Έκκληση οι αγρότες να δουν από κοινού με την κυβέρνηση «τις μεγάλες πρωτοβουλίες που χρειάζονται για την επόμενη μέρα» απευθύνει ο Βασίλης Αποστόλου, υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, σε συνέντευξη στην εφημερίδα «Αυγή της Κυριακής».
Ο κ. Αποστόλου επισημαίνει, εν όψει της αυριανής συνάντησης των αγροτών με τον πρωθυπουργό, ότι χρειάζεται πνεύμα συνεννόησης από όλες τις πλευρές για να βρεθούν λύσεις και τονίζει ότι από πλευράς κυβέρνησης έχουν γίνει οι απαραίτητες επεξεργασίες για ουσιαστικές βελτιώσεις και στο ασφαλιστικό και στο φορολογικό.
Ακόμη, ο κ. Αποστόλου προαναγγέλλει παρεμβάσεις για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας του αγροτικού τομέα και των οικονομικών μεγεθών του αγροτικού εισοδήματος, για την απόκτηση ρευστότητας, την πρόσβαση στη χρηματοδότηση, για την αύξηση της προστιθέμενης αξίας που μένει τελικά στον παραγωγό και για τη μείωση του κόστους παραγωγής. Συγκεκριμένα αναφέρει ότι θα εξαντληθούν όλες οι δυνατότητες για τη μείωση του κόστους παραγωγής στον τομέα των εφοδίων, της ενέργειας και της χρήσης νερού.
Εξάλλου, ο υπουργός προανήγγειλε παρεμβάσεις , ώστε «να φωτιστεί η γκρίζα ζώνη» της διακίνησης των προϊόντων από τους μεσάζοντες. «Θα τελειώσει η διακίνηση με τιμολόγια αγοράς που εκδίδουν οι έμποροι ανεξέλεγκτα. Θα θεσμοθετηθεί συγκεκριμένος υποχρεωτικός μέγιστος χρόνος αποπληρωμής που δεν θα ξεπερνάει τους 1-2 μήνες», τονίζει.
Ο κ. Αποστόλου, επίσης, αναφέρει ότι με τον ορισμό του «επαγγελματία αγρότη» με κριτήριο το 51% των εισοδημάτων του να είναι από τον γεωργικό τομέα, εξασφαλίζεται ότι πρόκειται πράγματι για κατοίκους της υπαίθρου που έχουν ως κύρια δραστηριότητα το αγροτικό επάγγελμα και ταυτόχρονα αναγνωρίζεται η ανάγκη να συνεχίζουν να έχουν δραστηριότητα αγροτική και εκείνοι που ζουν στην ύπαιθρο, παράγουν, αλλά έχουν και έσοδα από άλλες δραστηριότητες.
Τέλος, αναφέρει ότι το νομοσχέδιο που έχει παρουσιάσει η κυβέρνηση ενισχύει, μέσω κινήτρων, τις συλλογικές μορφές οργάνωσης της παραγωγής και της μεταποίησης, με στόχο, αφ’ ενός, «να εξαλειφθούν τα στοιχεία που έχουν συντελέσει στην απαξίωση του συνεταιριστικού κινήματος», θέτοντας παράλληλα τις βάσεις για τη μη επανάληψή τους και, αφ’ ετέρου, να βοηθηθούν οι αργότερα «να επιβιώσουν στο σημερινό περιβάλλον της ακραίας ανταγωνιστικής παγκόσμιας αγοράς, δημιουργώντας υγιείς συνεταιριστικές επιχειρήσεις», επιτυγχάνοντας χαμηλό κόσμος παραγωγής και καλύτερες τιμές για τα προϊόντα τους.