορούν δύο σύζυγοι να συγχωνευθούν σε «ένα»; Γύρω από αυτό το θέμα και τα παρεπόμενά του περιστρέφεται το έργο «Ρος και Ρέιτσελ» (2015) του άγγλου θεατρικού συγγραφέα Τζέιμς Φριτς που παρουσιάζεται τούτες τις μέρες στο θέατρο Κυδωνία στα Χανιά, σε σκηνοθεσία Μιχάλη Βιρβιδάκη.

Το θέμα των σχέσεων άνδρα-γυναίκας ως συζύγων, οικείο και παμπάλαιο, (ας θυμηθούμε κάποιες αρχαίες τραγωδίες ), ζωντανεύει σε τούτο το έργο του Φριτς που η ιδιαίτερη θεατρική γραφή του το καθιστά πρωτοποριακό.
Για την πληρέστερη κατανόηση κάποιων σημαντικών σημείων του, ιδανικό θα ήταν, αν ο απαιτητικός θεατής είχε προετοιμαστεί διαβάζοντας προσεχτικά το δελτίο τύπου ή ακόμη καλύτερα το ίδιο το θεατρικό κείμενο από το πρόγραμμα της παράστασης (επιμέλεια Λίλας Τρουλινού).
Με τούτο το γραπτό, καταθέτω τις σκέψεις μου, μετά την πρεμιέρα της παράστασης (15 Ιουλίου 2020) και μετά την εκ των υστέρων ανάγνωση του έργου.

Το έργο και τα πρόσωπα
Το έργο εξελίσσεται σε δύο πράξεις, αν και στο θεατρικό κείμενο δεν ορίζονται ούτε πράξεις ούτε σκηνές. Στην πολύ σύντομη πρώτη πράξη η ατμόσφαιρα είναι ψεύτικα χαρούμενη. Το ζευγάρι γιορτάζει στο σπίτι τους με φίλους τα γενέθλια της γυναίκας. Στη εκτενέστατη δεύτερη πράξη η ατμόσφαιρα είναι αληθινά βαριά. Ασθένεια, νοσοκομείο, κρεβάτι, γιατροί, νοσοκόμες κι ανάμεσα σκηνές από το παρελθόν ή από τα όνειρα…
Ο Ρος και η Ρέιτσελ, ένα ζευγάρι λίγο πάνω από τα σαράντα, των οποίων το όνομα δεν ακούγεται ούτε μια φορά, (θα μπορούσε να είναι οποιοδήποτε ζευγάρι), ζουν ένα συμβατικό γάμο. Ο μεν άνδρας έχει την ψευδαίσθηση της αυτονόητης αγάπης της γυναίκας του και της απόλυτης ταύτισης των δυο τους σε «ένα», όπως πίστευε ότι τους έβλεπε και ο περίγυρός τους. Η δε γυναίκα αντιμετωπίζει την οδυνηρή πραγματικότητα μιας ατελέσφορης έγγαμης ζωής.
Εκείνος παρουσιάζεται αρχικά ως κυνηγός της ομορφιάς της με μοναδικό στόχο να την αποκτήσει. Από τη στιγμή που αυτό συμβαίνει, τη θεωρεί διά παντός κτήμα του. Ακόμη και όταν πλησιάζει ο θάνατός του, την ωθεί σε μια πρωτόγονη πράξη, να τον ακολουθήσει με την θέλησή της στον θάνατο, αφού οι δύο είναι «ένα».
Εκείνη όμως ποτέ δεν είχε νιώσει να τη συνδέει οτιδήποτε ψυχικά μαζί του. Αντίθετα, έβλεπε το χάσμα που τους χώριζε σε όλη τη διάρκεια της συζυγικής ζωής τους μέγα και αγεφύρωτο. Στις επί σκηνής αφηγηματικές αναδρομές τής εικοσάχρονης κοινής ζωής τους εγκιβωτίζεται όλο το δυσάρεστο συζυγικό παρελθόν με τα εφιαλτικά όνειρά τους και με ποικίλα γεγονότα που κατέληγαν σε άγονους διαλόγους και διαρκή ενοχλητικό έλεγχο, με καταπίεση και ζήλεια, με κτητική συμπεριφορά και υπόγεια απαίτηση για απόλυτη υποταγή, από την οποία δεν είχε τη δύναμη να απελευθερωθεί ούτε την τόλμη να την πολεμήσει.
Αυτό το κλίμα είναι φανερό και αισθητό από την αρχή της αφήγησης με τις μισοτελειωμένες φράσεις της που ξεκινάνε με «αλλά» ή «μα», χωρίς να έχει την παρρησία να του εκφράσει μια αντίθετη άποψη. Και αποφεύγοντας τη ρήξη, γίνεται συγκαταβατική και υποχωρητική, ενώ κρύβει αυτό που οι θεατές γνωρίζουν ή υποψιάζονται (τεχνική τραγικής ειρωνείας), πως κουβαλούσε δηλαδή ένα ασήκωτο βάρος, από το οποίο θα απαλλασσόταν μόνο με ό,τι θα της δημιουργούσε πολλές ενοχές, με έναν ξένον έρωτα ή και με τον θάνατό του.
Με ειλικρίνεια εκφράζει την πεποίθησή της, που επιμελημένα είχε αποκρύψει από τον σύζυγό της, ότι δεν είναι υγιές να απορροφηθεί η προσωπικότητα του ενός από τον άλλο, γιατί έτσι ζουν απομονωμένοι, χωρίς την αίσθηση της ψυχικής παρουσίας του άλλου, χωρίς την ουσιαστική συμπαράστασή του, χωρίς ελεύθερη συμπόρευση.
Κι όταν πλησιάζει το τέλος της ζωής εκείνου από ανίατη ασθένεια, γαντζώνεται κυριολεκτικά από το μπράτσο της και σπαρακτική ακούγεται επανειλημμένα η έκκλησή του «μη μ’ αφήνεις», «μη μ’ αφήνεις», φοβούμενος το άγνωστο προς το οποίο απροετοίμαστος οδεύει…

Η μετάφραση
Το θεατρικό κείμενο έχει τη μορφή διαλογικού πεζογραφήματος, χωρίς να αναγράφονται τα ονόματα των διαλεγόμενων προσώπων, σκόπιμα. Αυτό θα πρέπει να προβλημάτισε τον μεταφραστή (Δημήτρη Κιούση), αν λάβουμε υπόψη μας όχι μόνο την αποσμαστικότητα του λόγου αλλά και το ότι η αγγλική γλώσσα δεν έχει γένη ούτε για τα επίθετα ούτε για όλες τις αντωνυμίες, κάτι που νομίζω ότι εξυπηρετούσε τον συγγραφέα (την ιδέα «ένα»). Το αποτέλεσμα είναι μια ζωντανή μετάφραση σε ρέουσα ελληνική γλώσσα.

Η σκηνοθεσία και οι δυσκολίες της
Ο συγγραφέας παρέχει στον σκηνοθέτη και στον υποκριτή σχεδόν απόλυτη σκηνοθετική και ερμηνευτική ελευθερία, πράγμα που, φαντάζομαι, θα απαίτησε βαθιά και εξαντλητική μελέτη του κειμένου, αράδα αράδα, λέξη λέξη.
Δύο μόνον οδηγίες δίνει και αυτές έχουν σχέση με την ερμηνευτική μόνο απόδοση του έργου. Η μια οδηγία είναι δύο λέξεις, σε παρένθεση, στο τέλος του έργου, με την οποία υποδεικνύει τον τρόπο που θα αποδοθεί η τελευταία λέξη. Η άλλη, πολύ σημαντική, δίνεται έμμεσα με ένα συντομότατο σημείωμα, εκτός θεατρικού κειμένου, που μεταφέρω εδώ: «Αυτό το έργο έχει δύο πρόσωπα, αλλά έναν ερμηνευτή. Μερικές φορές καταλαβαίνουμε ποια λόγια λέει το κάθε πρόσωπο, άλλες φορές όχι. Μερικές φορές τα πρόσωπα απευθύνονται το ένα στο άλλο, άλλες απευθύνονται σε κάποιο τρίτο πρόσωπο κι άλλες στον εαυτό τους».
Συνεπώς ο σκηνοθέτης έχει την ελευθερία να επιλέξει σκηνικά και κοστούμια (Lucyna Kukosz), φωτισμό (Μικαέλα Παπά), μουσική (Δημήτρης Ντρουμπογιάννης).
Ωστόσο ο συγγραφέας κάνει έμμεσα κάποιες σκηνοθετικές υποδείξεις στο γραπτό κείμενο. Αξιοποιώντας π.χ. την ποικιλία των τυπογραφικών στοιχείων (πεζά ή πλάγια, κεφαλαία ή μικρά), υποδηλώνει τα όνειρα με πλάγια γράμματα. Ο σκηνοθέτης τα αποδίδει πετυχημένα με φωτισμό. Φωτίζει δηλαδή ανάλογα την ηθοποιό, στο σώμα ολόκληρο ή μόνο στο πρόσωπο. με την ποικιλία των ψυχρών κυρίως χρωμάτων, που εναλλάσσονται τρεμοπαίζοντας, ανάλογα με τον ονειρικό εφιάλτη και σβήνουν απότομα με το τέλος του ονείρου και το ξαφνικό ξύπνημα.

Η ηθοποιία
Η Στελλίνα Ιωαννίδου, επαγγελματίας ηθοποιός, ανέλαβε και έφερε με συνέπεια εις πέρας ένα πολύ δύσκολο έργο, να ερμηνεύσει με μια φωνή δύο πρόσωπα, κάποτε συγχωνευμένα σε ένα, χωρίς διαφοροποίηση στη χροιά. Αυτό ήθελε ο συγγραφέας, για να προβάλει την τραγικότητα της ζωής δύο αταίριαστων ανθρώπων που απερίσκεπτα δέθηκαν με τα δεσμά του γάμου, για να μεταμορφωθούν, τελικά, σε αποτυχημένο «ένα».
Η συγχώνευση όμως αυτή αναιρείται εκ των πραγμάτων. Γιατί ενώ εκείνη νιώθει παρόν μόνο το σώμα του άλλου και δη ως δυσβάταχτο φορτίο, από το οποίο, μόνο όταν απαλλαγεί, θα αναπνέει ελεύθερα, εκείνος, χωρίς να το επιθυμεί και ίσως χωρίς να το αντιλαμβάνεται, οδηγεί τη σχέση στην καταστροφή και τελικά τη συμπαρασύρει (τη σχέση) στον θάνατο μαζί με τον δικό του, για να αποσυντεθεί στη μνήμη του επιζώντος προσώπου.
Η αφήγηση ξεπηδάει από μια συνειρμική ανάμνηση περασμένων συμβάντων στη διάρκεια της κοινής ζωής τους με σύντομους, κοφτούς, μεταξύ τους διαλόγους. Μοναδικό εργαλείο για τη θεατρική απεικόνισή τους η Ιωαννίδου έχει το κυμάτισμα της φωνής της και τη δηλωτική κίνηση του σώματός της, ενδεδυμένου με μακρύ λευκό νυφικό.
Στο λιτό και συμβολικό σκηνικό της παράστασης, τα μακριά λευκά πανιά-δεσμά, που κρέμονται ψηλά, σαν από τον ουρανό (μυστήριο του γάμου;), έχει μόνιμα περασμένα από τις δυο οπές τους τα χέρια της. Στηριγμένη εκεί κινείται μαζί τους στον περιορισμένο χώρο που της επιτρέπουν, οπτικοποιώντας τα πραγματικά συναισθήματα του διπλού προσώπου που υποδύεται και που κλιμακώνονται από την επιφανειακή χαρά μέχρι τη έκρηξη, όταν αδυνατεί να κρατήσει τη σύγκρουση κρυμμένη στα μυστικά κατάβαθα.
Οι κινήσεις της είναι ταλαντεύσεις άλλοτε μικρές, άλλοτε χαριτωμένες και χαρούμενες, άλλοτε χορευτικά λικνιστικές, άλλοτε θυμωμένες και βίαιες, τόσο που ο θεατής φοβάται ότι τα πανιά θα αποσπαστούν από το στήριγμά τους. Αυτά όμως αντέχουν όσο διαρκεί ο γάμος. Ο συμβολικός ρόλος τους θα επιβεβαιωθεί στο τέλος, όταν εκείνη εκφέροντας την τελευταία μικρή λέξη της, θα τα πετάξει από πάνω της, ελευθερώνοντας μαζί με τα χέρια της και τη ζωή της.

Η μουσική
Η προσθήκη της μουσικής είναι μια ακόμη ελευθερία του σκηνοθέτη. Τη βαριά ατμόσφαιρα του έργου απαλύνει με τις μουσικές συνθέσεις και τους αυτοσχεδιασμούς του ο εξαιρετικός ταλαντούχος πιανίστας Δημήτρης Ντρουμπογιάννης που συνοδεύει διακριτικά σε όλη τη διάρκεια της παράστασης τη δραματικότητα του λόγου και τη βιωμένη τραγικότητα των προσώπων.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Εντός εκτός και επί τα αυτά

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα